Περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους της Σαντορίνης αποφάσισαν ότι δεν θέλουν να στοιχηματίσουν στο ποιες είναι οι διαθέσεις του Εγκέλαδου και εγκατέλειψαν τον τόπο τους, κάνοντας το λιμάνι και το αεροδρόμιο του νησιού να μοιάζουν σαν να είμαστε στην πρώτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου.
Oι εικόνες με ντόπιους και επισκέπτες να προσπαθούν να φύγουν με κάθε τρόπο από το νησί γέννησαν διάφορες αντιδράσεις στην κοινή γνώμη και συνειρμούς σε μένα.
Ακαιρη κριτική
Σίγουρα η πλειονότητα είδε με συμπάθεια αυτούς τους ανθρώπους. Μπήκε στη θέση κάποιου που αναγκάζεται να ξεσπιτωθεί. Ωστόσο, δεν μου προκαλεί εντύπωση ότι ανάμεσα σε όσα ακούστηκαν για την έξοδο των Σαντορινιών ήταν και χαιρέκακα σχόλια για αυτούς «που το καλοκαίρι χρέωναν 25 ευρώ τη χωριάτικη και τώρα γκρινιάζουν επειδή πληρώνουν τα εισιτήρια όσο τα πληρώνουν κι όσοι έρχονται στο νησί τους».
Φαντάζομαι ότι πρόκειται για μια κριτική που δεν είναι αβάσιμη, αλλά από την άλλη μου φαίνεται άκαιρο να μέμφεσαι την τιμολογιακή τουριστική πολιτική ενός «hot» προορισμού (ειδικά όταν το ορατό χέρι του κράτους θα μπορούσε κάλλιστα να συγκρατήσει το υποτιθέμενο αόρατο χέρι της αγοράς), την ώρα που κάποιοι άνθρωποι φεύγουν από κάπου για να σώσουν τη ζωή τους, χωρίς να ξέρουν πότε θα επιστρέψουν και τι θα βρουν όταν γυρίσουν.
Τέτοιες αντιδράσεις μού θυμίζουν τις κακίες που ακούγονται για τους πρόσφυγες (σαν τις ατάκες του τύπου «και γιατί δεν κάθονται να πολεμήσουν;»), με τη μόνη διαφορά ότι στην περίπτωση των προσφύγων ο σχολιασμός είναι και άκαιρος και αβάσιμος.
Και είναι άκαιρος διότι όταν κάποιος βρίσκεται σε ανάγκη και σε κίνδυνο, είναι στοιχειώδες δείγμα ανθρωπιάς πρώτα να τον βγάζεις από αυτή την κατάσταση και μετά να ρωτάς πώς και γιατί βρέθηκε σε αυτή.
(Ενα «πώς και γιατί» που στην πλειονότητα των περιπτώσεων θα έφερνε τον δυτικό πολιτισμό απέναντι σε έναν καθρέφτη, να αναλογίζεται τις ευθύνες του, αλλά αυτή είναι μια πολύ μεγάλη συζήτηση.) Για το ότι είναι αβάσιμος ο σχολιασμός, μου αρκεί το επιχείρημα ότι όταν κάποιος θεωρεί προτιμητέα την επιλογή να μπει με το παιδί του σε ένα καρυδότσουφλο για να διασχίσει μια σκοτεινή και άγνωστη θάλασσα, δεν θέλω να σκέφτομαι τι περιλάμβανε η εναλλακτική τού να μείνει στην πατρίδα του.
Και κάπως έτσι, από τους άτυχους Σαντορινιούς έφτασα να σκέφτομαι όσους και όσες άφησαν τη χώρα τους – ή ό,τι είχε απομείνει από αυτήν – και βρέθηκαν να πνίγονται ανοιχτά της Λέσβου, της Γαύδου, της Πύλου. Αλήθεια, μήπως διαβάσατε το πόρισμα του Συνηγόρου του Πολίτη για το πολύνεκρο ναυάγιο στην Πύλο τον Ιούνιο του 2023;
Η ανεξάρτητη αρχή εγκαλεί αξιωματικούς του Λιμενικού τόσο για όσα έκαναν (ή δεν έκαναν) εκείνες τις ώρες που οδηγήθηκαν στον θάνατο εκατοντάδες ψυχές όσο και για τη μη παροχή κρίσιμων στοιχείων, όπως η καταγραφή του περιστατικού, οι συνομιλίες του πλοιάρχου και όχι μόνο.
Η αλήθεια
Ομολογώ ότι θα ήθελα να έχει άδικο ο Συνήγορος και να λένε την αλήθεια το Λιμενικό και το υπουργείο. Δεν θέλω να σκέφτομαι ότι μέλη των Σωμάτων Ασφαλείας της χώρας μου είναι υπεύθυνοι για τον θάνατο ανθρώπων, και μάλιστα των πιο ευάλωτων.
Αλλά από την άλλη, γιατί δείχνει τόση απροθυμία το Λιμενικό να διερευνηθεί πλήρως η υπόθεση; Γιατί το υπουργείο Νησιωτικής Πολιτικής, αντί να απαντά επί της ουσίας, επικαλείται το γεγονός ότι ο Συνήγορος του Πολίτη θα έπρεπε να έχει αντικατασταθεί;
Σε μία ανατροπή του γνωστού ρητού, η γυναίκα του Καίσαρα δεν πρέπει μόνο να φαίνεται (ή να κρίνει για τον εαυτό της ότι είναι) τίμια, πρέπει και να είναι.