Δεν έχουν σημασία τα επιτόκια, ο πληθωρισμός ή η ύφεση. Τα οικονομικά ζητήματα, που συνήθως απασχολούν την παγκόσμια ελίτ στην ετήσια συνάντησή της στο Νταβός, πέρασαν σε δεύτερη μοίρα μπροστά στον θερμό πόλεμο στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, τον ψυχρό πόλεμο μεταξύ της Δύσης και της Κίνας και τις εκλογικές αναμετρήσεις από την Ινδία έως τις ΗΠΑ.
Για τους κυβερνητικούς και επιχειρηματικούς ηγέτες, πρόκειται για μια καινούργια, ανοίκεια παρέκκλιση από έναν κόσμο στον οποίο οι τύχες καθορίζονταν κυρίως από τις οικονομικές δυνάμεις. Το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ είναι πλέον το de facto παγκόσμιο γεωπολιτικό φόρουμ.
«Υπάρχει ένα ζήτημα υψηλότερου επιπέδου από την οικονομία, το οποίο είναι η γεωπολιτική» δήλωσε ο Κρίστιαν Μουμεντάλερ, διευθύνων σύμβουλος του αντασφαλιστικού κολοσσού Swiss Re. Η τελευταία φορά που η γεωπολιτική αποτελούσε τόσο μεγάλη οικονομική απειλή ήταν στην κορύφωση του πρώτου Ψυχρού Πολέμου, στη δεκαετία του 1980, είπε.
«Ξεκινάμε φέτος με τον μεγαλύτερο κατάλογο δυνητικών αναταραχών που μπορώ να θυμηθώ» επισήμανε ο Κρίστιαν Αλμπριτς, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας ακινήτων JLL. «Πρέπει πραγματικά να διοικείς την επιχείρησή σου με εξαιρετικά ευέλικτο τρόπο, ώστε να έχεις τη δυνατότητα να αντιδράς άμεσα».
Οι παλαιότεροι θαμώνες του Νταβός ενηλικιώθηκαν σε έναν κόσμο όπου τα προϊόντα, τα κεφάλαια και οι άνθρωποι κυκλοφορούσαν με όλο και μεγαλύτερη ελευθερία. Τα ρήγματα στην παγκοσμιοποίηση ξεκίνησαν το 2016, όταν η Βρετανία ψήφισε υπέρ της εξόδου από την ΕΕ και εξελέγη πρόεδρος ο Ντόναλντ Τραμπ – ο οποίος στη συνέχεια αποσύρθηκε από μια διεθνή συμφωνία για το κλίμα και ένα εμπορικό σύμφωνο με τα κράτη του Ειρηνικού και ύστερα αύξησε απότομα τους δασμούς, ιδίως στα κινεζικά προϊόντα.
Η αποπαγκοσμιοποίηση ανέβασε ταχύτητα με την πανδημία, την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, τον εντεινόμενο ανταγωνισμό μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας και την πρόσφατη στροφή στη βιομηχανική πολιτική – οι κυβερνήσεις ευνοούν και ενισχύουν συγκεκριμένους εγχώριους κλάδους. Και αυτό πέρα από τους κινδύνους που ανακύπτουν από τον φυσικό κόσμο, όπως τα ακραία καιρικά φαινόμενα.
Το τελικό αποτέλεσμα είναι ότι τα πολιτικά γεγονότα που κάποτε ήταν δευτερεύουσας σημασίας για τις επιχειρήσεις και τους επικεφαλής τους, έχουν πλέον αποκτήσει πρωταρχική σημασία, ιδίως εφόσον υπάρχει η αισιοδοξία ότι οι ισχυρές οικονομίες θα μειώσουν τον πληθωρισμό χωρίς ύφεση – η λεγόμενη μαλακή προσγείωση.
Οι αμερικανικές εκλογές απασχολούν τους πάντες λόγω της πιθανότητας να επιστρέψει ο Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Τη Δευτέρα, ο Τραμπ κέρδισε με μεγάλη διαφορά τον πρώτο προκριματικό εκλογικό γύρο των Ρεπουμπλικανών στην Αϊοβα.
«Ολες οι συζητήσεις ξεκινούν με την ερώτηση για το ποιες είναι οι πιθανότητες για μια δεύτερη θητεία Τραμπ» ανέφερε ο Τιμ Ανταμς, πρόεδρος του Institute of International Finance, ενός ομίλου διεθνών τραπεζών με έδρα την Ουάσιγκτον. Τα ερωτήματα αυτά γεννιούνται από την ανησυχία ότι «οι ΗΠΑ στρέφονται στον προστατευτισμό και στον απομονωτισμό».
