Πλησιάζοντας τον έναν αιώνα ζωής ο πιο µεγάλος σύλλογος στην Ελλάδα και κορυφαίος πολυαθλητικός σε όλη την Ευρώπη, ο Ολυµπιακός, ετοιµάζεται σε µια ιστορική στιγµή να αγωνιστεί σε τελικό Κυπέλλου Ευρώπης. Και µάλιστα την ίδια σεζόν που οι πιτσιρικάδες στέφθηκαν πρωταθλητές Ευρώπης.

Ολα αυτά λίγο πριν κλείσουν 14 χρόνια από τότε που ο Βαγγέλης Μαρινάκης πήρε στα χέρια του το τιμόνι της αγαπημένης του ομάδας. Ηταν 18 Ιουνίου 2010, όταν έπαιρνε τα ηνία και έδινε μια υπόσχεση: «Η συμφωνία αυτή θα είναι ό,τι καλύτερο για τον Ολυμπιακό στα χρόνια που έρχονται. Ο πατέρας μου, ο Μιλτιάδης, μου μετέδωσε την αφοσίωση στον Σύλλογό μας και την αγάπη αυτή θέλω να τη μεταφέρω στη νέα γενιά».

Την τήρησε και με το παραπάνω καθώς ο Ολυμπιακός σε αυτά τα χρόνια γιγαντώθηκε σε Ελλάδα και Ευρώπη και όχι μόνο στο ποδόσφαιρο αλλά και στον Ερασιτέχνη.

Μόνο την πρώτη δεκαετία είχε ξοδέψει (μαζί με την αγορά των μετοχών από τον Σωκράτη Κόκκαλη) πάνω από 100.000.000 ευρώ φέρνοντας σπουδαίους παίκτες και προπονητές στον σύλλογο.

«Φυτώριο» ταλέντων

Πέραν της κατάκτησης δεκάδων τίτλων αυτά τα χρόνια ο Ολυμπιακός έχει παράλληλα αναδείξει ποδοσφαιριστές, μερικοί εκ των οποίων πρωταγωνιστούν στα κορυφαία πρωταθλήματα του πλανήτη ή ακόμα έχουν πραγματοποιήσει αξιόλογες καριέρες στα ελληνικά πρωταθλήματα. Παίκτες όπως οι Τσιμίκας, Ρέτσος, Λυκογιάννης, Νικολάου, Φετφατζίδης, Λάτσι, Σιώπης, Βέργος, Ιωαννίδης, Διαμαντάκος, Βρουσάι, Ανδρούτσος, Σάλιακας ανδρώθηκαν και «απογειώθηκαν» μέσω του Ολυμπιακού.

Η μεταγραφή του Κώστα Τσιμίκα (το 2020) στη Λίβερπουλ, πρωταθλήτρια Ευρώπης και Αγγλίας τότε, είναι η πιο «ηχηρή» από οποιαδήποτε άλλη έλληνα ποδοσφαιριστή, ή ποδοσφαιριστή (και ξένου ακόμη) στην ιστορία που πουλήθηκε απευθείας από την Ελλάδα σε σύλλογο του εξωτερικού. Και σε τι σύλλογο.Παράλληλα επί των ημερών του ο Ολυμπιακός όχι απλά άφησε για τα καλά το στίγμα του στην Ευρώπη αλλά έφτασε μέχρι την 21η θέση στο ράνκινγκ της UEFA (ιστορικό υψηλό) και πέτυχε μεγάλες προκρίσεις, με κορυφαίες αυτή επί της Αρσεναλ στο Λονδίνο, επί της Μίλαν στο «Καραϊσκάκης» και τώρα το απίθανο 6-2 (συνολικά) επί της Αστον Βίλα στον δρόμο προς τον τελικό του Conference League.

