Στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη θα άρεσε πάρα πολύ να μειώσουν την εξάρτησή τους από την Κίνα σε ό,τι αφορά τις σπάνιες γαίες. Εμπόδιο στη φιλοδοξία τους αυτή αποτελούν οι χαμηλές τιμές και η πρόθεση του Πεκίνου να ασκήσει την επιρροή του ώστε η συγκεκριμένη αγορά να μείνει σε χαμηλά επίπεδα.
Οι τιμές των σπάνιων γαιών κατρακύλησαν εφέτος και τώρα κινούνται σχεδόν σε χαμηλά τριετίας. Η σποτ τιμή του νεοδυμίου-πρασεοδυμίου, του ασημόγκριζου κράματος που έχει το μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους σε αυτή την αγορά, έχει υποχωρήσει κατά σχεδόν 20% από τις αρχές Ιανουαρίου φτάνοντας τα 50.000 δολάρια ανά μετρικό τόνο, σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας παροχής δεδομένων Argus Media. Αλλες σπάνιες γαίες παρουσιάζουν ακόμη μεγαλύτερες απώλειες.
Πού χρησιμοποιούνται
Σήμερα αυτά τα εξειδικευμένα ορυκτά χρησιμοποιούνται κυρίως σε μόνιμους μαγνήτες για διάφορες οικιακές συσκευές, όπως τηλεοράσεις, ψυγεία και ακουστικά. Ωστόσο, οι μαγνήτες χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο στους κινητήρες ηλεκτρικών οχημάτων, ανεμογεννητριών και ρομπότ. Σύμφωνα με την Adamas Intelligence, μια συμβουλευτική που εστιάζει σε στρατηγικά μέταλλα και ορυκτά, έως το 2030 τα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας αυτού του είδους αναμένεται να αντιπροσωπεύουν τα 2/3 σχεδόν της ζήτησης για μόνιμους μαγνήτες νεοδυμίου.
Ωστόσο, παρά την εκτίμηση για αύξηση της ζήτησης λόγω της ενεργειακής μετάβασης, οι τιμές των σπάνιων γαιών είναι σε καθοδική πορεία από τις αρχές του 2022.
Η υπερπροσφορά από πλευράς της Κίνας είναι το ένα πρόβλημα. Τα προηγούμενα χρόνια το Πεκίνο αύξησε την παραγωγή σπάνιων γαιών χρησιμοποιώντας ποσοστώσεις εξόρυξης και άφησε τη βιομηχανία να απορροφήσει το πλεόνασμα της παραγωγής. Στην πρώτη της ποσόστωση για το 2024 η Κίνα έδωσε εντολή στα κρατικά ορυχεία να παραγάγουν 135.000 μετρικούς τόνους σπάνιων γαιών, ποσότητα που αντιστοιχεί σε αύξηση κατά 13% έναντι της αντίστοιχης ποσόστωσης του 2023, σύμφωνα με τη Fastmarkets, μια άλλη εταιρεία παροχής δεδομένων.
Παράλληλα, η ζήτηση για σπάνιες γαίες δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες. Η αγορά μόνιμων μαγνητών στηρίζεται στη δύναμη της κινεζικής οικονομίας, η οποία αντιμετωπίζει μια συνεχιζόμενη βαθιά ύφεση στην αγορά ακινήτων. Σύμφωνα με στοιχεία του Ιουνίου, εξάλλου, ο κινεζικός μεταποιητικός τομέας συρρικνώθηκε για δεύτερο συνεχόμενο μήνα, ενώ οι πωλήσεις ηλεκτρικών οχημάτων έχουν επιβραδυνθεί παγκοσμίως, εν μέσω ασταθούς καταναλωτικού κλίματος.
Στρατηγική
Η κινεζική υπερπαραγωγή, με την ολοένα και μεγαλύτερη αρνητική της επιρροή στα κέρδη του κλάδου, έχει νόημα μόνο ως μέρος μιας ευρύτερης οικονομικής στρατηγικής. Η χώρα παράγει περίπου το 60% των ορυκτών σπάνιων γαιών παγκοσμίως. Τα τελευταία χρόνια αύξησε τον έλεγχό της και στο σύνολο της εφοδιαστικής αλυσίδας των μαγνητών: Ελέγχει το 91% των δραστηριοτήτων διύλισης, το 87% του διαχωρισμού οξειδίων και το 94% της παραγωγής μαγνητών, σύμφωνα με το Κέντρο Μελετών Ευρωπαϊκής Πολιτικής. Αυτό της επιτρέπει να επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τις εξελίξεις στις τιμές των σπάνιων γαιών.
