Κανείς, από όσους τουλάχιστον έχουν τη δυνατότητα του δημόσιου λόγου, δεν δηλώνει ικανοποιημένος με τα ψηφοδέλτια των ευρωεκλογών, που παρουσίασαν τα κόμματα και ιδίως τα δύο μεγαλύτερα, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ. Μοιάζουν με φρουτοσαλάτα από σελέμπριτις κάθε κατηγορίας, είναι αλήθεια, με τέτοια συγκέντρωση τηλεαστέρων, πανελιστών κ.ά.
Να θυμίσω όμως, σε όσους κλείνουν τη μυτούλα τους και στραβομουτσουνιάζουν, ότι ζούμε στη χώρα στην οποία ο κ. Προκόπης Παυλόπουλος είναι ακαδημαϊκός! Το θυμίζω, απλώς και μόνο για να έχουμε μια αίσθηση του μέτρου των πραγμάτων στον Υπαρκτού Ελληνισμού και να προσαρμόζουμε αναλόγως τις απαιτήσεις μας.
Ζητώ συγγνώμη, λοιπόν, που εγώ δεν θα μετάσχω στον θρήνο του Χορού για τη χαμένη ποιότητα των ψηφοδελτίων, νομίζω όμως ότι τόσο το ψηφοδέλτιο της ΝΔ όσο και εκείνο του ΣΥΡΙΖΑ είναι μια χαρά για την αποστολή στην οποία προορίζονται. Δεν λέω ότι είναι καλά ως προς την ποιότητα των προσώπων που τα συνθέτουν, λέω μόνο ότι είναι καλά για τη συγκεκριμένη μάχη την οποία θα δώσουν. Και ως μάρτυρα υπέρ της άποψής μου θα επικαλεστώ τον Κλάουζεβιτς.
Γράφει συγκεκριμένα ο μεγάλος πρώσος θεωρητικός της στρατηγικής, στο έργο του «Περί πολέμου», ότι «η πρώτη και υπέρτατη απόφαση που καλείται να λάβει ένας πολιτικός ή στρατιωτικός ηγέτης είναι να εξακριβώσει το είδος του πολέμου τον οποίο ξεκινά· ούτε να τον μπερδέψει ούτε να προσπαθήσει να τον μετατρέψει σε κάτι άλλο, διαφορετικό από τη φύση της αναμέτρησης που έχει μπροστά του. Αυτό είναι το ακρογωνιαίο στρατηγικό ζήτημα με τις πιο μακροπρόθεσμες συνέπειες». Αυτό που εννοεί ο Κλάουζεβιτς έχει ισχύ σε κάθε πεδίο ανθρώπινης δραστηριότητας: κατ’ αρχάς, ορίζουμε το πρόβλημα και προσέχουμε να το ορίσουμε σωστά.
Ας πάρουμε λοιπόν την οπτική γωνία του Κλάουζεβιτς και ας αναρωτηθούμε τι είδους εκλογές στ’ αλήθεια είναι αυτές που έχουμε τον Ιούνιο. Αν θέλουμε να είμαστε σοβαροί και να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι η ενασχόληση των κομμάτων με τα ευρωπαϊκά ζητήματα είναι προσχηματική, επιφανειακή και ρηχή.
Στην πραγματικότητα όλος ο αγώνας γίνεται για το ποιος θα τερματίσει πρώτος, ποιος δεύτερος κ.ο.κ. και με ποια ποσοστά. Μια αφορμή, δηλαδή, είναι οι ευρωεκλογές, ώστε είτε οι μεν να επιβεβαιώσουν είτε οι δε να αμφισβητήσουν το αποτέλεσμα των περσινών εθνικών εκλογών. Με άλλα λόγια, είναι δική μας, εσωτερική υπόθεση. Είναι μια ιδιότυπη πανελλήνια δημοσκόπηση με κάλπη, στην οποία συμμετέχουν όλοι. Με έπαθλο κιόλας για όσους τα καταφέρουν: 25.000 μηνιαίο μισθό.
