«Την έλεγαν Κυριακή και δεν περίμενε ταξί». Βράδυ Πέμπτης, τρία 24ωρα μετά τη δολοφονία της Κυριακής Γρίβα. Η οργή δεν έχει καταλαγιάσει, μόνο μεγαλώνει. Εξω από το Αστυνομικό Τμήμα των Αγίων Αναργύρων πλήθος κόσμου φωνάζει οργισμένα συνθήματα. Γυναίκες αφήνουν λευκά τριαντάφυλλα, φαναράκια και κεράκια στο σημείο όπου η 28χρονη κοπέλα έχασε τη ζωή της.
Δίπλα στο φυλάκιο μία στάμπα από το αίμα της Κυριακής σκίζει τις καρδιές των ανθρώπων. Σύλλογοι γυναικών, με σπρέι, γράφουν στον δρόμο με μεγάλα κόκκινα γράμματα λίγες λέξεις: «Την έλεγαν Κυριακή και δεν έψαχνε ταξί».
Είναι αυτή η φράση του τηλεφωνητή που ηχεί ακόμα στα αφτιά μιας ολόκληρης χώρας και στοιχειώνει. «Το περιπολικό δεν είναι ταξί» λέει ο αστυνομικός του κέντρου της Αμεσης Δράσης στην Κυριακή, που μετράει αντίστροφα, όσο εκείνος τηρεί αργά και νωχελικά το πρωτόκολλο, επαναλαμβάνοντας βασανιστικά, συλλαβιστά κάθε λέξη που γράφει: «Να στείλω περιπολικό για τον πρώην σας;», «Διεύθυνση;». Το ίδιο απρόθυμα και νωχελικά αντιδρά κι όταν η Κυριακή τού λέει ότι ο πρώην της έχει φτάσει ήδη εκεί, βρίσκεται ήδη στο αστυνομικό τμήμα. Δεν της ζητάει να απομακρυνθεί, να προσέχει, να φύγει, να επιστρέψει στο Τμήμα… παρά μόνο μένει πιστός στο πρωτόκολλο.
Πέντε μαχαιριές δίπλα στο φυλάκιο
Η Κυριακή πέφτει νεκρή μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα με πέντε μαχαιριές, από τα χέρια του 39χρονου πρώην συντρόφου της μπροστά στο φυλάκιο του Αστυνομικού Τμήματος, σχεδόν μέσα στο Τμήμα, και ο τηλεφωνητής ακόμη αναρωτιέται πού πρέπει να στείλει το περιπολικό, ακούγοντας σε ανοιχτή ακρόαση το χρονικό του θανάτου της νεαρής κοπέλας από το κινητό τηλέφωνο που της είχε πέσει από τα χέρια.
«Και βέβαια το περιπολικό δεν είναι ταξί… Το ταξί περιμένει να μπούμε στο σπίτι μας» σχολιάζει μια γυναίκα που ήρθε στο σημείο με τα παιδιά της. «Του μαθαίνω να αγαπάει τις γυναίκες και να τις σέβεται. Εχει και μια αδερφούλα» λέει δείχνοντας τον γιο της. «Η δική του μάνα; Τι του μάθαινε;» αναρωτιέται. Δεν είναι ξεκάθαρο αν περιμένει κάποια απάντηση ή αν σκέφτεται δυνατά.
Από το σημείο του εγκλήματος, το σπίτι της Κυριακής απέχει μόλις 900 μέτρα. Από εκεί ξεκίνησαν όλα. Εκεί είδε την άσπρη μηχανή του δολοφόνου της να παραμονεύει. Στη γειτονιά δεν είχε προλάβει να τη γνωρίσει κανένας, την έμαθαν από τα δελτία ειδήσεων, όπως λένε. Αλλωστε δύο μήνες πέρασαν από τότε που χώρισε και μετακόμισε στους Αγίους Αναργύρους. Ηθελε να κάνει μια καινούργια αρχή και, όπως έγραφε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αναζητούσε τη γαλήνη.
«Κυριακή, 28 χρόνων. Καμία μόνη» γράφει σήμερα ένα ακόμα σύνθημα στο οδόστρωμα. Δίπλα στα λουλούδια και στα κεριά, αποχαιρετιστήρια γράμματα και λόγια οργής. «Καλό ταξίδι. Θα είσαι άγγελος», «Καλό Παράδεισο», «Η θυσία της Κυριακής θα γίνει τσουνάμι και θα σας πνίξει», «Πόσες ακόμα; Ακούει κανείς;». Μερικά από τα γράμματα τα έχουν αφήσει γυναίκες που βρέθηκαν στη θέση της Κυριακής αλλά, από τύχη και μόνο, η δική τους ιστορία είχε ένα καλύτερο τέλος.
