Ο πρώην «Special Two» από ιστορικός βοηθός του Ζοζέ Μουρίνιο έγινε το παιδί – θαύμα της Πόρτο. Πρώτα στον πάγκο και τώρα ως πρόεδρός της. Αλλά όχι μόνο αυτό: εφηύρε τακτικές στο PC, συμμετείχε στο ράλι Παρίσι – Ντακάρ, νίκησε δύο όγκους, κατέθεσε επαναστατικές ιδέες που δεν είχαμε δει ποτέ στο γήπεδο.
Ο Αντρέ Βίλας-Μπόας φαίνεται να προέρχεται από την πένα του Πολ Όστερ. Έτοιμος να γυρίσει τη ζωή του ανάποδα επιλέγοντας σε δευτερόλεπτα ένα μονοπάτι αντί για το αναμενόμενο, όπως ο πρωταγωνιστής του «4 3 2 1». Ο Όστερ έχει χτίσει ένα επιτυχημένο μυθιστόρημα βασισμένο στη μοίρα και στα «what if», τι θα είχε συμβεί αν είχαμε πάρει άλλη απόφαση.
Η ζωή του Βίλας-Μπόας ακολουθεί το ίδιο αφηγηματικό νήμα κι επομένως αναρωτιέται κανείς πού θα βρισκόταν σήμερα αν δεν είχε συναντήσει τον Μπόμπι Ρόμπσον στο δικό του κτίριο, αν δεν είχε κατασκοπεύσει τους αντιπάλους του για λογαριασμό του Μουρίνιο, αν δεν είχε ανακαλύψει και αντιμετωπίσει δύο όγκους μετά από ένα τροχαίο ατύχημα ή αν εκείνο το βράδυ του Μαΐου του 2011, στο Δουβλίνο, ο Φαλκάο δεν του είχε δώσει το Europa League σε ηλικία μόλις 33 ετών, επηρεάζοντας τις προσδοκίες του και όλο του το μέλλον.
Με άλλη ιδιότητα
Το τελευταίο κεφάλαιο τον έφερε πίσω στην Πόρτο, στον ποταμό Ντόουρο, αλλά με άλλη ιδιότητα: μετά από μια ζωή στον πάγκο και ένα παρελθόν ως οδηγός σε ράλι, ο Βίλας-Μπόας έγινε πρόεδρος της αγαπημένης του ομάδας: αυτή με την οποία κέρδισε τρία τρόπαια σε μία μόνο χρονιά και ξεκίνησε την προπονητική.
Στη δεκαετία του ’90, σε ηλικία 17 ετών, έβαλε ένα γράμμα στο γραμματοκιβώτιο του Μπόμπι Ρόμπσον, του Άγγλου προπονητή που προσγειώθηκε στην Πορτογαλία για να μονομαχήσει με την Μπενφίκα. Ο Αντρέ ζούσε στην ίδια πολυκατοικία με αυτόν, μελέτησε την τακτική του και του έδωσε κατά τύχη μια σειρά από σημειώσεις για το πώς θα βελτιώσει τον τότε επιθετικό Ντομίνγκος Πασιένσια.
Στον Ρόμπσον τού άρεσε τόσο πολύ που τον κάλεσε να γίνει βοηθός του. Ο Αντρέ, που μεγάλωσε δημιουργώντας τακτικές από την αρχή στον υπολογιστή του στο Football Manager, ξεκίνησε έτσι, περπατώντας μερικά βήματα πίσω από τον σερ Μπόμπι και αποκτώντας όλες τις απαραίτητες άδειες, από την UEFA C έως την UEFA A.
Το έκανε στη Σκωτία, στο Λαργκς, με θέα τη θάλασσα, και με τον ίδιο «καθηγητή» που είχε ακολουθήσει ο Ζοζέ Μουρίνιο: τον Τζιμ Φλίτινγκ: «Ο Βίλας-Μπόας είχε μια προσοχή στη λεπτομέρεια που δεν ήταν συνηθισμένη» είπε πριν από χρόνια. Και πάνω από όλα διάβαζε ό,τι έβρισκε: βιβλία για τη φιλοσοφία, την ιστορία, την πολιτική ανάλυση και πάνω απ’ όλα το ποδόσφαιρο, συχνά στα αγγλικά.
Ο Αντρέ τα μιλούσε πάντα σαν να ήταν η δική του γλώσσα. Στην οικογένειά του υπερηφανεύεται για έναν κόμη, έναν βαρόνο και μια ευγενή από τη βρετανική υψηλή κοινωνία, τη Μάργκαρετ Κένταλ, τη γιαγιά του από τη μητέρα του.
Το «καροτάκι»
Το νήμα που τον δένει με το μέρος είναι το παρατσούκλι «Cenourinho», «το μικρό καρότο», λόγω των κοκκινωπών και σγουρών μαλλιών του.