Σύμφωνα με μια θεωρία, η Κίνα ώθησε εσκεμμένα τις τιμές χαμηλότερα για να στηρίξει τις δικές της επιχειρήσεις στον χώρο της πράσινης ενέργειας. Η χώρα είναι διατεθειμένη να αναλάβει τις περισσότερες ζημιές σε τμήματα της αλυσίδας αξίας ώστε να υποστηρίξει τις φιλοδοξίες της αναφορικά με επόμενα στάδια της αλυσίδας αυτής, όπως είναι η εξαγωγή ηλεκτρικών οχημάτων στις διεθνείς αγορές, λέει ο Ryan Castilloux, διευθύνων σύμβουλος της Adamas Intelligence. Η αγορά του λιθίου, βασικού συστατικού για τις μπαταρίες ηλεκτρικών οχημάτων, είναι μια ακόμη αγορά την οποία η Κίνα κατηγορείται ότι κρατά σε ύφεση με ασύμφορες δραστηριότητες εξόρυξης.
Ενα πιο κυνικό επιχείρημα είναι ότι η κινεζική υπερπαραγωγή έχει στόχο να παρεμποδίσει τις προσπάθειες ανάπτυξης εναλλακτικών πηγών εφοδιασμού. Οι χαμηλές τιμές των σπάνιων γαιών έχουν συμπιέσει τα περιθώρια για τους παραγωγούς στη Δύση. Οι μετοχές της MP Materials και της Lynas Rare Earths, των δύο μεγαλύτερων εταιρειών εξόρυξης σπάνιων γαιών εκτός Κίνας, έχουν υποχωρήσει κατά περίπου 37% και 11% αντίστοιχα το τελευταίο έτος.
Υπάρχει ιστορικό προηγούμενο για τη στρατηγική αυτού του είδους στη γεωπολιτικά ευαίσθητη αγορά ενέργειας. Το 2014, ο ΟPEC επέτρεψε στις τιμές του πετρελαίου να κάνουν βουτιά από το επίπεδο υπεράνω των 100 δολαρίων το βαρέλι, σε επίπεδο χαμηλότερο από 30 δολάρια ανά βαρέλι δύο χρόνια αργότερα, σε μια προφανή προσπάθεια να θέσει εκτός αγοράς τους αμερικανούς παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου και αερίου.
Το Πεκίνο φαίνεται ότι θέλει να διατηρήσει τον έλεγχό του στις σπάνιες γαίες. Στα τέλη Ιουνίου, η κινεζική κυβέρνηση αποκάλυψε μια νέα δέσμη κανονισμών που ενίσχυσε τον έλεγχό της επί της εγχώριας παραγωγής. Αυτό ήρθε σε συνέχεια της περσινής απαγόρευσης που επιβλήθηκε στις εξαγωγές τεχνολογίας για την επεξεργασία των σπάνιων γαιών.
Η Κίνα εξάλλου δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει την κυριαρχία της στις αλυσίδες εφοδιασμού για να ασκήσει πολιτικές πιέσεις. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι οι κινήσεις που έκανε το 2023 για να περιορίσει τις εξαγωγές γαλλίου και γερμανίου, που χρησιμοποιούνται στα ηλεκτρονικά και στις οπτικές ίνες, και κάποιων προϊόντων γραφίτη, που χρησιμοποιούνται στις μπαταρίες ηλεκτρικών οχημάτων.
Η κατάσταση αυτή προβληματίζει εδώ και καιρό τους πολιτικούς στη Δύση. Οι ΗΠΑ, η ΕΕ, η Μ. Βρετανία, ο Καναδάς και η Αυστραλία έχουν όλες καταστρώσει στρατηγικά σχέδια για τα «κρίσιμα ορυκτά». Η κυβέρνηση Μπάιντεν θέσπισε νέες επιδοτήσεις για την εξόρυξη και την επεξεργασία τους ως μέρος του Νόμου για τη Μείωση του Πληθωρισμού του 2022, και τον Μάιο επέκτεινε τους δασμούς που είχαν τεθεί επί Τραμπ για τους μόνιμους μαγνήτες, ενώ ένας ακόμη δασμός 25% πρόκειται να τεθεί σε ισχύ το 2026.
Αν θέλει να κατορθώσει να περιορίσει τον κινεζικό έλεγχο στις σπάνιες γαίες, η Δύση θα πρέπει να εφαρμόσει τις ίδιες τακτικές με την Κίνα: μη κερδοφόρα παραγωγή και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Διαφορετικά, θα συνεχίσει να σοβεί ο κίνδυνος να κλείσει τις στρόφιγγες το Πεκίνο, αποσκοπώντας σε γεωπολιτικά οφέλη.