Πριν από έξι χρόνια, οι κινέζοι μηχανικοί ξεκίνησαν να βαδίζουν σε ένα ριψοκίνδυνο μονοπάτι, επιδιώκοντας να μετατρέψουν τα σκουπίδια σε θησαυρό.
Στόχος τους ήταν τα μεγάλα κοιτάσματα ορυκτών που περιέχουν νικέλιο και κοβάλτιο στα μακρινά νησιά της Ινδονησίας. Τα ορυκτά αυτά είναι τόσο χαμηλής ποιότητας ώστε αντιμετωπίζονταν σχεδόν σαν απόβλητα. Αν οι μηχανικοί μπορούσαν να βρουν έναν τρόπο να τα επεξεργαστούν, θα ξεκλείδωναν νέες πηγές όχι για ένα αλλά για δύο μεταλλεύματα, τα οποία ο κόσμος χρειάζεται για τις μπαταρίες των ηλεκτρικών οχημάτων.
Η κύρια μέθοδος που χρησιμοποιούνταν για την επεξεργασία αυτού του τύπου μεταλλεύματος νικελίου μέχρι πρόσφατα, η λεγόμενη Οξινη Εκπλυση Υψηλής Πίεσης (HPAL), είναι διαβόητη για την πολυπλοκότητά της. Οι δυτικές εταιρείες δοκίμασαν να την εφαρμόσουν, αλλά είχαν υψηλά ποσοστά αποτυχίας. Η υψηλή θερμοκρασία και η τεράστια πίεση που απαιτείται κατά τη διαδικασία καταστρέφουν τον εξοπλισμό, δημιουργώντας την ανάγκη για χρονοβόρες επισκευές. Επίσης παράγει μεγάλες ποσότητες όξινων αποβλήτων που είναι δύσκολα στη διαχείριση.
Οι προσπάθειες επίλυσης των προβλημάτων αυτών συχνά απλώς δημιουργούσαν περισσότερα προβλήματα. Τρία αυστραλιανά έργα στη δεκαετία του 2000 αναμετρήθηκαν με το εγχείρημα, αλλά δεν κατάφεραν να φτάσουν σε επίπεδα επαρκούς παραγωγικής ικανότητας και οι ιδιοκτήτες τους κατέληξαν σε δεινή οικονομική κατάσταση. Οι δυτικές εταιρείες εξόρυξης έριξαν δισεκατομμύρια δολάρια σε μια εγκατάσταση στη Νέα Καληδονία, η οποία δεν λειτούργησε σύμφωνα με τον σχεδιασμό και τελικά πουλήθηκε.
Η προβληματική φύση της διαδικασίας έχει εμπνεύσει και ανέκδοτα, όπως εκείνο για το ορυχείο στην περιοχή του Μούριν Μούριν στη Δυτική Αυστραλία, το οποίο χρειάστηκε να ανασχεδιαστεί λίγο μετά την έναρξη της λειτουργίας του: Γιατί το Μούριν Μούριν ονομάστηκε έτσι; Γιατί χρειάστηκε να το φτιάξουν δύο φορές. Οι κινέζοι μηχανικοί δεν γελούσαν.
Τεχνογνωσία στη μεταλλουργία νικελίου
Σε μια απομονωμένη και δασώδη περιοχή στην Παπούα Νέα Γουινέα, μια κρατική κινεζική τεχνική εταιρεία, η China ENFI, πέρασε χρόνια προσπαθώντας να επιλύσει τα προβλήματα της μεθόδου. Στην αρχή η επιχείρηση είχε όλα τα συνήθη στοιχεία της αποτυχίας της όξινης έκπλυσης. Στο δεύτερο έτος λειτουργίας της, το 2013, η εγκατάσταση δούλευε σχεδόν στο 40% της παραγωγικής της ικανότητας. Το 2016 έσπασε ένας αγωγός σκοτώνοντας έναν εργάτη και προκαλώντας το κλείσιμο του εργοστασίου για 78 ημέρες.
Ωστόσο, η μητρική της ENFI, μια κρατική εξορυκτική εταιρεία, είχε την οικονομική δυνατότητα να επιμείνει στο, κατά τα αναμενόμενα, ανώμαλο ξεκίνημα του εγχειρήματος. Πόνταρε στο ότι, αν έδινε αρκετό χρόνο, θα κατάφερνε να κάνει το εργοστάσιο να λειτουργήσει. Εως το 2017 τα είχε καταφέρει και το εργοστάσιο έφτανε στην παραγωγική δυνατότητα που προέβλεπε ο σχεδιασμός του.
