Η νέα κυβέρνηση των Εργατικών στο Ηνωμένο Βασίλειο παρουσίασε το σχέδιό της για να βγάλει τη χώρα από σειρά ετών ισχνής ανάπτυξης: περισσότεροι φόροι και μεγαλύτερο κράτος.

Απευθυνόμενη στη Βουλή την Τετάρτη, η υπουργός Οικονομικών Ρέιτσελ Ριβς είπε ότι η κυβέρνησή της θα αυξήσει τους φόρους κατά 40 δισ. λίρες, που ισοδυναμούν με €47,4 δισ. – από τις μεγαλύτερες αυξήσεις φόρων των τελευταίων 30 ετών – και θα δανειστεί δισεκατομμύρια τα επόμενα χρόνια για να επενδύσει στις υποδομές της χώρας.

Οι Εργατικοί ποντάρουν στο ότι μια ένεση κρατικών κεφαλαίων μπορεί να βάλει τέλος σε μια δεκαετία αδύναμης ανάπτυξης πυροδοτώντας επιχειρηματικές επενδύσεις ενώ τα επιπλέον έσοδα από τους φόρους θα χρησιμοποιούνται για να βελτιωθούν οι δημόσιες παροχές. «Ο μόνος τρόπος για να πάρει μπροστά η οικονομική ανάπτυξη είναι επενδύσεις, επενδύσεις, επενδύσεις» είπε, δεσμευόμενη να αυξήσει τα επενδυτικά κεφάλαια κατά 100 δισ. λίρες (€118,5 δισ.) την επόμενη πενταετία.

Το υψηλότερο επίπεδο

Η στροφή αυτή σηματοδοτεί την περαιτέρω απομάκρυνση του Ηνωμένου Βασιλείου από το μικρότερο κράτος προς πιο ευρωπαϊκά επίπεδα κρατικών δαπανών. Σηματοδοτεί επίσης και μια αλλαγή τόνου: οι προηγούμενες Συντηρητικές κυβερνήσεις κατέληξαν να αυξήσουν τους φόρους για να κρατήσουν σταθερά τα δημόσια οικονομικά, αλλά υπόσχονταν ότι στο μέλλον θα τους μείωναν. Οι Εργατικοί υποδεικνύουν ότι οι φόροι μάλλον θα παραμείνουν. Οι φόροι ως μερίδιο της βρετανικής οικονομίας θα αυξηθούν τα ερχόμενα χρόνια στο υψηλότερο επίπεδο από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η πολιτική αυτή εμπεριέχει ρίσκο. Επιχειρηματικές οργανώσεις προειδοποιούν ότι οι υψηλότεροι φόροι, που σε μεγάλο βαθμό πέφτουν στους ώμους των εργοδοτών, θα μπορούσαν να αποθαρρύνουν τις προσλήψεις και τις επενδύσεις.

Οι οικονομολόγοι δεν αναμένουν μεγάλη επίπτωση στην ανάπτυξη, εκτός αν αυξηθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις. Μια ανεξάρτητη αρχή για τον προϋπολογισμό, το Γραφείο Υπευθυνότητας Προϋπολογισμού, ανακοίνωσε την Τετάρτη ότι η βρετανική οικονομία θα έχει ανάπτυξη 1,1% το 2024 και 2% το 2025. Η ανάπτυξη θα παραμείνει κάτω του 2% ως το 2029, πρόσθεσε.

Ωρα για ρεαλισμό

Αφότου πήρε την εξουσία τον Ιούλιο, η κυβέρνηση των Εργατικών υποστηρίζει ότι ήρθε ο καιρός για ρεαλισμό σχετικά με την κλίμακα της χρηματοδότησης που απαιτείται για να διατηρηθεί το βρετανικό κράτος πρόνοιας ενώ παράλληλα διαχειρίζεται έναν γηρασκόμενο πληθυσμό και αυξανόμενες απαιτήσεις για σημαντικές δαπάνες στην υγεία και στην άμυνα. Η προηγούμενη Συντηρητική κυβέρνηση είχε προβλέψει σαρωτικές περικοπές στις δημόσιες υπηρεσίες τα επόμενα χρόνια για να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό.  Αντί να προχωρήσει με τις περικοπές, η Ριβς αύξησε τους φόρους. «Κάθε υπεύθυνος υπουργός Οικονομικών θα αναγκαζόταν να πάρει δύσκολες αποφάσεις σήμερα ώστε να συγκεντρώσει τα έσοδα που απαιτούνται για να χρηματοδοτηθούν οι δημόσιες παροχές μας» δήλωσε.

Η αύξηση στη φορολογία που ανακοινώθηκε την Τετάρτη είναι υπολογισμένη έτσι ώστε να προσγειωθεί κυρίως στις επιχειρήσεις και στους πλούσιους. Θα υπάρξει πρόσθετη επιβάρυνση στις εργοδοτικές εισφορές που πληρώνουν οι επιχειρήσεις για να συγκεντρωθούν 25 δισ. λίρες ετησίως και αύξηση του φόρου στα κέρδη κεφαλαίου, τα οποία είναι κέρδη από πωλήσεις μετοχών. Αλλες αυξήσεις φόρων αφορούν τον φόρο κληρονομιάς, την αγορά δεύτερης κατοικίας και τα ιδιωτικά αεροπορικά ταξίδια. Το υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε επίσης ότι ο κατώτατος μισθός που καταβάλλεται στους εργαζομένους θα αυξηθεί το επόμενο έτος ταχύτερα από τον πληθωρισμό.

