Τα ζευγάρια αρχίζουν και πάλι να μετακομίζουν για να εξασφαλίσουν καλύτερες ευκαιρίες εργασίας. Είναι πιο πιθανό να προχωρήσουν σε μια τέτοια κίνηση όταν εμφανίζεται η ευκαιρία να αυξηθούν οι αποδοχές του άνδρα. Οι αποδοχές των ανδρών αυξάνονται κατά 5% έως 10% ύστερα από μια μετακόμιση, ενώ οι αποδοχές των γυναικών τείνουν να παραμένουν στάσιμες, σύμφωνα με μια μελέτη του Σεπτεμβρίου που πραγματοποιήθηκε σε ζευγάρια διαφορετικού φύλου με επικεφαλής την οικονομολόγο Σίμα Τζαγιαχαντράν του Πανεπιστημίου Πρίνστον. Η μελέτη διαπιστώνει ότι είναι πιο πιθανό να προχωρήσουν σε αυτή τη μετεγκατάσταση για να βελτιώσουν τις αποδοχές του άνδρα – ακόμη και σε περιπτώσεις όπου η καριέρα της γυναίκας μπορεί να ωφεληθεί περισσότερο από τη μετακόμιση.
Η μείωση της ζήτησης στην αγορά εργασίας κάνει πιο δύσκολη τη συζήτηση γύρω από το οικογενειακό τραπέζι για το ενδεχόμενο μιας μετακόμισης. «Υπάρχει ψυχολογική πίεση να είσαι υποστηρικτική ως σύζυγος» λέει η Ενριετ Γιόνσεν, η οποία αναγκάστηκε να ξεκινήσει από την αρχή την καριέρα της όταν μετακόμισε από τη Δανία στην Αγγλία για τη δουλειά του συζύγου της στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Το τίμημα της μετεγκατάστασης για τις γυναίκες σπανίως λαμβάνεται υπ’ όψιν ως αιτιολογικός παράγοντας για τις χαμηλότερες αμοιβές των γυναικών σε σχέση με τις αμοιβές των ανδρών.
Ενώ σήμερα οι γυναίκες που εργάζονται είναι περισσότερες από ποτέ, ένας από τους λόγους που μένουν πίσω επαγγελματικά είναι κάποιες αποφάσεις που λαμβάνονται στο πλαίσιο της οικογένειας. «Η ανισορροπία αυτή είναι ένας κρυφός παράγοντας που εμποδίζει τις γυναίκες να προοδεύσουν τόσο γρήγορα όσο οι άνδρες στην καριέρα τους» λέει η Τζαγιαχαντράν. «Πηγάζει κυρίως από τις οικογενειακές αποφάσεις και λιγότερο από τις προκαταλήψεις στον χώρο εργασίας».
Η Σάνικα Μπόιντ αναγκάστηκε να δεχθεί μείωση αποδοχών κατά 10.000 δολάρια όταν μετακόμισε από τη Βόρεια Βιρτζίνια στο Μαϊάμι για την καινούργια δουλειά του συζύγου της σε μια αεροπορική εταιρεία. Παρ’ όλο που εκείνος σχεδόν διπλασίασε τον μισθό του, η ίδια συμβιβάστηκε με μια δουλειά στον χώρο του μάρκετινγκ σχεδόν πανομοιότυπη με αυτή που είχε στη Βιρτζίνια. Αποδείχθηκε ότι η αλλαγή δεν ήταν επωφελής και για τους δύο, όπως είχε φανταστεί.
Η εξέλιξη της καριέρας της ανακόπηκε και ύστερα από τρία χρόνια χωρίς πιθανότητα προαγωγής επέστρεψε στη Βιρτζίνια με τον γιο της. «Αν είχα μείνει, η καριέρα μου δεν θα είχε ανακάμψει ποτέ» είπε. Ο σύζυγός της, ο οποίος είχε δωρεάν πτήσεις λόγω της δουλειάς του, πηγαινοερχόταν. Η ίδια έκανε δύο δουλειές για να αποκτήσει εμπειρία που τη βοήθησε να αναπληρώσει τον χαμένο χρόνο. Πριν από λίγο καιρό ο σύζυγός της συνταξιοδοτήθηκε και επέστρεψε στη Βιρτζίνια.
Αυξάνονται οι μετεγκαταστάσεις
Ο αριθμός των μετεγκαταστάσεων για επαγγελματικούς λόγους μειωνόταν επί χρόνια, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οπότε πολλοί εργάζονταν εξ αποστάσεως. Ισως όμως η τάση αυτή να έχει αρχίσει να αντιστρέφεται. Το ποσοστό των ατόμων που μετακομίζουν για επαγγελματικούς λόγους αυξήθηκε τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2024, μετά το χαμηλό ρεκόρ που σημείωσε πέρυσι, σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας Challenger, Gray & Christmas, η οποία ειδικεύεται στην επανατοποθέτηση στην αγορά εργασίας. Η εταιρεία αναμένει ότι οι μετεγκαταστάσεις θα συνεχίσουν να αυξάνονται σε όλα τα μισθολογικά επίπεδα, καθώς περιορίζεται η πλήρως εξ αποστάσεως εργασία.
Το ποσοστό των καταχωρίσεων στον ιστότοπο εύρεσης εργασίας Indeed, που περιλαμβάνουν όρους εξ αποστάσεως ή υβριδικής απασχόλησης, κορυφώθηκε στις αρχές του 2022 φτάνοντας στο 10,4%, αλλά έκτοτε μειώθηκε στο 7,8% στα τέλη Σεπτεμβρίου. Οι αγγελίες για θέσεις εξ αποστάσεως απασχόλησης σε τομείς όπως τα χρηματοοικονομικά, η εκπαίδευση και η δημόσια διοίκηση έχουν μειωθεί, σύμφωνα με το ZipRecruiter. Περίπου το 26% των ανδρών και το 15% των γυναικών που βρήκαν νέες θέσεις εργασίας δήλωσαν ότι χρειάστηκε να μετακομίσουν, σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη στις αρχές του έτους από το ZipRecruiter.