«Μια εξαετής ή επταετής κλιμάκωση των προσπαθειών θα είχε γονατίσει οποιαδήποτε δυτική εταιρεία και αυτός είναι ο λόγος που τόσα έργα HPAL έχουν περάσει σε άλλα χέρια ή έχουν ματαιωθεί» λέει ο Καναδός Lyle Trytten, που έχει εργαστεί ως εξειδικευμένος σύμβουλος σε έργα HPAL σε όλο τον κόσμο.
Το εργοστάσιο στην Παπούα Νέα Γουινέα σηματοδότησε μια μεγάλη στροφή σε σχέση με ό,τι συνέβαινε στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Τότε η κινεζική τεχνογνωσία γύρω από το νικέλιο υπολειπόταν της δυτικής σε βασικούς τομείς. Οι κινεζικές εταιρείες είχαν μικρή εμπειρία στη χρήση οξέων για την επεξεργασία μεταλλευμάτων σε θερμοκρασίες μεγαλύτερες των 350 βαθμών. Εκείνη την εποχή περίπου η China ENFI συγκρότησε μια ερευνητική ομάδα για να προλάβει τους δυτικούς που προηγούνταν.
Η τελική της επιτυχία στην Παπούα Νέα Γουινέα σήμαινε ότι εκατοντάδες κινέζοι μηχανικοί και τεχνικοί ήξεραν πια πώς να κατασκευάζουν και να λειτουργούν ένα κερδοφόρο εργοστάσιο HPAL. Και πάλι όμως δεν ήταν δεδομένο ότι θα ήταν σε θέση να επαναλάβουν την επιτυχία αυτή στην Ινδονησία. Πολλοί αναλυτές προέβλεψαν ότι πιθανόν θα συναντούσαν τα ίδια εμπόδια και τις ίδιες συχνές βλάβες που αντιμετώπιζαν τα δυτικά εργοστάσια σε όλο τον κόσμο.
Μια ιδιωτική κινεζική εταιρεία, η Lygend Resources and Technology, προχώρησε, παρά τις δυσκολίες, και ανέθεσε το έργο στην ENFI. Ξεκίνησαν να διαμορφώνουν τον χώρο για την κατασκευή στο νησί Ομπι, στην Ανατολική Ινδονησία, τον Δεκέμβριο του 2018, πριν ακόμη ολοκληρωθεί ο λεπτομερής σχεδιασμός του εργοστασίου, όπως αναφέρει πρόσωπο που έχει γνώση του έργου. Πεπειραμένοι κινέζοι μηχανικοί μετέβησαν αεροπορικώς επί τόπου, στον χώρο της εγκατάστασης, όπου δεν υπήρχαν πολλές ανέσεις πέρα από ντους με κρύο νερό και κουκέτες.
Δεν προσπαθούσε να επανεφεύρει τον τροχό
«Οι κινέζοι μηχανικοί έχουν διαφορετική προσέγγιση στη ζωή και στην εργασία» λέει ο Γουάνγκ Ντουοντόνγκ, επικεφαλής μηχανικός της Lygend. «Προκειμένου να κάνουν τη δουλειά τους καλά, είναι πρόθυμοι να περάσουν πολύ χρόνο δουλεύοντας σε εργοτάξια σε τέτοια απομακρυσμένα μέρη».
Εκαναν μικροδιορθώσεις στη διαδικασία όπου απαιτούνταν, όπως στην επιλογή ενός φθηνότερου τύπου τιτανίου. Χρησιμοποίησαν μια τεχνική για να μειώσουν το επίπεδο της υγρασίας στο τελικό προϊόν νικελίου και να βελτιώσουν την αποδοτικότητα, λέει ο Γουάνγκ. Η Lygend έψαξε και βρήκε κινεζικές εταιρείες που μπορούσαν να κατασκευάσουν φθηνότερες εκδοχές του δυτικού εξοπλισμού.
Την εποχή εκείνη, οι ιαπωνικές και δυτικές εταιρείες τηρούσαν επιφυλακτική στάση, διατυπώνοντας προβληματισμούς για τα κόστη και τις πιθανές περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Στο κινεζικό εργοστάσιο στην Παπούα Νέα Γουινέα, μια βλάβη σε αντλία το 2019 προκάλεσε υπερχείλιση λάσπης μεταλλεύματος από μια δεξαμενή σε παρακείμενα ύδατα, δίνοντας μια γεύση των κινδύνων που ενέχει η διαδικασία.
Αυτό ωστόσο δεν φάνηκε να επιβραδύνει το ινδονησιακό έργο, το οποίο ήταν προϊόν συνεργασίας ανάμεσα στη Lygend και την ινδονησιακή εξορυκτική εταιρεία Harita Nickel. Εως το 2021 οι δύο πρώτες γραμμές παραγωγής λειτουργούσαν με πλήρη παραγωγική ικανότητα.