Με αυτό το παραπάνω ως δεδομένο, αλλά και έχοντας υπ’ όψιν ότι η εκλογική περιφέρεια είναι το σύνολο της επικράτειας και, συνεπώς, ο κάθε υποψήφιος απευθύνεται σε όλους τους ψηφοφόρους, πώς μπορούμε να περιμένουμε ψηφοδέλτια ποιότητας; Εκ των πραγμάτων, η έμφαση θα είναι στην αναγνωρισιμότητα των υποψηφίων. Από την ώρα αυτή και μετά, το παιχνίδι έχει χαθεί για την ποιότητα. Αν μάλιστα υπολογίσουμε ότι τα κόμματα προσπαθούν και τους ψηφοφόρους να συσπειρώσουν και, κατά το δυνατόν, να προσελκύσουν καινούργιους, δεν χρειάζεται πολλή σκέψη για να καταλάβουμε πως καταλήγουμε στη φρουτοσαλάτα των σελέμπριτις.
Αν θέλουμε να είμαστε σοβαροί και να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι η ενασχόληση των κομμάτων με τα ευρωπαϊκά ζητήματα είναι προσχηματική, επιφανειακή και ρηχή
Προφανώς, όμως, η στρατηγική της φρουτοσαλάτας ενέχει και σοβαρούς κινδύνους, για όποιον αφεθεί στους πειρασμούς. Το βλέπουμε καθαρά στην περίπτωση του Φρέντι Μπελέρη, του οποίου η απήχηση στους δεξιούς ψηφοφόρους – γενικώς, όχι μόνο της ΝΔ – έρχεται μαζί με ένα σοβαρότατο τίμημα: καθιστούμε εθνικό θέμα την υπόθεση Μπελέρη και δημιουργούμε έτσι ένα νέο Μακεδονικό. Συνηθίσαμε, βλέπετε, τόσες δεκαετίες με το κληροδότημα του Αντώνη Σαμαρά στο έθνος και τώρα, χωρίς εθνική σταυροφορία, μας κακοφαίνεται κάπως, οπότε ας ανοίξουμε ένα νέο μέτωπο.
Επιπλέον, για τη ΝΔ τουλάχιστον που έχει τον μεγαλύτερο αριθμό ευρωβουλευτών, το ψηφοδέλτιο έχει και μια ακόμη χρησιμότητα, που λειτουργεί εκ των πραγμάτων εις βάρος της ποιότητας: είναι ιδεώδης χώρος στάθμευσης για προβληματικές περιπτώσεις, που συνήθως προκαλούν αμηχανία με την ύπαρξή τους στην πολιτική και καλό είναι να βρίσκονται μακριά και ικανοποιημένοι. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Μανώλη Κεφαλογιάννη, ως έναν βαθμό όμως και εκείνη του Βαγγέλη Μεϊμαράκη.
Οι καλοί δεν χάνονται
Μου κάνει εντύπωση πόση φασαρία έγινε για μια θέση συμβουλευτικού χαρακτήρα, που πήρε ο Ζωρζ Κατρούγκαλος στον ΟΗΕ. Κατ’ αρχάς, είναι άμισθη, δηλαδή ασήμαντη. Επειτα, ας μην ξεχνάμε μια βασική αρχή της ζωής: ότι οι καλοί, οι πραγματικά ικανοί, δεν χάνονται ποτέ.
Να το ξέρετε αυτό, όπως ακριβώς και οι φελλοί πάντα επιπλέουν, έτσι και οι καλοί δεν χάνονται. Να σας δώσω το παράδειγμα του Γεωργίου Καλαντζή, του παλιού βουλευτή Καβάλας της ΝΔ, ο οποίος μάλιστα είχε διατελέσει αντιπρόεδρος (Δ’, αν δεν κάνω λάθος…) της Βουλής. Για πολλά χρόνια ήταν χαμένος από το προσκήνιο και θεωρούσα ότι ιδιώτευε ο άνθρωπος. Εσφαλμένη εκτίμηση, διότι έμαθα ότι έχει ενεργό ρόλο στο παρασκήνιο ως Οργανωτικός Γραμματέας τέως Βουλευτών-Ευρωβουλευτών και Πολιτευτών! Δεν διευκρινίζεται αν η δικαιοδοσία του περιλαμβάνει μόνο τους τέως πολιτευτές ή και τους εν ενεργεία, είναι βέβαιο πάντως ότι ο ρόλος του είναι κομβικός…