Οι αμερικανικές εκλογές είναι μια από τις πολλές εκλογικές αναμετρήσεις αυτής της χρονιάς, και για ορισμένους δεν είναι απαραίτητα η σημαντικότερη. Το περασμένο Σάββατο, η Ταϊβάν εξέλεξε πρόεδρο τον υποψήφιο στον οποίο αντιτίθεται περισσότερο η Κίνα, η οποία πιέζει για επανένωση με το αυτοδιοικούμενο νησί. Στην Ταϊβάν εδρεύει η Taiwan Semiconductor Manufacturing Co., ο κυρίαρχος προμηθευτής των πιο προηγμένων μικροτσίπ στον κόσμο.
Πολλές μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας εξαρτώνται από αυτά τα τσιπ. Πρέπει να λάβουν υπόψη τους την πιθανότητα διακοπής του εφοδιασμού τους λόγω ενός στρατιωτικού ή οικονομικού εκβιασμού εκ μέρους της Κίνας ή ακόμη και ενός πολέμου με εμπλοκή των ΗΠΑ.
Ο κίνδυνος διακοπής της αλυσίδας εφοδιασμού τσιπ «είναι πραγματικός. Πρέπει να τον συνυπολογίζετε σε όλες τις αναλύσεις» επισήμανε ο Μπέργε Εκχολμ, διευθύνων σύμβουλος του σουηδικού κατασκευαστή τηλεπικοινωνιακών ειδών Ericsson που έχει εστιάσει από το 2018 σε μια προσπάθεια να καλύπτει τις ανάγκες του για ημιαγωγούς και άλλα εξαρτήματα από διαφορετικούς προμηθευτές.
Η Γκίτα Γκοπινάθ, υπ’ αριθμόν δύο του ∆ιεθνούς Νοµισµατικού Ταµείου, δήλωσε ότι οι επικεφαλής των επιχειρήσεων ανησυχούν δικαίως για το γεγονός ότι η γεωπολιτική αναµειγνύεται στο εµπόριο και στις επενδύσεις: «Ο κατακερµατισµός αποτελεί πραγµατικότητα, δεν είναι απλώς απειλή».
Ενώ το εμπόριο παρουσιάζει κάμψη παντού μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, παρουσιάζει μεγαλύτερη κάμψη ανάμεσα σε μπλοκ συμμαχικών χωρών – όπως ανάμεσα στη Δύση και την Κίνα ή τη Ρωσία – παρά στο εσωτερικό των μπλοκ. Μελέτη του McKinsey Global Institute, που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη, επιβεβαίωσε τα ευρήματα του ΔΝΤ. Η Κίνα, η Γερμανία, η Βρετανία και οι ΗΠΑ έχουν ανακατευθύνει τις εμπορικές τους συναλλαγές προς συμμαχικές ή ουδέτερες χώρες, όπως το Μεξικό και το Βιετνάμ, αναφέρει η έκθεση. Το μερίδιο της Κίνας στις αμερικανικές εισαγωγές φορητών υπολογιστών και κινητών τηλεφώνων μειώθηκε μεταξύ 2017 και 2022, με μεγάλο μέρος αυτού του μεριδίου να πηγαίνει στο Βιετνάμ, σύμφωνα με την έκθεση. Το Μεξικό έγινε πέρυσι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος των ΗΠΑ. Η Γερμανία σχεδόν σταμάτησε τις εισαγωγές φυσικού αερίου από τη Ρωσία, ενώ αύξησε κατά πολύ τις εισαγωγές από τη Νορβηγία.
Το γεγονός ότι η πολιτική, και όχι η οικονομία, μπορεί να καθορίζει πού πωλούν και πού επενδύουν οι εταιρείες είναι μια νέα πραγματικότητα που πρέπει να συνηθίσουμε. Ο Μάικ Χένρι, διευθύνων σύμβουλος της αυστραλιανής εταιρείας άνθρακα και ορυκτών πόρων BHP, δήλωσε ότι «ο κόσμος του ανοιχτού εμπορίου ανήκει στο παρελθόν. Δεν είναι αυτή η πραγματικότητα που ζούμε σήμερα».
Οι γεωπολιτικές εντάσεις έχουν επίσης οφέλη για μερικούς. Ο μεγαλύτερος ντόρος στο Νταβός γίνεται για την Ινδία. Πολλά στελέχη τη χαρακτήρισαν την πιο ελπιδοφόρα ξένη αγορά για τις εταιρείες τους και το ενδιαφέρον γι’ αυτήν έχει αυξηθεί αφότου η Ρωσία και μεγάλο μέρος της Κίνας είναι εκτός ορίων.
Σε ορισμένες εταιρείες, οι γεωπολιτικές εντάσεις επηρεάζουν και τους εργαζομένους, όχι μόνο τη διοίκηση. «Οι άνθρωποι ανησυχούν για το τι συμβαίνει στον κόσμο» δήλωσε ο Αλμπριτς της JLL.
Ο Chip Cutter και ο Alex Frangos συνέβαλαν σε αυτό το άρθρο.