Ο Γουάνγκ λέει ότι η Lygend δεν προσπαθούσε να επανεφεύρει τον τροχό. Βασικός στόχος της ήταν να κρατήσει το σχέδιο του εργοστασίου απλό και αποδοτικό και να εφαρμόσει όσο το δυνατόν περισσότερους αυτοματισμούς προκειμένου να περιοριστούν τα λάθη, αναφέρει. Οι Κινέζοι μελέτησαν τα δυτικά έργα που δεν είχαν λειτουργήσει.
«Μάθαμε πολλά πράγματα από αυτά τα αποτυχημένα εγχειρήματα. Αναλύσαμε τα μειονεκτήματά τους και κάναμε βελτιώσεις» ανέφερε ο Γουάνγκ. Ακολούθησε ένα κύμα επενδύσεων από κινεζικές εταιρείες. Σήμερα, υπάρχουν τουλάχιστον τέσσερα τέτοια εργοστάσια HPAL που λειτουργούν σε ολόκληρη την Ινδονησία, ενώ τρία ακόμη έργα αναμένονται μέχρι το τέλος του επόμενου έτους.
Εκτοπίζοντας τους ανταγωνιστές
Οι δυτικές εταιρείες εξόρυξης λένε ότι οι κινέζοι ανταγωνιστές τους έχουν αθέμιτο πλεονέκτημα λόγω της πρόσβασής τους σε χαμηλότοκα κρατικά δάνεια και της ελάχιστης σημασίας που δίνουν στα εργασιακά δικαιώματα και στο περιβάλλον. Στην Ινδονησία, οι κινεζικές επιχειρήσεις παραγωγής νικελίου έχουν κατασκευάσει πολλά θερμοηλεκτρικά εργοστάσια που λειτουργούν με άνθρακα για να ηλεκτροδοτήσουν τις πυρετώδεις δραστηριότητές τους, επεκτείνοντας έτσι τη χρήση ενός ρυπογόνου ορυκτού καυσίμου, την οποία ο κόσμος προσπαθεί να μειώσει.
Στο μεταξύ, καταγράφεται σωρεία θανατηφόρων ατυχημάτων, μεταξύ των οποίων και μια έκρηξης σε κινεζικό χυτήριο νικελίου στο νησί Σουλαουέζι της Ινδονησίας, η οποία σκότωσε τουλάχιστον 19 εργάτες τον Δεκέμβριο. Ωστόσο, πολλές δυτικές εταιρείες εξόρυξης και αναλυτές λένε επίσης ότι οι κινεζικές μεταλλευτικές εταιρείες έκαναν σημαντική πρόοδο με τη μέθοδο HPAL και ότι είναι καλές στην επεξεργασία των μεταλλευμάτων.
«Ενα κλασικό παράδειγμα είναι το πόσο γρήγορα οι Κινέζοι προχώρησαν τα έργα του ινδονησιακού νικελίου, χρησιμοποιώντας μια τεχνολογία που είχε βεβαρημένο ιστορικό» λέει ο William Adams, επικεφαλής των ερευνών για τον τομέα των βασικών μετάλλων στην εταιρεία ερευνών Fastmarkets.
Η επιτυχία της Κίνας αναμόρφωσε τον κλάδο. Εφερε στην αγορά σημαντικά νέα αποθέματα και επιτάχυνε την πτώση των τιμών στο νικέλιο και το κοβάλτιο, εκτοπίζοντας τους δυτικούς ανταγωνιστές. Το ποσοστό των παγκόσμιων αποθεμάτων νικελίου που επεξεργάζονται εταιρείες στην Κίνα ή κινεζικές εταιρείες στο εξωτερικό αυξήθηκε από 34% το 2015 σε 58% φέτος, σύμφωνα με την Benchmark Mineral Intelligence.
Στο μεταξύ, μεταλλεία νικελίου και κοβαλτίου στην Αυστραλία, στη γαλλική Νέα Καληδονία, στη Βραζιλία και στις ΗΠΑ έχουν κλείσει ή κλείνουν, αδυνατώντας να ανταγωνιστούν τα κινεζικά μεταλλεύματα χαμηλού κόστους. Η αυστραλιανή εταιρεία εξόρυξης BHP ανακοίνωσε τον Ιούλιο ότι θα περιορίσει τις δραστηριότητές της που σχετίζονται με το νικέλιο στη Δυτική Αυστραλία, καθώς αναμένει ότι το φθηνό νικέλιο θα συνεχίσει να κατακλύζει την αγορά. Η γερμανική χημική βιομηχανία BASF και η γαλλική μεταλλευτική Eramet, που υπέγραψαν μια συμφωνία το 2020 με σκοπό την κατασκευή μιας μονάδας HPAL στην Ανατολική Ινδονησία, ματαίωσαν φέτος το σχέδιό τους. «Η παγκόσμια αγορά νικελίου έχει αλλάξει σημαντικά» σχολίασε η γερμανική εταιρεία.