Από τη Μακεδονία και τη Θράκη μέχρι την Ηπειρο, την Κρήτη, τα Δωδεκάνησα, τις Κυκλάδες και τις ελληνόφωνες περιοχές της Κάτω Ιταλίας.
Οδηγός τα παραδοσιακά μουσικά όργανα, οι τοπικές μελωδίες της κάθε περιοχής, οι χοροί και τα ξεφαντώματά τους. Δεν είναι ένα, ούτε δύο, αλλά πολύ περισσότερα τα μουσικά σχήματα νέων που αποφασίζουν σήμερα να στραφούν στη μουσική παράδοση της πατρίδας και να αναζητήσουν τα ακούσματα μιας άλλης εποχής με τη φιλοδοξία να γίνουν μια «γέφυρα» ανάμεσα στις γενιές που τα γέννησαν και στις επόμενες.
Τραγούδια και σκοποί του παρελθόντος γίνονται έτσι πρώτη ύλη για δημιουργίες από νέα συγκροτήματα μουσικών. Κίνητρό τους είναι και η ενθουσιώδης ανταπόκριση του κόσμου, όπως απέδειξε και η μεγάλη συμμετοχή στο φεστιβάλ «Rizes Fest» που διεξήχθη πριν από λίγες ημέρες στην Τεχνόπολη.
«Το Βήμα» επικοινώνησε με τέσσερα συγκροτήματα νέων ανθρώπων που μας μίλησαν για την ενασχόλησή τους με την παραδοσιακή μουσική και την αγάπη τους για τα μουσικά ακούσματα που προέρχονται από όλη την Ελλάδα.
«Στροφή στην παράδοση»
Πώς ξεκινάει η κουβέντα μας; Με το μουσικό σχήμα Μουχαμπέτια που δημιουργήθηκε το 2022 στη Θεσσαλονίκη από πέντε καλούς φίλους και συμφοιτητές του Τμήματος Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Στο συγκρότημα συμμετέχουν ο Νικόλας Δεληβασίλης που παίζει βιολί, ο Γιώργος Μαρκόπουλος που παίζει κλαρίνο, ο Χρήστος Γκίνης που τραγουδάει και παίζει λαούτο, ο Παναγιώτης Πλιούκας που παίζει ούτι και ο Γιώργος Δεληβασίλης στα κρουστά.
«Μουχαμπέτια είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα και αναφέρεται στις κουβέντες, στα αστεία και στις συζητήσεις που γίνονται στα τραπέζια και στις εορταστικές συνάξεις πριν αρχίσουν τα τραγούδια και οι χοροί» αναφέρει ο Νικόλας Δεληβασίλης. «Αρχίσαμε να παίζουμε σε κάποιες εκδηλώσεις της σχολής και στη συνέχεια, αφού ταιριάξαμε σαν άτομα, αποφασίσαμε να φτιάξουμε αυτό το συγκρότημα.
Η ενασχόλησή μας με τη μουσική παράδοση έγκειται ακριβώς στο ρήμα «παραδίδω»: δηλαδή παίρνουμε κάτι από το παρελθόν και με τον δικό μας τρόπο το παραδίδουμε στις επόμενες γενιές. Για εμάς είναι σημαντικό το γεγονός ότι από τα ακούσματα των προγόνων μας πήραμε στοιχεία από τις παραδόσεις των τόπων καταγωγής μας και εμείς με τη σειρά μας θα τα μεταδώσουμε στους επόμενους. Παίζουμε δημοτικά τραγούδια και μουσικές από όλες τις περιοχές της Ελλάδας, αλλά δίνουμε ιδιαίτερη βαρύτητα στις μουσικές παραδόσεις της Μακεδονίας και της Θράκης».
Ο ίδιος προσθέτει ότι ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια η ανταπόκριση από τον κόσμο είναι μεγάλη. «Βλέπουμε μια στροφή προς την παραδοσιακή μουσική, η οποία τον περασμένο καιρό ήταν λίγο παγωμένη. Βλέπουμε νέους να επιστρέφουν στα παραδοσιακά γλέντια και στα πανηγύρια και μάλιστα με την ίδια αγάπη που βλέπαμε πριν από είκοσι χρόνια. Βοήθησε και το γεγονός ότι βγαίνουν νέοι καλλιτέχνες και διασκευάζουν με σύγχρονους τρόπους παραδοσιακά τραγούδια».
«Η αίσθηση της συνέχειας»
Το Ασμα Cordis είναι ένα φωνητικό σύνολο που αποτελείται από τέσσερις κοπέλες που μεγάλωσαν στην Αθήνα και συνδέονται με συγγενικούς δεσμούς, αλλά τις ενώνει και η αγάπη τους για τη μουσική, τον χορό και το τραγούδι. Συμμετέχουν η Αννα-Μαρία Μαρκαντώνη, η Γεωργία Παλιούρα, η Ειρήνη Αθανασούλα και η Μαριάννα Αθανασούλα.
