Μπορούμε να ξεκινήσουμε με τη μάλλον βάσιμη υπόθεση ότι όσοι πρόκειται να ψηφίσουν σήμερα για πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ κατά πάσα πιθανότητα θα ψήφιζαν ΣΥΡΙΖΑ αν σήμερα είχαμε βουλευτικές εκλογές. Αυτή η υπόθεση είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της διαδικασίας που γίνεται σήμερα από νωρίς το πρωί στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Γι’ αυτό ακριβώς οι ιθύνοντες άνοιξαν την εκλογή αρχηγού σε ψηφοφόρους και φίλους. Προσκαλούν τους ψηφοφόρους να διαλέξουν εκείνοι ποιον θέλουν για αρχηγό στο κόμμα τους και, κατ’ επέκταση, τι είδους αλλαγές θέλουν στο κόμμα τους, καθώς αυτά τα δύο είναι αλληλένδετα: οι ιδέες υπάρχουν μέσα από τον τρόπο που τις καταλαβαίνουν και τις βιώνουν οι άνθρωποι.
Να θυμίσω, επιπροσθέτως, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι αυτό που θα λέγαμε κλασική περίπτωση κόμματος αρχών. Ηταν το δημιούργημα της συγκόλλησης αντισυστημικών δυνάμεων, τόσο της Αριστεράς όσο και της Δεξιάς (αυτούς τους είχαν σε ειδικό παράρτημα που το ονόμαζαν ΑΝΕΛ), πάνω σε μια πολύ ιδιαίτερη και σπάνια ιστορική συγκυρία. Το συγκολλητικό στοιχείο του μορφώματος ήταν το επικοινωνιακό χάρισμα του Αλέξη Τσίπρα. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ χτίστηκε γύρω από την προσωπικότητα του ηγέτη του. Ομως οι συνθήκες σταδιακά άλλαζαν, η συγκυρία σιγά-σιγά παρήλθε, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν άλλαξε. Παρέμεινε η αντανάκλαση μιας παρελθούσης πραγματικότητος. Ακολούθησε η δεινή ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του καλοκαιριού και ο ιδρυτής του αποχώρησε. Αυτό που άφησε πίσω του ήταν σε μεγάλο βαθμό μια προσωποπαγής κατασκευή, γι’ αυτό και έχει σημασία η προσωπικότητα του αρχηγού.
Από την ώρα που συμφωνούμε με την αρχική μου υπόθεση, ότι όσοι ψηφίζουν για πρόεδρο στον ΣΥΡΙΖΑ είναι εκείνοι που θα ψήφιζαν ΣΥΡΙΖΑ στις βουλευτικές εκλογές, ειλικρινά δεν καταλαβαίνω ποιο είναι το πρόβλημα της παλιάς φρουράς του ΣΥΡΙΖΑ με τον Στέφανο Κασσελάκη. Τους έκανε μια χαρά για ένατος ή δέκατος στο Επικρατείας. Δεν είχαν κανένα πρόβλημα μαζί του, αντιθέτως ήταν απόδειξη νεωτερικότητας και ανοχής στη διαφορετικότητα. Τους έκανε, επίσης, ο Κασσελάκης και ως υποψήφιος για την αρχηγία, επειδή η υποψηφιότητά του τους φαινόταν ασθενέστερη και από εκείνη του Τζουμάκα. Επιπλέον, δεν επέβαλε κανείς άνωθεν στον ΣΥΡΙΖΑ την υποψηφιότητα του Κασσελάκη υπό την απειλή όπλων. Ούτε παραβιάστηκαν οι τύποι και οι κανόνες για χάρη της υποψηφιότητάς του. Ολα έγιναν κατά το πνεύμα και το γράμμα των σχετικών κανονισμών.
