Η καρδιά της Ευρώπης χτυπά δυνατά στο «Γ. Καραϊσκάκης». Ο Πειραιάς γίνεται ποδοσφαιρική πρωτεύουσα της «γηραιάς ηπείρου». Απόψε Τετάρτη (16/8, 22:00 σε live μετάδοση από το Mega) ο τελικός του ευρωπαϊκού Σούπερ Καπ τραβάει τα βλέμματα όλων των ποδοσφαιρόφιλων.
Η Ελλάδα γίνεται πρώτο θέμα για τη σύγκρουση της πρωταθλήτριας Ευρώπης Μάντσεστερ Σίτι με την κάτοχο του Γιουρόπα Λιγκ Σεβίλλη. Οι προετοιμασίες πυρετώδεις. Πάνω από 4.000 άτομα δουλεύουν εντατικά εδώ και εβδομάδες για το μεγάλο ραντεβού.
Όλα πρέπει να λειτουργούν στην εντέλεια. Η ασφάλεια έρχεται στο προσκήνιο (μετά τα γεγονότα της περασμένης εβδομάδας) και οι Αρχές έχουν πάρει τα μέτρα τους ώστε να είναι πραγματικά μια γιορτή αυτός ο τελικός.
Τριάντα χιλιάδες φίλαθλοι θα κατακλύσουν το άντρο του Ολυμπιακού για να δουν από κοντά την ομάδα του Πεπ Γκουαρντιόλα κόντρα στην ανατρεπτική Σεβίλλη. Διότι το θέαμα δεν πάει διακοπές…
Ξεκίνησε σαν… τεστ για τον Αγιαξ
H γέννηση της διοργάνωσης οφείλεται σε μια… εφημερίδα. Όπως η διάσημη γαλλική αθλητική «L’Equipe» είχε καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία το 1955 της ναυαρχίδας της UEFA, του Κυπέλλου Πρωταθλητριών (μετέπειτα Ευρωπαϊκό Κύπελλο και τώρα UEFA Champions League), μια άλλη δημοφιλής ευρωπαϊκή, η ολλανδική «De Telegraaf», έθεσε τις βάσεις για αυτό που σήμερα γνωρίζουμε ως UEFA Super Cup.
Βασικός στόχος της ιδέας ήταν να δοκιμάσει περαιτέρω τις δυνάμεις του Άγιαξ κατά τη διάρκεια μιας περιόδου που κυριαρχούσε στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο – κερδίζοντας το Πρωταθλητριών τρεις φορές διαδοχικά μεταξύ 1971 και 1973 με το απίστευτο στυλ του «total football».
«Η ιδέα δημιουργήθηκε στην εποχή του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου. Ήταν τότε η εποχή μας – τέσσερα συνεχόμενα ευρωπαϊκά Κύπελλα μεταξύ της Φέγενορντ και του Άγιαξ» είχε δηλώσει ο Αντον Βίτκαμπ (1929-2011), ο δημοσιογράφος που είχε την ιδέα του Σούπερ Καπ. Ο Βίτκαμπ και ο πρόεδρος του Αγιαξ Γιαπ φαν Πράαχ (1910-1987) ζήτησαν επίσημη έγκριση για τη νέα διοργάνωση από την UEFA, αλλά το διοικητικό όργανο του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου δεν μπόρεσε να δώσει αμέσως την ευλογία του.
Επιτυχημένο ντεμπούτο
Οι Ολλανδοί δεν περίμεναν. Διοργάνωσαν μόνοι τους το Σούπερ Καπ σε διπλούς τελικούς. Οι δύο αγώνες, με την οικονομική υποστήριξη της «De Telegraaf», πραγματοποιήθηκαν στις 16 και 24 Ιανουαρίου 1973 στη Γλασκώβη και στο Αμστερνταμ αντίστοιχα – και αποδείχθηκαν επιτυχημένοι τόσο σε αθλητικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο.
Ο Αγιαξ κατέκτησε κόντρα στην κυπελλούχο Ευρώπης Ρέιντζερς το τρόπαιο με συνολικό σκορ 6-3 και, κυρίως, η ανταπόκριση του κοινού ήταν θετική – 57.000 θεατές παρακολούθησαν τον αγώνα στο «Ibrox Stadium» της Γλασκώβης και άλλοι 26.000 παρακολούθησαν τη ρεβάνς στο Ολυμπιακό Στάδιο του Αμστερνταμ την επόμενη εβδομάδα.
Οι νικητές του Κυπέλλου Πρωταθλητριών και του Κυπέλλου Κυπελλούχων το 1972/73 – Αγιαξ και Μίλαν αντίστοιχα – εξέφρασαν επίσης ενδιαφέρον για μια αντίστοιχη αναμέτρηση. Θεωρώντας ότι «θα ήταν λάθος αν η UEFA δεν έπαιρνε υπό τον έλεγχό της αυτούς τους αγώνες», η Επιτροπή Έκτακτης Ανάγκης της Συνομοσπονδίας αποφάσισε τον Ιούνιο του 1973 να θεσπίσει ορισμένες κατευθυντήριες αρχές, οι οποίες επικυρώθηκαν από την Εκτελεστική Επιτροπή της UEFA τέσσερις μήνες αργότερα.
