Κάτι που με εντυπωσίασε ιδιαίτερα στις εκλογές των ΗΠΑ ήταν μία συγκεκριμένη εστίαση πολλών αναλύσεων που προσπάθησαν να ερμηνεύσουν το (αναντίρρητα εκκωφαντικό) αποτέλεσμα. Ανάμεσα στους καθοριστικούς παράγοντες, λοιπόν, πολλοί διέκριναν και τη διάθεση μελών των μικρομεσαίων κοινωνικών στρωμάτων να εκδικηθούν τις «αλαζονικές ελίτ», χρησιμοποιώντας την ψήφο τους υπέρ του Τραμπ.
Μάλιστα, η ανάλυση πηγαίνει ένα βήμα πιο πέρα, εντοπίζοντας την «αλαζονεία» των ελίτ στην «επιβολή» της «woke κουλτούρας». Η οποία με τη σειρά της είχε ως αποτέλεσμα πολλοί «απλοί άνθρωποι» να αισθάνονται «περιορισμούς» στο πώς μπορούν να «εκφραστούν». Οι αναλύσεις καταλήγουν κατά κανόνα να μέμφονται τους Δημοκρατικούς για την «άγνοιά» τους σχετικά με τα πιστεύω της «σιωπηρής πλειοψηφίας», η οποία συνετέλεσε κι αυτή σε κάποιον βαθμό στη βαριά ήττα τους.
Δαιμονοποίηση
Συγχωρήστε μου την πλημμύρα εισαγωγικών, αλλά κάτι δεν μου κολλάει. Και δεν θεωρώ – απαραιτήτως – λανθασμένες τέτοιου είδους αναλύσεις. Μπορεί όντως η έμφαση μιας κυβέρνησης στη συμπερίληψη κάποιων κοινωνικών ομάδων να βαραίνει αρνητικά για κάποιες άλλες, που επίσης αισθάνονται αποκλεισμένες. (Πολλές φορές δαιμονοποιείται ακόμη και η έννοια της συμπερίληψης, όπως εδώ στην Ελλάδα που έχει αποκτήσει αρνητικό πρόσημο η έννοια της αλληλεγγύης και του αλληλέγγυου.)
Η ένστασή μου έγκειται στο γεγονός ότι ενίοτε είναι σχεδόν αναπόφευκτο η κοινωνική πρόοδος να προέλθει από μια περίοδο όπου μια κυβερνώσα ελίτ θα αγνοήσει μια (σιωπηρή ή φωνασκούσα) πλειοψηφία. Διότι η πλειοψηφία, ακριβώς επειδή είναι πλειοψηφία, θεωρεί ότι τα ήθη της αποτελούν κανονικότητα, κι ως εκ τούτου δεν χρειάζονται να διαφοροποιηθούν, να εμπλουτισθούν, να «πειραχτούν» (Μήπως δεν είναι κι αυτό ένα είδος μαζικής αλαζονείας;) Ας φέρουμε λίγο την κατάσταση στα ελληνικά δεδομένα: Πιστεύετε ότι αν έμπαιναν σε κάποιο δημοψήφισμα, π.χ., οι αλλαγές που έφερε στο Οικογενειακό Δίκαιο το ΠαΣοΚ στις αρχές της δεκαετίας του 1980, η μη αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, η Συμφωνία των Πρεσπών ή ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών, θα ψήφιζε ο κόσμος αναφανδόν «ναι»;
Ακόμη και στους καιρούς που ζούμε, που τα πάντα περνούν από το πρίσμα των επικοινωνιολόγων, νομίζω ότι το συγκεκριμένο είδος αλαζονείας δεν είναι και τόσο αρνητικό όσο παρουσιάζεται. Μάλιστα, όταν, χωρίς να υπολογίζει το πολιτικό κόστος, προσπαθεί να αμβλύνει τα ρατσιστικά, ομοφοβικά, αντιμεταναστευτικά ή άλλα ένστικτα της πλειοψηφίας, μάλλον με σεβασμό οφείλουμε να την αντιμετωπίσουμε.
Αντιθέτως, η εκλογή του Τραμπ, ειδικά αν διαβαστεί ως αποδοκιμασία της «woke κουλτούρας» και ως επιδοκιμασία μιας πολιτικής που βασίζεται σε μια οικονομίστικη αντίληψη που εντείνει τις ανισότητες με το πρόσχημα ότι πετάει από ένα ξεροκόμματο σε περισσότερους ανθρώπους, φοβάμαι ότι θα προκαλέσει ένα δεξιόστροφο ντόμινο. Για την ακρίβεια, φοβάμαι ότι θα κάνει πιο απότομη την ακροδεξιά στροφή μέρους της κοινωνίας, απότοκο περισσότερο της οικονομικής κρίσης και λιγότερο των θεωριών συνωμοσίας που μας άφησε η πανδημία. Και το ζήτημα είναι τι θα κάνει μια κυβέρνηση που – τέλος πάντων – δεν μοιάζει αδιάφορη στον υπολογισμό του πολιτικού κόστους, απέναντι σε αυτόν τον συνδυασμό της οικονομικής ανασφάλειας και του κοινωνικού longCOVID.
Η επικαιρότητα
Και με ένα τέτοιο παγκόσμιο περιβάλλον υπό διαμόρφωση, με ανησυχεί αυτή η πιθανή στροφή και στα καθ’ ημάς, διότι δεν μπορώ να πω ότι πάσχουμε ακριβώς ως χώρα από υπερβολική πολιτική ορθότητα. Η τραγική επικαιρότητα της τελευταίας εβδομάδας με δύο γυναίκες να πεθαίνουν από τα χέρια συντρόφων τους (νυν, πρώην, πρώην που ήθελαν να ξαναγίνουν νυν – μικρή σημασία έχει) θυμίζει στα μυαλά κάποιων αφενός την άρνηση θέσπισης του όρου «γυναικοκτονία», αφετέρου τις δηλώσεις υφυπουργού περί «του ρόλου της γυναίκας να τίκτει». Δεν το λες και την πλήρη υιοθέτηση της «woke κουλτούρας»…