Η ελληνική φύση απειλείται από ξένους εισβολείς. Εκατοντάδες βιολογικοί «μετανάστες» – ψάρια, οστρακόδερμα, μαλάκια, θηλαστικά, έντομα, μύκητες και φυτά – έχουν πιαστεί στην… τσιμπίδα των επιστημόνων τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά πιο επικίνδυνοι θεωρούνται 126, οι οποίοι έχουν συμπεριληφθεί στην ελληνική «most wanted list». Μάλιστα, 35 από αυτούς τους ανεπιθύμητους επισκέπτες έχουν ήδη καταλάβει θέση και στην αντίστοιχη ευρωπαϊκή λίστα.
Σχέδιο άμυνας με εξαετή ορίζοντα
Το ζητούμενο ωστόσο δεν είναι μόνο η καταγραφή τους, αλλά η… απαγόρευση εισόδου στη χώρα και η αντιμετώπιση της εξάπλωσης όσων έχουν ήδη εισβάλει. Σ’ αυτό το πλαίσιο υπεγράφη το «Σχέδιο δράσης για τις διαδρομές εισαγωγής των χωροκατακτητικών ξενικών ειδών στην Ελλάδα», προϋπολογισμού 3.000.000 ευρώ, με εξαετή ορίζοντα υλοποίησης των δράσεων για τον περιορισμό τους.
Ο προτεινόμενος εθνικός κατάλογος με τα 126 πιο απειλητικά είδη (με αξιολόγηση κινδύνου για κάθε ένα είδος) προέκυψε από ερευνητικό έργο του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) με ανάδοχο το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η λίστα θα τεθεί άμεσα σε δημόσια διαβούλευση ώστε επιστήμονες που μελετούν το πρόβλημα και άλλοι φορείς (αλιέων, κυνηγών κ.λπ.) να εκφράσουν την άποψή τους και να προτείνουν τεκμηριωμένα την προσθήκη ή αφαίρεση ειδών. Τον τελικό λόγο ωστόσο θα έχει η γνωμοδοτική επιστημονική επιτροπή που έχει συσταθεί με στόχο η χώρα να έχει τον τελικό κατάλογο των χωροκατακτητικών ξενικών ειδών έως τέλος του έτους.
Είναι αξιοσημείωτο ότι τα τελευταία χρόνια πολλά ερευνητικά ιδρύματα έχουν διεξαγάγει μελέτες για τα λεγόμενα εισβλητικά (ή αλλιώς χωροκατακτητικά) είδη και έχουν εντοπίσει περί τα 214 ξενικά είδη στις ελληνικές θάλασσες, 456 φυτικούς εισβολείς και περίπου 500 «εισαγόμενα» έντομα. Το ποια από αυτά θα συμπεριληφθούν στον εθνικό κατάλογο εξαρτάται από τον κίνδυνο που ενέχει η διατήρησή τους και από τον οικονομικό αντίκτυπο του εκτοπισμού τους, όπως π.χ. των γουνοφόρων μινκ που εκτρέφονται για την εμπορία της γούνας τους, αλλά έχουν διαφύγει στη φύση.
Από τον λαγοκέφαλο στην ψευδοακακία
Στην Ελλάδα, από απαντήσεις επιστημονικών ιδρυμάτων, Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών, ΜΚΟ κ.ά. σε ερωτηματολόγιο στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος INVALIS, προέκυψε ότι στους σημαντικότερους εισβολείς στην Ελλάδα περιλαμβάνονται το μπλε καβούρι (Callinectes sapidus), τα θαλασσινά ψάρια όπως ο λαγοκέφαλος (Lagocephalus sceleratus), το λεοντόψαρο (Pterois miles) και ο Γερμανός ή αγριόσαλπα (Siganus luridus), ψάρια του γλυκού νερού όπως το κουνουπόψαρο (Gambusia holbrooki) και το ηλιόψαρο (Lepomis gibbosus).