Η νέα διοργάνωση πήρε το όνομα «Super Competition». Στην πρώτη επίσημη αναμέτρηση ο Αγιαξ νίκησε άνετα τη Μίλαν με 6-1 σε διπλούς τελικούς το 1974. Ο «Σούπερ Διαγωνισμός» αγωνίστηκε στην αρχή για να βρει τη θέση του στο ευρωπαϊκό ημερολόγιο και στη συνείδηση όλων.
Κινδύνεψε η διοργάνωση
Τελικά, η UEFA μετέτρεψε και αυτόν τον αγώνα σε κάτι το ξεχωριστό. Κι όμως, κάποια στιγμή πριν από πολλά χρόνια η διοργάνωση βρέθηκε σε κίνδυνο. Ήταν στις αρχές της δεκαετίας του ’90 που δεν φαινόταν πλέον να ταιριάζει με το όραμα των εμπνευστών του για την ανάδειξη της κορυφαίας ομάδας της Ευρώπης.
Τότε είχαν τεθεί σοβαρά ερωτήματα σχετικά με το μέλλον του. Ωστόσο, στη συνεδρίασή της στη Μόσχα τον Μάρτιο του 1995, η Εκτελεστική Επιτροπή της UEFA έκρινε ότι θα μπορούσαν και θα έπρεπε να γίνουν πολλά για να βελτιωθεί το προφίλ και η συνολική απήχηση του Σούπερ Καπ.
Το αποτέλεσμα ήταν μια νέα φόρμουλα, που εισήχθη το 1998. Το μόνο που διατηρήθηκε από την πρώτη προσπάθεια διεξαγωγής του ως μεμονωμένου αγώνα ήταν ο χώρος – το Stade Louis II του Μονακό, το οποίο θεωρήθηκε ότι ήταν ιδανικό για τέτοιες περιστάσεις. Με τους συλλόγους που προκρίθηκαν στον τελικό να είναι πλέον υποχρεωμένοι να λάβουν μέρος. Στο παρελθόν μπορούσαν να αποσυρθούν δίχως κυρώσεις για διάφορους λόγους.
Τελικά, αυτό που τώρα ονομάζεται Σούπερ Καπ της UEFA έγινε το αθλητικό αποκορύφωμα των εκδηλώσεων που διοργανώνονταν στο Μονακό κάθε Αύγουστο για να προαναγγέλλουν τη νέα σεζόν της ευρωπαϊκής ομοσπονδίας, συμπεριλαμβανομένων των κληρώσεων των διασυλλογικών διοργανώσεων και βραβείων για τους καλύτερους παίκτες της χρονιάς.
Η πρώτη μετά την αλλαγή μορφή παρέμεινε σε ισχύ από το 1998 έως το 2012, συμπεριλαμβανομένης της αντικατάστασης, από το 2000, των κατόχων του Κυπέλλου Κυπελλούχων (αυτή η διοργάνωση διακόπηκε μετά τον τελικό του 1999) από τους κατόχους του Κυπέλλου UEFA. Με τη σειρά του, το Κύπελλο UEFA έγινε UEFA Europa League από τη σεζόν 2009/10.
Κάθε χρονιά σε άλλη πόλη
Από το 2013, το Σούπερ Καπ έπαιξε επίσης έναν άλλον ουσιαστικό ρόλο στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Έκτοτε ο αγώνας διοργανώνεται κάθε χρόνο σε διαφορετική πόλη σε όλη τη «γηραιά ήπειρο» – μια κίνηση που έχει σχεδιαστεί για να δίνει την ευκαιρία σε όλες τις ομοσπονδίες της Ευρώπης, κυρίως εκείνες εκτός Top-5, να φιλοξενήσουν μια μεγάλη διεθνή διοργάνωση συλλόγων.
Από τις αβέβαιες αρχές πριν από σχεδόν 50 χρόνια, και μετά από πολλές αμφιβολίες στην πορεία, το UEFA Super Cup έχει πλέον πλήρως εξασφαλίσει τη θέση του στη σκηνή του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.
52 χρόνια έχουν περάσει από την πρώτη φορά που ο Πειραιάς είχε φιλοξενήσει ευρωπαϊκό τελικό. Ήταν τον Μάιο του 1971, όταν η Τσέλσι πήρε το Κύπελλο Κυπελλούχων στο παλιό «Γ. Καραϊσκάκης» κόντρα στη Ρεάλ, επικρατώντας με 2-1 στον δεύτερο αγώνα μεταξύ των δύο ομάδων που έγινε στις 21 του μήνα. Δύο μέρες νωρίτερα οι ομάδες είχαν αναδειχθεί ισόπαλες (1-1) και η διαδικασία των πέναλτι δεν εφαρμοζόταν ακόμη.