Αλλά και μεγάλες νίκες επί ευρωπαϊκών μεγαθηρίων (Γιουβέντους, Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, Ατλέτικο Μαδρίτης, Μπενφίκα, Αρσεναλ, Αντερλεχτ). Ο Βαγγέλης Μαρινάκης αμέσως μόλις πήρε τον Ολυμπιακό άρχισε να κλείνει τεράστιες οικονομικές «πληγές» της προηγούμενης διοίκησης ύψους 60 εκατ. ευρώ, ενώ παράλληλα ενίσχυε την ομάδα κάθε χρόνο με ποδοσφαιριστές πολύ μεγάλης ποδοσφαιρικής αξίας. Αλλά κατάφερε και να δημιουργήσει ένα σύστημα παραγωγής εξαιρετικών νέων παικτών, όπως και δεσμούς συνεργασίας με μεγάλα γραφεία ατζέντηδων και σπουδαία deals που έμοιαζαν εξωπραγματικά για τα ελληνικά δεδομένα και παράλληλα χωρίς χρέη σε Εφορία και γενικότερα στο Δημόσιο, με όλα πληρωμένα.

Χρονικά ήρθαν παίκτες όπως ο Αλμπερτ Ριέρα, ο Μόιζες Ουρτάδο, ο Νταβίντ Φουστέρ, ο Ντένις Ρόμενταλ, ο Μάρκο Πάντελιτς, ο Αριέλ Ιμπαγάσα, ο Φρανσουά Μοντέστο, ο Ραφίκ Τζιμπούρ, ο Λιούμπομιρ Φέισα, ο Κέβιν Μιραλάς, ο Πάουλο Μασάδο, ο Κώστας Μανωλάς, ο Ρομπέρτο, ο Τζόελ Κάμπελ, ο Αλεχάντρο Ντομίνγκες, ο Χαβιέρ Σαβιόλα, ο Νέλσον Βαλντές, ο Παϊτίμ Κασάμι, ο Κώστας Μήτρογλου, ο Χόρχε Μπενίτεθ, ο Τζίμι Ντουρμάζ, ο Αλμπέρτο Μποτία, ο Λούκα Μιλιβόγεβιτς, ο Κώστας Φορτούνης, ο Ομάρ Ελαμπντελαουί, ο Ερίκ Αμπιντάλ, ο Μπράουν Ιντέγε, ο Φελίπε Πάρντο, ο Εστεμπάν Καμπιάσο, ο Οσκαρ Καρντόσο, ο Καρίμ Ανσαριφάρντ, ο Παπέ Σισέ, ο Εμάνουελ Εμενίκε, ο Λάζαρος Χριστοδουλόπουλος, ο Ντανιέλ Ποντένσε, ο Μαντί Καμαρά, ο Γιάννης Φετφατζίδης, ο Ανδρέας Μπουχαλάκης, ο Ζοσέ Σα, ο Γιάγια Τουρέ, ο Ματιέ Βαλμπουενά, ο Μπρούνο Γκασπάρ, ο Ρούμπεν Σεμέδο, ο Γιουσέφ Ελ Αραμπί, ο Μάξι Λοβέρα, ο Ραφίνια, ο Σωκράτης Παπασταθόπουλος, ο Γιώργος Μασούρας, ο Τικίνιο, ο Τόμας Βάτσλικ, ο Παναγιώτης Ρέτσος, ο Χάμες Ροντρίγκες, ο Μαρσέλο, ο Πεπ Μπιέλ, ο Αλέξανδρος Πασχαλάκης και φυσικά μέχρι σήμερα ο Ελ Κααμπί, ο Ορτα, ο Κίνι και τόσοι ακόμα.

Την ίδια στιγμή πέρα από τις πολλές αγορές παικτών ο Ολυμπιακός κατάφερε να πουλήσει και παίκτες σε κορυφαίες ευρωπαϊκές ομάδες με μεγάλα ποσά, μετατρέποντας τον σύλλογο σε σημαντικό «παίκτη» στην ευρωπαϊκή αγορά.