Ως εδώ δεν τους ενοχλεί ο Κασσελάκης· αν όμως τον επιλέξει ο κόσμος για αρχηγό, τότε δεν τους κάνει. Δικαίωμά τους, θα μου πείτε, διότι δικό τους είναι το κόμμα, δεν περιμένουν από εμένα ή οποιονδήποτε άλλον να τους πει τι θα κάνουν. Ας το έλεγαν όμως καθαρά από την αρχή! Ας έκαναν, δηλαδή, την εκλογή του διαδόχου μεταξύ τους και να ακολουθούσε μια πανηγυρική ανακοίνωση προς τον λαό. Ή, τέλος πάντων, αν σώνει και καλά ήθελαν τη συμμετοχή του κόσμου, για να προσλάβει η διαδικασία τον χαρακτήρα γιορτής (πάρτι) της δημοκρατίας, θα μπορούσαν να πουν ότι η ισχύς της ψήφου θα είναι συμβολική – κοινώς, δεν θα μετρήσει. Πάντως, δεν ήταν ανάγκη να προσκαλέσουν τον κόσμο να μετάσχει με την ψήφο του, εφόσον δεν συμφωνούν με τη γνώμη της πλειοψηφίας. Δεν φταίνε οι «χόι πολλόι», αν δεν αρέσει στα ιστορικά στελέχη του χώρου η αποδοχή του Κασσελάκη από τον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ. Πιθανότερο είναι κάτι να πηγαίνει στραβά με τους ίδιους, που δεν είχαν καν υποψιαστεί πόσο ξεπερασμένοι είναι από τη σύγχρονη πραγματικότητα.
Αυτό που προσάπτουν στην υποψηφιότητα Κασσελάκη οι επικριτές της είναι ότι έχει χαρακτήρα «μεταπολιτικό» ή «απολιτίκ». Αυτό που εννοούν, αλλά δεν τολμούν να πουν, είναι ότι το μεγαλύτερο κόμμα της Αριστεράς στην Ελλάδα πάει να επιλέξει αρχηγό ο οποίος δεν έχει σχέση με τον μαρξισμό και τις παραδόσεις τους. Αυτό είναι το ασύλληπτο για εκείνους: ένας κόσμος χωρίς Θεό. Ωστόσο, οι ψηφοφόροι δεν έχουν πρόβλημα με την απουσία του Θεού. Εκείνοι θέλουν το μεγάλο κόμμα της Αριστεράς ως ένα νέο ΠαΣοΚ, δηλαδή μια κεντροαριστερή απόχρωση του λαϊκισμού, με τον αναγκαίο ρεαλισμό για να συγκρατεί από εκτροχιασμούς, αλλά χωρίς αγκυλώσεις ιδεολογικές. Ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται για τον Μαρξ. Ετσι όπως καταντήσαμε, δεν ενδιαφέρεται καν για τους αδελφούς Μαρξ! Και αυτούς ακόμη τους έχει ξεχάσει…
Το συμπέρασμά μου είναι ότι ο Λένιν είχε δίκιο. Δεν μπορείς να περιμένεις πότε το προλεταριάτο ή ο λαός, όπως λέμε στην ορολογία της εποχής, θα κερδίσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, διότι έτσι προσχωρείς στην αστική δημοκρατία και τους κανόνες της. Προσχωρώ σημαίνει αποδέχομαι τον κανόνα ότι αποφασίζουν οι πολλοί με ελεύθερες εκλογές. Και με τις ρημάδες τις εκλογές ποτέ δεν ξέρεις τι να περιμένεις, καθώς οι άνθρωποι έχουν την τάση να ψηφίζουν αυτό που θέλουν, όχι εκείνο που κάποιοι τρίτοι, η υποτιθέμενη πρωτοπορία της τάξης τους, το αποφασίζουν για εκείνους. Δημοκρατία και σοσιαλισμός είναι έννοιες ασύμβατες. Συγγνώμη, αν σας στενοχωρώ, μας το διδάσκει η Ιστορία.