Η κληρονομιά

Η βρετανική στρατηγική πηγαίνει ενάντια στο ρεύμα στην Ευρώπη, όπου τα κράτη γενικώς σφίγγουν το ζωνάρι για να πληρώσουν τα χρόνια αυξημένων δαπανών λόγω της πανδημίας και της κρίσης στις τιμές της ενέργειας που προκλήθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Η κυβέρνηση της Γαλλίας ανακοίνωσε μεγάλες περικοπές δαπανών στον προϋπολογισμό του επόμενου έτους, ενώ η κυβέρνηση της Γερμανίας επίσης περικόπτει τις δαπάνες παρά το γεγονός ότι έχει πολύ μικρότερο χρέος από τους εταίρους της. Στις ΗΠΑ, η κυβέρνηση επέλεξε να δανειστεί σε μεγάλη κλίμακα χωρίς να αυξήσει τους φόρους.

«Η κυριότερη κληρονομιά αυτού του προϋπολογισμού θα είναι η αύξηση του μεγέθους του κράτους» θεωρεί ο Αντριου Ουίσαρτ, οικονομολόγος της Berenberg Bank. «Αυτό θα επιλύσει τη μακροχρόνια ένταση μεταξύ της επιθυμίας του Ηνωμένου Βασιλείου για ευρωπαϊκή ευημερία και κρατικές παροχές σε συνδυασμό με αμερικανικούς φορολογικούς συντελεστές».

Η Ριβς δήλωσε ότι ο δανεισμός θα συμβάλει στη χρηματοδότηση της μακροχρόνιας βιομηχανικής πολιτικής των Εργατικών, η οποία, σύμφωνα με την υπουργό, θα βοηθήσει να σπάσει ένας κύκλος που βασανίζει ευρωπαϊκές κυβερνήσεις: αργή ανάπτυξη η οποία αφήνει τις κυβερνήσεις χωρίς τα χρήματα που χρειάζονται για να διατηρήσουν τις δημόσιες υπηρεσίες.

Ανησυχίες

Η κυβέρνηση ανησυχεί για μια επανάληψη του 2022, όταν η λίρα κατέρρευσε αφού η τότε πρωθυπουργός Λιζ Τρας αποφάσισε φορολογικές περικοπές σε συνδυασμό με μεγάλο δανεισμό. Η Τρας βρέθηκε εκτός Ντάουνινγκ Στριτ μέσα σε λίγες εβδομάδες. Οι οικονομολόγοι θεωρούν ότι τα χαμηλά επίπεδα δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων αποτελούν σημαντικό παράγοντα της χαμηλής ανάπτυξης.

Μεγάλο μέρος της οικονομικής ανάπτυξης τα τελευταία 16 χρόνια προήλθε από την προσθήκη περισσότερων εργαζομένων, μέσω της μετανάστευσης, αντί να γίνουν οι υπάρχοντες εργαζόμενοι πιο παραγωγικοί. Η παραγωγή του Ηνωμένου Βασιλείου ανά άτομο αυξήθηκε κατά μόλις 5,6% μεταξύ 2007 και 2023, σε σύγκριση με 20% στις ΗΠΑ.

Το Ηνωμένο Βασίλειο επενδύει εδώ και καιρό λιγότερα από τους συμμάχους του, αφιερώνοντας μόνο το 17,8% της οικονομικής παραγωγής σε επενδύσεις το τρίμηνο Ιούλιος-Σεπτέμβριος, έναντι 21,3% στις ΗΠΑ και 24,7% στην Ιαπωνία.

Οποιαδήποτε προσπάθεια της κυβέρνησης να αυξήσει τις δημόσιες επενδύσεις, χωρίς να δημιουργήσει κίνητρα στον ιδιωτικό τομέα για να επενδύσει, πιθανότατα θα αποτύχει στην τόνωση της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης, λένε οι οικονομολόγοι.

Ο νέος κανόνας

Για να επιτραπεί ο επιπλέον δανεισμός, η Ριβς καταργεί τους προηγούμενους κανόνες δανεισμού της κυβέρνησης και για να κατευνάσει τα νεύρα των επενδυτών, η κυβέρνηση ανακοίνωσε έναν νέο κανόνα: ότι ο δανεισμός δεν θα καλύπτει τις καθημερινές δαπάνες του κράτους.

Το βρετανικό κράτος είναι πολύ μικρότερο από τους ευρωπαίους γείτονές του αλλά τα τελευταία χρόνια επεκτείνεται με γρήγορους ρυθμούς.  Το 2022, την πιο πρόσφατη χρονιά για την οποία υπάρχουν στοιχεία, τα φορολογικά έσοδα της βρετανικής κυβέρνησης ανήλθαν στο 35,3% του ΑΕΠ, εμφανώς χαμηλότερα από το 39,3% της γερμανικής και το 46,1% της γαλλικής. Στις ΗΠΑ, τα φορολογικά έσοδα ισοδυναμούν με 27,7% του ΑΕΠ.

Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η βρετανική οικονομία ήταν μόλις 2,9% μεγαλύτερη το τρίμηνο Απριλίου-Ιουνίου απ’ όσο πριν την πανδημία του κορωνοϊού, έχοντας μείνει πολύ πίσω από την ανάπτυξη 10,7% που καταγράφηκε στις ΗΠΑ την ίδια περίοδο. Ανάμεσα στους εταίρους του Ηνωμένου Βασιλείου στην ομάδα κρατών του G7, μόνο η Γερμανία είχε πιο αδύναμη ανάκαμψη.