«Αγάπη μου, Κυριακή, πήγα να πεθάνω πριν χρόνια από τον σύζυγό μου. Το ίδιο μού φέρθηκε η Αστυνομία στην Αγία Παρασκευή. Σου εύχομαι καλό Παράδεισο» της γράφει η Ασημίνα. Λουλούδια αφήνουν και άνδρες στο σημείο της δολοφονίας, σκεπτικοί. Με τη λέξη «δειλός» θα χαρακτηρίσουν τον δολοφόνο της γυναίκας.
Λίγες ώρες νωρίτερα, συγγενείς, φίλοι αλλά και άνθρωποι που δεν γνώρισαν ποτέ την Κυριακή βρέθηκαν στον Ιερό Ναό του Αγίου Νεκταρίου για να την αποχαιρετήσουν. Με μάτια βουρκωμένα. Φορτισμένοι αλλά και θυμωμένοι. Οι καμπάνες ηχούσαν πένθιμα, ενώ μέσα στην ησυχία και τον βουβό πόνο άκουγες μόνο τη μητέρα της να αναρωτιέται: «Πού πάει το παιδί μου;». Με το αυτοκίνητό του ακολουθούσε το λευκό φέρετρο και ο πατέρας της. Δίπλα στη νεκροφόρα, δεξιά και αριστερά, πολλοί αστυνομικοί τη συνοδεύουν στην τελευταία της κατοικία, αφού δεν τα κατάφεραν, το βράδυ της περασμένης Δευτέρας, να τη συνοδεύσουν μέχρι το σπίτι της. Είπαμε, το περιπολικό δεν είναι ταξί…
Την ίδια ώρα ο δράστης, φορώντας αλεξίσφαιρο γιλέκο και έχοντας τον λαιμό του μπαταρισμένο με γάζες από τον αυτοτραυματισμό του, κατέθετε ότι δεν θυμάται τίποτα, ότι δεν κατάλαβε πως έκανε κακό στην Κυριακή, ότι δεν ήθελε να της κάνει κακό, ότι έχει ψυχολογικά προβλήματα… Η Κυριακή όμως τα έκανε όλα σωστά. Της είπαν ότι πρέπει να φεύγει από μία σχέση όταν ο σύντροφός είναι κακοποιητικός, και έφυγε. Αλλαξε γειτονιά, άλλαξε σπίτι. Της είπαν να μην τα κρατάει όλα μέσα της, να ζητάει βοήθεια όταν τη χρειάζεται, κι εκείνη άνοιξε την καρδιά της και μίλησε στους ανθρώπους που ένιωθε ότι μπορεί να εμπιστευθεί.
Της είπαν να μη διστάσει να πάει στο αστυνομικό τμήμα και να καταγγείλει ότι δεν νιώθει ασφαλής, και εκείνη βρήκε τη δύναμη και πήγε. Ηρθε όμως αντιμέτωπη με την απάθεια, την αδιαφορία, την περιφρόνηση, την ειρωνεία, και τελικά με τις παθογένειες μιας ολόκληρης κοινωνίας.
Πίστη στο πρωτόκολλο και σωρεία λαθών
Ενας φρουρός που δεν διέγνωσε κίνδυνο ακούγοντας τις φωνές της και βγήκε από το φυλάκιο μόνο όταν είχαν τελειώσει όλα, όταν για την Κυριακή ήταν ήδη αργά (ο ίδιος περίμενε την απόφαση της απόταξής του, αφού έχει καταδικαστεί αμετάκλητα από τον Αρειο Πάγο για την εμπλοκή του σε κύκλωμα πλαστογραφίας, έδινε το παρών στο Αστυνομικό Τμήμα Νέας Ιωνίας και φρουρούσε στο Αστυνομικό Τμήμα Αγίων Αναργύρων).
Μια αξιωματικός υπηρεσίας που δεν μπόρεσε να αξιολογήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης. Μια υποδιοικήτρια, σε βάρδια επόπτριας και η γυναίκα οδηγός της, που ισχυρίστηκαν ότι δεν υπάρχει διαθέσιμο περιπολικό για να τη συνοδεύσει στο σπίτι και την προέτρεψαν να πάρει μόνη της τηλέφωνο στην Αμεση Δράση… Και, τέλος, ένας τηλεφωνητής, πιστός στο πρωτόκολλο… μέχρι το τέλος.
Κι όμως, ο φάκελος του δολοφόνου της ήταν εκεί, και αν κάποιος είχε μπει θα έβλεπε ότι μιλούσε για έναν άνθρωπο γνώριμο στις Αρχές, με καταδίκες για απείθεια, ναρκωτικά, ξυλοδαρμούς, απόπειρες βιασμού. Κανένας όμως δεν το έκανε. Για ένα αυτεπάγγελτο αδίκημα ενδοοικογενειακής βίας. «Δεν ήθελε να κάνει μήνυση. Δεν τον φοβόταν. Δεν μας έδωσε τα στοιχεία του. Δεν μας έδωσε να καταλάβουμε τη σοβαρότητα της κατάστασης…». Ολα αυτά θα ειπωθούν μετά τη δολοφονία της νεαρής κοπέλας, με την οργή ήδη να ξεχειλίζει.