Επίσης, σημαντικά χωροκατακτητικά είδη θεωρούνται ο μυοκάστορας (Myocastor coypus) ο οποίος πιθανώς πέρασε μόνος του τα σύνορα και πλέον έχει εξαπλωθεί σε μεγάλο μέρος της Βόρειας Ελλάδας, ενώ τελευταία παρατηρείται και στη Δυτική Πελοπόννησο και το μινκ (Neovison vison) που δραπέτευσε από γουνοφόρες εκτροφές.
Αλλά και πολλά φυτικά είδη, όπως ο Γερμανός ή σολανό (Solanum elaeagnifolium), γνωστό και ως «στρύχνο», η ψευδοακακία (Robinia pseudoacacia) και η βρωμοκαρυδιά (Ailanthus altissima) που χρησιμοποιήθηκαν ως καλλωπιστικά φυτά, για φράχτες, ή για τη συγκράτηση του εδάφους, αλλά διέφυγαν στη φύση και απειλούν τον ζωτικό χώρο άλλων ειδών.
Οι 4 «διαδρομές» εισόδου στη χώρα
Η πλέον συνήθης διαδρομή εισαγωγής είναι η διαφυγή από περιορισμό (π.χ. από pet shop, όπως χελωνάκια, παπαγαλάκια κ.λπ., από καλλιέργειες ή εκτροφές), την οποία έχουν ακολουθήσει 36 είδη, εκ των οποίων τέσσερα υδρόβια και 32 χερσαία, εκ των οποίων 18 φυτά.
Αλλα 34 είδη έχουν ακολουθήσει τη διαδρομή της μη υποβοηθούμενης από τον άνθρωπο εισαγωγής. Στα δέκα είδη που διέφυγαν σε εσωτερικά νερά τα οκτώ πέρασαν μέσω διασυνοριακών ποταμών (Στρυμόνας και Εβρος) από τη Βουλγαρία και δευτερευόντως λιμνών (Πρέσπα, από το αλβανικό τμήμα της λίμνης). Αναφορικά με τα θαλάσσια είδη, φαίνεται ξεκάθαρα η επίδραση της διώρυγας του Σουέζ στην είσοδο ξενικών ειδών στη Μεσόγειο. Ετσι έφτασαν στα ελληνικά ύδατα το λεοντόψαρο, ο λαγοκέφαλος κ.ά.
Ακολουθεί ως τρίτη διαδρομή η είσοδος με τις μεταφορές ή με επιμολύνσεις. Από τα 27 είδη της συγκεκριμένης κατηγορίας τα 18 είναι χερσαία φυτά (παράσιτα) και ζώα, έξι υδρόβια ασπόνδυλα εσωτερικών υδάτων και τρία ψάρια εσωτερικών υδάτων.
Επεται η τέταρτη διαδρομή που είναι η απελευθέρωση στη φύση. Σε αυτή την κατηγορία περιλαμβάνονται 16 είδη εκ των οποίων τα 13 χερσαία και τρία υδρόβια. Σε ό,τι αφορά τα εσωτερικά ύδατα, δύο είδη έχουν εισέλθει στα υδατικά συστήματα της χώρας κατόπιν σκόπιμης απελευθέρωσής τους, για αλιεία και βιολογικό έλεγχο. «Πριν από κάποιες δεκαετίες είχε γίνει εμπλουτισμός λιμνών και ποταμών με ψάρια εμπορικής σημασίας ώστε να αναβαθμιστεί η αλιεία, αλλά ανάμεσα σε αυτά ξέφυγαν και ορισμένα ανεπιθύμητα. Επίσης, κάποια είδη εισήχθησαν σκοπίμως για άλλους λόγους, όπως π.χ. το κουνουπόψαρο πριν από δεκαετίες σε περιοχές όπου υπήρχαν προβλήματα ελονοσίας. Ελυσε το πρόβλημα των κουνουπιών αλλά έχει δυσμενείς επιπτώσεις στα οικοσυστήματα» τονίζει παράγοντας του υπουργείου.