Ελληνες ποδοσφαιριστές είδαν την καριέρα τους να εκτοξεύεται και να κάνουν μεταγραφές ζωής, όπως ο Κώστας Μήτρογλου, ο Κώστας Μανωλάς, ο Γιάννης Φετφατζίδης, ο Ανδρέας Σάμαρης, ο Παναγιώτης Ρέτσος, ο Κώστας Τσιμίκας και φυσικά πολλοί ξένοι όπως ο Ντανιέλ Ποντένσε που είχε πάει στη Γούλβς έναντι 20 εκατ. ευρώ. Ολα αυτά τα χρόνια από τις πωλήσεις οι Ερυθρόλευκοι έχουν βάλει στα ταμεία τους δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, και αυτό είναι το μυστικό που ο Ολυμπιακός είναι υγιής και χωρίς οικονομικά κενά καθώς μία ομάδα του επιπέδου του έχει μεγάλα λειτουργικά έξοδα. Το διοικητικό μοντέλο που πέρασε στον Ολυμπιακό ο Βαγγέλης Μαρινάκης είναι ιδανικό για τα ελληνικά δεδομένα και ο τρόπος λειτουργίας των Ερυθρολεύκων είναι εφάμιλλος με αυτόν μεγάλων ευρωπαϊκών συλλόγων.

Παράλληλα «έφτιαξε» και προπονητές που μετά τον Ολυμπιακό έκαναν σπουδαίες μεταγραφές σε μεγάλα πρωταθλήματα, με κορυφαία βέβαια εκείνη του Ερνέστο Βαλβέρδε που έφτασε να προπονεί την Μπαρτσελόνα, ο Μάρκο Σίλβα βρέθηκε στην Πρέμιερ Λιγκ (Χάλ, Γουότφορντ, Εβερτον, Φούλαμ), ενώ ο Ζαρντίμ στη Μονακό.

Τα «χρυσά» παιδιά

Φυσικά εκτός από την πρώτη ομάδα, υπάρχουν και οι χρυσοί έφηβοι που στέφθηκαν πρωταθλητές Ευρώπης στη Νιόν μετά τον θρίαμβο επί της Μίλαν στον τελικό (3-0) και έχοντας αποκλείσει μεγαθήρια στον δρόμο προς τον τελικό.Το θαύμα της ομάδας του Σωτήρη Συλαϊδόπουλο δεν έτυχε, αλλά πέτυχε από το «χρυσάφι» του Ρέντη, μια ακόμα τεράστια επένδυση του Βαγγέλη Μαρινάκη, ο οποίος όλα αυτά τα χρόνια έχει επενδύσει στις Ακαδημίες του Ολυμπιακού πάνω από 50 εκατομμύρια ευρώ αφήνοντας μια ανεπανάληπτη κληρονομιά για το σήμερα και – κυρίως – για το αύριο του συλλόγου σε νέα ταλέντα, δημιουργώντας τους τις ιδανικές συνθήκες για να δείξουν την αξία τους.

Από το 2010 που ανέλαβε ο Βαγγέλης Μαρινάκης τα ηνία του Ολυμπιακού η επένδυσή του στη βελτίωση των υλικοτεχνικών υποδομών του Ρέντη για τα παιδιά της Ακαδημίας και τη συνολική αναβάθμιση των τμημάτων υποδομής ξεπερνά τα 50 εκατομμύρια ευρώ, διαμορφώνοντας ιδανικές συνθήκες που δύσκολα συναντά κανείς ακόμα και στο εξωτερικό.

Πρώτα απ’ όλα, έχει δοθεί μεγάλη βαρύτητα στο προπονητικό κέντρο του Ρέντη. Δεν είναι μόνο οι χώροι της πρώτης ομάδας που βελτιώνονται συνεχώς, αλλά και για την Ακαδημία έχουν γίνει επενδύσεις στις εγκαταστάσεις. Οι νεαροί ποδοσφαιριστές έχουν το δικό τους γυμναστήριο, τους δικούς τους ξενώνες, ενώ τα τελευταία χρόνια έχουν δημιουργηθεί και νέα γήπεδα για να προπονούνται τα τμήματα της Ακαδημίας.

Και όλα αυτά σε εποχές όπου πολλές ομάδες λόγω της κρίσης ένα από τα πρώτα έξοδα που περιόριζαν ήταν οι Ακαδημίες.