Οπως λέει η Αννα-Μαρία Μαρκαντώνη, «δημιουργήσαμε το σχήμα το 2019. Με τα υπόλοιπα κορίτσια τραγουδούσαμε από μικρές σε οικογενειακές συγκεντρώσεις κ.λπ. Αγαπάμε ιδιαίτερα την παραδοσιακή μουσική και είχαμε από παλιά επαφές με διάφορους συλλόγους. Στις εμφανίσεις μας επιλέγουμε κάποια κομμάτια που μας αγγίζουν και μας εμπνέουν και τα ερμηνεύουμε εφαρμόζοντας τεχνικές αυθορμητισμού. Στην παραδοσιακή μουσική μάς μαγεύει η αίσθηση της συνέχειας, ότι το υλικό αυτό έχει τις ρίζες του στο παρελθόν και κουβαλάει μια ιστορία.
Μας γοητεύει η δυνατότητα να επικοινωνείς την αγάπη για τη μουσική του τόπου σου. Κάποια στιγμή γεννιέται η ανάγκη στον άνθρωπο να ψάξει τις ρίζες του και να διασώσει κομμάτια της παραδοσιακής κουλτούρας».
Από την άλλη πλευρά, η Αιγαιοπελαγίτικη Ζυγιά αποτελείται από τρεις νεαρούς μουσικούς, τον Ορέστη Τρίπη (βιολί, τραγούδι), τον Νίκο Κουτούζο (σαντούρι, τραγούδι) και τον Δημήτρη Ασβεστά (λαούτο, τραγούδι). Το συγκρότημα δημιουργήθηκε μόλις πριν από έναν χρόνο. «Αυτό που μας γοητεύει στην παραδοσιακή μουσική είναι ότι πρόκειται για μια διαχρονική κουλτούρα και τουλάχιστον εμένα προσωπικά με φέρνει σε επαφή με αναμνήσεις του παρελθόντος, με έναν κόσμο που συνεχίζει να υπάρχει μέσα από αυτά τα παραδοσιακά τραγούδια» μας εξηγεί ο κ. Ασβεστάς.
«Ολα στη ζωή κάνουν έναν κύκλο. Για κάποιες δεκαετίες οι νέοι είχαν γυρίσει την πλάτη τους στην παράδοση. Σήμερα βλέπουμε μια στροφή και μια επιστροφή στην παραδοσιακή κουλτούρα. Προσωπικά έχω μεγάλη αδυναμία στη μουσική παράδοση της Κρήτης, αλλά το ρεπερτόριό μας συμπεριλαμβάνει μουσικές και από τα Δωδεκάνησα και τις Κυκλάδες».
«Ελληνικές διάλεκτοι»
Με μια ιδιαίτερη ελληνική μουσική παράδοση ασχολείται το συγκρότημα Riturnella, που δημιουργήθηκε στην Αθήνα το 2023 από νέους μουσικούς και χορευτές που έχουν βιωματική σχέση με τις παραδόσεις του ιταλικού Νότου και συγκεκριμένα τις ελληνόφωνες κοινότητες της Καλαβρίας και της Απουλίας. Στο συγκρότημα συμμετέχουν ο Ελληνοϊταλός Σαλβατόρε Κοντιτσέλο που τραγουδάει και παίζει μαντολίνο, η Ελένη Αλμπαρόζα που παίζει ταμπουρέλο και ταμόρα, η Μυρσίνη Ποντικοπούλου (βιολί), ο Παναγιώτης Καφετζόπουλος (ακορντεόν) και οι χορεύτριες Αντωνία Μπιλάλη και Αίγλη Πέπα.
Οπως μας λέει ο κ. Κοντιτσέλο, «προσωπικά ένιωθα την ανάγκη να εκφράσω την αγάπη μου για αυτή τη μουσική παράδοση που είναι πολύ ιδιαίτερη. Με τα υπόλοιπα μέλη του συγκροτήματος μας ενώνει η αγάπη για αυτή την κουλτούρα, που είναι μεν στην Κάτω Ιταλία αλλά είναι απόλυτα ελληνική. Ταυτόχρονα είναι μια παράδοση που συνδυάζει τη μουσική με τον χορό. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό είναι ότι δεν είναι κυκλικοί χοροί, αλλά χορεύονται σε ζευγάρια, με πιο γνωστούς την πίτσικα και την ταραντέλα.
Τα τραγούδια μας είναι σε ελληνικές διαλέκτους. Τα γκρίκο από την Απουλία και τα γκρεκάνικα από την Καλαβρία δεν είναι ιταλικές διάλεκτοι, αλλά ελληνικές. Riturnella στη διάλεκτο της Καλαβρίας σημαίνει «χελιδόνι». Είμαστε μια ομάδα νέων μουσικών και μας ευχαριστεί πολύ το γεγονός ότι στις εμφανίσεις μας βλέπουμε πολλούς νέους ανθρώπους να αγαπούν, να εκτιμούν και να αγκαλιάζουν τη μουσική μας και τους χορούς μας».