Τρεις άνθρωποι δεν βγαίνουν από το μυαλό μου αυτή την εβδομάδα. Μόνο κοινό τους ο θάνατος, κι αυτός διαφορετικός για τον καθένα. Βίαιος και μαρτυρικός για τους δύο.
Σκέφτομαι τον Ανδρέα που αφήσαμε να δολοφονηθεί σε ένα δώμα-φαβέλα και κολαστήριο για αυτόν και την αδελφή του. Εχει νόημα να μιλήσουμε για την οικογένεια και τις συνθήκες; Γράφτηκαν και ειπώθηκαν όλα. Πιο πολύ αναρωτιέμαι τι θα έκανα αν έμενα στο διπλανό διαμέρισμα και άκουγα, όπως είπαν γείτονες τις τελευταίες ημέρες, τα ουρλιαχτά του παιδιού. Θα είχα σηκώσει το τηλέφωνο να πάρω την Αστυνομία; Πρέπει να το λύσουμε αυτό μέσα μας μια και καλή. Ενα τηλεφώνημα μπορεί τελικά να κάνει τη διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου. Από την άλλη, απορώ τι σόι δομές μπορεί να λέμε πως διαθέτουμε στη χώρα όταν ένα παιδάκι στην πραγματικότητα αγνοείται τόσα χρόνια και κανείς δεν κάνει την παραμικρή προσπάθεια να βεβαιωθεί πως είναι καλά. Πόσο μυαλό θέλει να σκεφτεί κανείς πως όταν βρίσκεται κακοποιημένη η κόρη της οικογένειας και ο γιος φέρεται να ζει μακριά από τη μάνα, σε μια άλλη χώρα, αξίζει ένα τηλέφωνο για επιβεβαίωση; Τι διάολο συμφιλίωση με το τυχαίο και τη φρίκη είναι αυτή; Δεν μπορώ να μην αναρωτηθώ, δε, αν θα κάναμε το ίδιο υπό άλλες παραμέτρους (εθνικότητας, περιοχής κ.λπ.). Δεν μπορώ να μην αναρωτηθώ επίσης πόσα άλλα παιδιά πρέπει ίσως να αναζητήσουμε σε τσιμεντένιους τάφους.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.