Οι κόντρες για τη λύση στη Βενιζέλου έχουν αφήσει στην άκρη το ζήτημα του χρονοδιαγράμματος, για το οποίο η νεοπαγής διοίκηση της ΑΜ πρόκειται να ζητήσει άμεση αναθεώρηση από τον ανάδοχο. Το μορατόριουμ που είχε επικρατήσει επέτρεπε μεν στην προηγούμενη διοίκηση να υποστηρίζει δημοσίως ότι η παράδοση του έργου (πλην του σταθμού Βενιζέλου) θα γινόταν το 2020, όμως η αλλαγή των επιμέρους αποκλειστικών ημερομηνιών την έχει ήδη αναπέμψει πολύ αργότερα.
Εκτιμάται ότι, με τις υφιστάμενες συνθήκες, η ολοκλήρωση της βασικής γραμμής δεν θα ήταν εφικτή παρά στο τέλος του 2022. Με τους ρυθμούς που ακολούθησε η ΑΜ χρειαζόταν τουλάχιστον ακόμα ενάμισης χρόνος μελετών για τον σταθμό Βενιζέλου, στέλνοντας στην καλύτερη περίπτωση την ολοκλήρωση στο 2024. Καθυστέρηση που, όπως φαίνεται, έστρωσε το έδαφος για την εκ νέου ανατροπή.
Υπήρχε μάλιστα πρόβλεψη για αναθεώρηση του χρονοδιαγράμματος μετά τις τελικές αποφάσεις για τους σταθμούς Αγίας Σοφίας και Βενιζέλου! Εγείρεται δε το ερώτημα γιατί ενώ οι προμελέτες εγκρίθηκαν τον Φεβρουάριο και τον Ιούλιο του 2018, οι οριστικές μελέτες (και αυτές όχι στο σύνολό τους) ζητήθηκαν, σύμφωνα με πληροφορίες, από τον ανάδοχο τον Απρίλιο του 2019.
Σε επιστολή της, στις 9 Αυγούστου 2019, η ανάδοχος κοινοπραξία σημείωνε ότι η ΑΜ γνωρίζει ότι «όσο δεν αποφασίζει επί της τεχνικής λύσης του σταθμού Βενιζέλου, ο χρόνος ολοκλήρωσης του έργου είναι άγνωστος». Επίσης, ότι δεν έχει ληφθεί καμία απόφαση σχετικά με την κατασκευή του επανασχεδιασμένου σταθμού και δεν έχει οριστικοποιηθεί ακόμη το κατασκευαστικό του αντικείμενο. Και παρά τις ανακοινώσεις για λειτουργία της βασικής γραμμής το 2020, χωρίς στάση στη Βενιζέλου μέχρι την ολοκλήρωσή του, δεν έχει ζητηθεί από τον κατασκευαστή να προχωρήσει στην ολοκλήρωση της βασικής γραμμής.
Οι αρχαιολόγοι
«Μόνο έτσι εξασφαλίζουμε τους χρόνους, το δημόσιο χρήμα και το αποτέλεσμα» υπεραμύνεται της νέας κυβερνητικής επιλογής ο κ. Ταχιάος. Με την απόσπαση και επανατοποθέτηση, όπως εξηγεί, θα γίνουν οι αρχικά προβλεφθείσες ανασκαφές διασφαλίζοντας τις ήδη συμβασιοποιημένες διαστάσεις, προϋποθέσεις ασφαλείας και διαδικασίες του έργου. Δεν θα αποφευχθούν επιπλέον συμβάσεις για τις αρχαιολογικές εργασίες, «αλλά ο σταθμός μένει πιο κοντά στα γεωμετρικά χαρακτηριστικά της αρχικής μελέτης ώστε η λύση να είναι πιο οικονομική αλλά, κυρίως, ρεαλιστική».
Με την κατά χώρα ανάδειξη, η ανασκαφή πρόκειται να επεκταθεί κατά 1.100 τ.μ. – η Decumanus Maximus βρέθηκε σε επιφάνεια 1.600 τ.μ. – και ειδικά στη νότια πλευρά θα φτάσει σε βάθος 10 μέτρων. Υπάρχουν φωνές που υποστηρίζουν ότι η διάνοιξη τόσο μεγάλου σκάμματος θα καταστρέψει τα αρχαία, καθώς ο υφιστάμενος σχεδιασμός προβλέπει ότι θα πρέπει να γίνουν σκάλες εισόδου/εξόδου.
Ο νέος επικεφαλής της ΑΜ τονίζει τη δέσμευση της νέας διοίκησης ότι όποια μελέτη απαιτηθεί από την Αρχαιολογική Υπηρεσία θα υλοποιηθεί. «Δεν έχουμε καμία αντιπαλότητα με τους αρχαιολόγους. Θέλουμε να συνεργαστούμε και να τους πείσουμε ότι δεν έχουμε καμία πρόθεση να φέρουμε διαφορετικό τελικό αποτέλεσμα από αυτό που και εκείνοι επιθυμούν».