Ως παιδί τού άρεσε να μαθαίνει τα ονόματα των παικτών απέξω από άλμπουμ με αυτοκόλλητα. Ο πατέρας του τον έκανε μέλος στην Πόρτο όταν ήταν μόλις τριών ετών. Τώρα έγινε πρόεδρος, παίρνοντας τη θέση του Πίντο ντα Κόστα, ο οποίος ήταν στα ηνία του συλλόγου για 42 χρόνια.
Το 1987, όταν η Πόρτο κέρδισε το Κύπελλο Πρωταθλητριών, ο Βίλας-Μπόας ήταν 9 ετών και πέρασε το βράδυ γιορτάζοντας μαζί με την οικογένειά του, στην Αβενίδα Μποαβίστα. Μετά από ένα παρελθόν ως άτεχνος ποδοσφαιριστής, επέλεξε την άλλη πλευρά του γηπέδου.
Έγινε γρήγορα ένας ευσυνείδητος και σχολαστικός βοηθός. Ο Ζοσέ Μουρίνιο τον έστειλε σε όλη την Ευρώπη για να παρακολουθεί τους αντιπάλους του. Κάποτε τον ονόμασε «τα μάτια και τα αφτιά μου». Τον ακολούθησε σε Πόρτο, Τσέλσι και Ίντερ.
Όλα αυτά αφού είχε προπονήσει την εθνική ομάδα των Βρετανικών Παρθένων Νήσων για μόλις δύο αγώνες, δεχόμενος 14 γκολ μεταξύ των δύο αγώνων κόντρα στις Βερμούδες. Ήταν το 2000, ο Αντρέ ήταν 24 ετών και είχε απεριόριστες φιλοδοξίες, σε συνδυασμό με εκείνο τον υπαινιγμό της αλαζονείας που τον συνόδευε όλα αυτά τα χρόνια. «Νόμιζαν ότι είχαν προσλάβει κάποιον άνω των 35, ήμουν προπονητής όλου του νησιού. Τους αποκάλυψα την ηλικία μου μόνο όταν έφυγα».
Ράγισε το γυαλί
Η σχέση με τον Μουρίνιο σιγά σιγά κατέρρευσε. «Θα ήθελα να γίνω πρώτος προπονητής, να κάνω όνομα». Έτσι ο Μουρίνιο τον άφησε να πάει πρώτα στην Ακαντέμικα ντο Κοΐμπρα και μετά σε μια εξαιρετική Πόρτο, με τους Ροντρίγκεζ, Φαλκάο, Γκουαρίν και Χουλκ να είναι οι απόλυτοι σταρ.
Το παρατσούκλι «Special Two» τον έβλαψε, ειδικά στην Τσέλσι, όπου οι Λονδρέζοι ήλπιζαν πραγματικά ότι είχαν βρει τον νέο Μουρίνιο. Έκανε το λάθος να τα βάλει με τους παλιούς της Τσέλσι, Τέρι, Ασλεϊ Κόουλ, Ντρογκμπά. Σε μια πτήση προς το Χονγκ Κονγκ επέλεξε να αφήσει τα παιδιά της Ακαδημίας να ταξιδέψουν πρώτη θέση αντί για τις «σημαίες».
Ο Τέρι αντιτάχθηκε: «Έτσι, εγώ και οι άλλοι δεν επιβιβαζόμαστε». Ο Αμπράμοβιτς έστειλε τον Αντρέ στο λογιστήριο. Όταν τον ρώτησαν γιατί απέτυχε στην Αγγλία (συμπεριλαμβανομένης της Τότεναμ) βασιζόταν πάντα στις έννοιες του χρόνου και της υπομονής.
Στις επιτυχίες του δεν μνημόνευσε ποτέ τον Μουρίνιο. Δοκίμασε σε Μαρσέιγ και Ζενίτ. Τα λεφτά πολλά, αλλά Μασσαλία και Αγία Πετρούπολη είναι δύσκολες πόλεις με περίεργους φιλάθλους και διοικήσεις. Απέτυχε και στην Κίνα με τη Σανγκάη. «Εχω ιδέες που είναι πολύ επαναστατικές» συνηθίζει να λέει.
Νίκησε τον μύθο
Το έβαλε πείσμα να πάρει την προεδρία της Πόρτο. Προς γενική έκπληξη νίκησε τον μύθο του 86χρονου Ντα Κόστα. Πλέον νιώθει ανίκητος.
Του άλλαξε τη ζωή το Παρίσι – Ντακάρ. Το 2018 πήρε μέρος και μετά από ένα ατύχημα ανακάλυψε ότι είχε δύο όγκους: βγήκε από τη δοκιμασία μόλις πριν από τρία χρόνια με την αφαίρεση του μισού θυρεοειδούς του. Ο άνθρωπος που έκανε το ντεμπούτο του στην αίθουσα Τύπου της Τσέλσι ψιθυρίζοντας «θέλω να είμαι ‘the group one’», προσπαθώντας να διώξει τη σκιά του Μουρίνιο με ένα αστείο.
Ίσως σε μια άλλη ζωή να τα καταφέρει. Μουρίνιο είναι μόνο ένας.