Σιγκαπούρη
Κινέζοι αξιωματούχοι καταρτίζουν λίστα με αμερικανικές τεχνολογικές εταιρείες που μπορούν να αποτελέσουν στόχο για έρευνες περί αντιμονοπωλιακών πρακτικών και άλλων ρυθμιστικών εργαλείων, ελπίζοντας να επηρεάσουν τα κορυφαία στελέχη του τεχνολογικού τομέα, τα οποία διατηρούν ισχυρή παρουσία στον κύκλο επιρροής του προέδρου Τραμπ.
Σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν τη στρατηγική του Πεκίνου, ο στόχος είναι να συγκεντρώσουν όσο το δυνατόν περισσότερα «διαπραγματευτικά χαρτιά» για τις επικείμενες συνομιλίες με την κυβέρνηση Τραμπ σχετικά με τις σχέσεις ΗΠΑ – Κίνας, συμπεριλαμβανομένων των δασμών που έχει επιβάλει ο Τραμπ στα κινεζικά προϊόντα.
Παραβιάσεις
Το Πεκίνο έχει ήδη ανακοινώσει ότι διερευνά την Nvidia και την Google για φερόμενες παραβιάσεις των αντιμονοπωλιακών κανόνων. Στις αμερικανικές εταιρείες που βρίσκονται στο στόχαστρο συγκαταλέγονται επίσης η Apple, η Broadcom (εταιρεία τεχνολογίας της Silicon Valley) και η Synopsys, εταιρεία που ειδικεύεται σε λογισμικό σχεδιασμού ημιαγωγών, η οποία αναμένει έγκριση από το Πεκίνο για εξαγορά ύψους 35 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η Κίνα χρειάζεται κάθε μορφή διαπραγματευτικής δύναμης για να αντεπεξέλθει στην πίεση των ΗΠΑ, και το αντιμονοπωλιακό δίκαιο είναι ένα από τα πιο χρήσιμα εργαλεία, δήλωσε ο Tom Nunlist, ειδικός πολιτικής τεχνολογίας στη συμβουλευτική εταιρεία Trivium China.
«Η Κίνα συγκεντρώνει «μάρκες» για το διαπραγματευτικό τραπέζι» πρόσθεσε ο Nunlist, παρομοιάζοντας τη διαμάχη με παρτίδα πόκερ.
Κίνδυνοι
Η στρατηγική αυτή εγκυμονεί κινδύνους. Οι αμερικανικές εταιρείες έχουν γίνει πιο επιφυλακτικές σε σχέση με την πρώτη θητεία του Τραμπ, και οι απειλές ενδέχεται να αποθαρρύνουν τις επενδύσεις στην Κίνα, ακριβώς τη στιγμή που το Πεκίνο τις χρειάζεται περισσότερο.
Τα τελευταία χρόνια, η Κίνα έχει εμπλουτίσει τα ρυθμιστικά της εργαλεία, αντλώντας μαθήματα από τις πρακτικές των ΗΠΑ. Το 2020 δημιούργησε μια «λίστα αναξιόπιστων οντοτήτων», ακολουθώντας το παράδειγμα των ΗΠΑ που είχαν αποκλείσει τη Huawei από συναλλαγές με Αμερικανούς. Το 2022, η Κίνα τροποποίησε τη νομοθεσία περί ανταγωνισμού για να αυστηροποιήσει τους κανόνες για μονοπωλιακές συγχωνεύσεις. Κινέζοι αξιωματούχοι στοχεύουν να προσελκύσουν την προσοχή ανθρώπων που βρίσκονται στον κύκλο του Τραμπ, όπως είναι ο Sundar Pichai της Google και ο Tim Cook της Apple. Αμέσως μετά την επιβολή πρόσθετου 10% δασμού από τις ΗΠΑ σε κινεζικά προϊόντα την Τρίτη, η Κίνα ανακοίνωσε ότι ξεκίνησε έρευνα κατά της Google για αντιμονοπωλιακές πρακτικές.
Το Πεκίνο ενοχλήθηκε σφόδρα το 2019, όταν η Google, συμμορφούμενη με τους αμερικανικούς κανονισμούς, περιόρισε τη Huawei από τη χρήση του λειτουργικού Android για κινητές συσκευές.
Οι ημιαγωγοί
Αλλη περίπτωση αντιποίνων ήρθε τον Δεκέμβριο, όταν η κυβέρνηση Μπάιντεν ενίσχυσε τους περιορισμούς πρόσβασης της Κίνας σε προηγμένους ημιαγωγούς. Μία εβδομάδα αργότερα, η Κίνα ανακοίνωσε ότι ξεκίνησε έρευνα για την Nvidia σχετικά με μια συγχώνευση του 2019.
Η έρευνα επικεντρώνεται στο κατά πόσο η Nvidia έκανε διακρίσεις σε βάρος των κινεζικών εταιρειών όταν διέκοψε την πώληση ορισμένων προϊόντων.
Η Apple βρίσκεται σε αντιπαράθεση με κινεζικές τεχνολογικές εταιρείες λόγω της πολιτικής της να λαμβάνει προμήθεια από αγορές εντός εφαρμογών. Εταιρείες όπως η Tencent και η ByteDance έχουν παραπονεθεί για αθέμιτες πρακτικές στο App Store. Αν και οι κινεζικές ρυθμιστικές αρχές αρχικά κρατούσαν ουδέτερη στάση, τις τελευταίες εβδομάδες έχουν εντείνει τον έλεγχο. Ορισμένοι αξιωματούχοι θεωρούν ότι οι χρεώσεις της Apple στην Κίνα είναι υπερβολικά υψηλές και ότι οι κανόνες πληρωμών στο App Store περιορίζουν τον ανταγωνισμό. Ως εκ τούτου, το Πεκίνο βλέπει την Apple ως ένα ακόμα διαπραγματευτικό χαρτί. Οι διεθνείς συγχωνεύσεις χρειάζονται έγκριση από ρυθμιστικές αρχές διαφόρων χωρών, και μια απόρριψη από την Κίνα μπορεί να τις ακυρώσει. Το 2018, η Qualcomm ακύρωσε την εξαγορά της NXP Semiconductors, καθώς δεν έλαβε την έγκριση της Κίνας.
Το 2022, η εξαγορά της VMware από την Broadcom για 61 δισεκατομμύρια δολάρια ήταν αβέβαιη έως ότου ο Μπάιντεν και ο Σι Τζινπίνγκ συμφώνησαν να αποκλιμακώσουν τις εντάσεις. Λίγο μετά, η Κίνα ενέκρινε τη συμφωνία με όρους που απαιτούσαν την εξασφάλιση προμήθειας προς κινέζους πελάτες.
Η Κίνα επιβάλλει αυστηρότερους όρους στις συγχωνεύσεις, κάτι που σημαίνει ότι οι εταιρείες παραμένουν ευάλωτες ακόμη και μετά την ολοκλήρωση των συμφωνιών.