Σε ορισμένους κλάδους οι συχνές μετακινήσεις είναι ο κανόνας. Οι οικογένειες των στρατιωτικών συνήθως μετακομίζουν κάθε λίγα χρόνια, γεγονός που μπορεί να διαταράξει τη σταδιοδρομία του άλλου μέλους του ζευγαριού που δεν είναι στρατιωτικός. Η Κάθριν Ζαμ, η οποία απασχολούνταν σε προγράμματα και υπηρεσίες για ηλικιωμένους, είδε τον μισθό της να μειώνεται κατά 30% τουλάχιστον όταν μετακόμισε από την Ουάσιγκτον στο Σαν Ντιέγκο το 2015 λόγω της μετάθεσης του στρατιωτικού συζύγου της.
Για να μείνει εντός του ανταγωνισμού, απέκτησε επαγγελματική πιστοποίηση ως συνήγορος μακροχρόνιας φροντίδας και εργάστηκε εθελοντικά, υπερασπιζόμενη τα δικαιώματα και την ευημερία των ενοίκων σε οίκους ευγηρίας. Η εμπειρία αυτή τη βοήθησε να εξασφαλίσει μια θέση εργασίας με σημαντική αύξηση όταν αργότερα μετακόμισαν στο Σικάγο. «Μπορούσα να πω «έχω ασχοληθεί με αυτό ως εθελόντρια», και αυτό μου έδινε πλεονέκτημα» είπε. Οταν το ζευγάρι μετακόμισε ξανά στο Σαν Ντιέγκο το 2021, ο εργοδότης της στο Σικάγο της επέτρεψε να εργάζεται εξ αποστάσεως. Τώρα η ίδια και η οικογένειά της έχουν επιστρέψει στην Ουάσιγκτον. Της πήρε σχεδόν πέντε χρόνια για να φτάσει και πάλι στον μισθό που έπαιρνε το 2015 στην Ουάσιγκτον.
«Πάντα λέγαμε ότι θα επενδύαμε στην καριέρα του μέχρι να μπορέσει να βγει στη σύνταξη και μετά θα επικεντρωνόμασταν στη δική μου» πρόσθεσε. Μπορεί να κάνει αίτηση για συνταξιοδότηση σε τέσσερα χρόνια.
Αυτό το μοτίβο απώλειας αποδοχών είναι σύνηθες για τις γυναίκες, οι οποίες μετακινούνται συχνότερα για τη δουλειά του συντρόφου τους, σύμφωνα με τον Τζέρεμι Μπουρκ, κύριο οικονομολόγο στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας. Στη μελέτη του για τις οικογένειες στρατιωτικών το 2018 διαπίστωσε ότι οι σύζυγοι που δεν είναι και οι ίδιες στρατιωτικοί κατά κανόνα αντιμετωπίζουν μείωση των αποδοχών τους κατά 15% ύστερα από μια μετακόμιση, με τις απώλειες να διατηρούνται για τουλάχιστον δύο χρόνια. Η πτώση θα ήταν πιθανότατα μεγαλύτερη εάν η μελέτη συμπεριλάμβανε και τις συζύγους που εγκαταλείπουν εντελώς την εργασία.
Το 2023 οι γυναίκες έβγαζαν 84 σεντ για κάθε δολάριο που έβγαζε ένας άνδρας, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας. Αυτό το χάσμα μπορεί να αυτοτροφοδοτείται από τις αποφάσεις για μετεγκατάσταση, επειδή τα ζευγάρια συχνά δίνουν προτεραιότητα στον σύντροφο με τη δυνατότητα για υψηλότερες αποδοχές ή πιο άμεσες ευκαιρίες σταδιοδρομίας.
Το διαζύγιο
Η Γιόνσεν, η οποία μετακόμισε από τη Δανία στην Αγγλία το 2001, λέει ότι οι δυσκολίες της μετεγκατάστασης δεν αφορούσαν μόνο την ανατροπή της καριέρας της. Περίμενε ότι θα ζούσε μια συναρπαστική νέα περιπέτεια, αλλά δεν ήταν προετοιμασμένη για το πόσο απομονωμένη θα ένιωθε. Ενώ ο σύζυγός της είχε «έτοιμες» διασυνδέσεις μέσω της δουλειάς του, η ίδια έπρεπε να ξεκινήσει από το μηδέν.
Δεν μπόρεσε να μεταφέρει τα επαγγελματικά της δικαιώματα ως λογίστρια και δασκάλα και έτσι αποφάσισε να γίνει personal trainer. Ενώ οι αποδοχές του συζύγου της αυξήθηκαν, ο δικός της μισθός ήταν μόνο το ένα τέταρτο από όσα έπαιρνε πριν. Το συναισθηματικό κόστος της μετεγκατάστασης συνέβαλε στη διάλυση του γάμου της. Εχει πλέον επιστρέψει στη Δανία, όπου σήμερα εργάζεται ως ψυχοθεραπεύτρια με άτομα που μετακομίζουν στο εξωτερικό.
«Μπορεί να σου πάρει χρόνια για να συνειδητοποιήσεις ότι δεν είσαι απλώς σε διακοπές» είπε. «Το να βάζω τον εαυτό μου και την καριέρα μου σε δεύτερη μοίρα για πολύ καιρό εξελίχθηκε σε κρίση».