Στις όχθες της λίμνης Ρίτσα στην Αμπχαζία, όπου βρισκόταν η καταπράσινη για καμουφλάζ παραθεριστική κατοικία του Ιωσήφ Στάλιν, μια από τις διάσπαρτες «ντάτσες» που διέθετε στην περιοχή του Καυκάσου, έμελλε να καθοριστεί το πλαίσιο της μετεμφυλιακής πολιτικής του ηττημένου ΚΚΕ, αλλά και να αναδυθούν πίσω από τις γραμμές του ντοκουμέντου που έλαβε την έγκριση του πανίσχυρου σοβιετικού ηγέτη οι αντιφάσεις και οι διαφορετικές αναγνώσεις για την «καινούργια κατάσταση» που διαμορφωνόταν μετά τη συντριπτική ήττα των δυνάμεων του ΔΣΕ στον Γράμμο και στο Βίτσι και τα «καινούργια καθήκοντα» που αυτή έθετε.
Τα αίτια της ήττας και το μέλλον
Πριν 73 χρόνια, η 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ στο Μπουρέλι της Αλβανίας (9 Οκτωβρίου 1949), όπου είχαν καταφύγει οι ηττημένοι μαχητές του ΔΣΕ (παρέμειναν στη γειτονική χώρα μέχρι τον Δεκέμβριο του ’49, οπότε και ολοκληρώθηκε η αποχώρησή τους προς τις Λαϊκές Δημοκρατίες και την ΕΣΣΔ), θα επιχειρούσε μια πρώτη προσέγγιση των αιτίων της ήττας και τον καθορισμό των νέων καθηκόντων του κόμματος στο πνεύμα του «ντοκουμέντου της λίμνης Ρίτσα» που είχε συνομολογηθεί λίγες ημέρες πριν (στις 16 Σεπτεμβρίου) μεταξύ Στάλιν και Ζαχαριάδη. Της 6ης Ολομέλειας είχε προηγηθεί η Συνδιάσκεψη των Κομματικών Οργανώσεων Βιτσίου – Γράμμου του ΔΣΕ με τη συμμετοχή 325 αντιπροσώπων (29-30 Σεπτεμβρίου) που επιδοκίμαζε κατά βάση «την πραχτική καθοδήγηση του αγώνα στα τρία χρόνια της νέας ένοπλης λαϊκο-απελευθερωτικής πάλης του λαού της Ελλάδας, ενάντια στον μοναρχοφασισμό και τον αμερικανοαγγλικό ιμπεριαλισμό» εγκρίνοντας «την καινούρια αποστολή» που αναλάμβανε το ΚΚΕ.
Το ντοκουμέντο που συνάφθηκε στην «ντάτσα» του Στάλιν μετά τις διορθώσεις που επέφερε ο ίδιος στο αρχικό κείμενο που του ενεχείρισε ο ηγέτης του ΚΚΕ (όπως το να απαλείψει τα περί «προσωρινής υποχώρησης» του ΔΣΕ που υποστήριζε ο Ζαχαριάδης κ.λπ.) έριχνε το βάρος στη δημιουργία ενός πλατιού δημοκρατικού συνασπισμού στη βάση ενός μίνιμουμ προγράμματος, κάτι που πρακτικά απείχε παρασάγγας από την άποψη του γενικού γραμματέα του ΚΚΕ ότι παρά την ήττα του ΔΣΕ οι δυνάμεις του παρέμεναν με το «όπλο παρά πόδα» και ότι παρά την υποχώρηση από τα πεδία των μαχών στην Ελλάδα διατηρείτο η «επαναστατική κατάσταση».
Το «Ντοκουμέντο» έθετε στο ΚΚΕ το καθήκον «να σταματήσει σήμερα τον ένοπλο αγώνα κρατώντας μικρά παρτιζάνικα τμήματα σαν μέσο πίεσης πάνω στον μοναρχοφασισμό για όσο το δυνατό μεγαλύτερη δημοκρατική ειρήνευση στον τόπο», ενώ το προέτρεπε «να μεταφέρει το κέντρο βάρους της δουλειάς του στην οργάνωση και καθοδήγηση των οικονομικών και πολιτικών αγώνων όλων των στρωμάτων του εργαζόμενου λαού» και μέσα από τη «δυνατή παράνομη κομματική οργάνωση» των δυνάμεών του να χρησιμοποιήσει «όλες τις νόμιμες δυνατότητες (συνεταιρισμούς, επαγγελματικά συνδικάτα, Τύπο, συλλόγους, κάθε είδους πολιτικά αιρετά όργανα) και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις «για τη συγκέντρωση των μαζών, για την οργάνωσή τους, για την καθοδήγηση των πολιτικών και οικονομικών τους αγώνων».
«Πλατύς δημοκρατικός συνασπισμός»
Εθετε ως στόχο ότι «πάνω στη βάση του προγράμματος του αγώνα για την ανεξαρτησία και τη δημοκρατικοποίηση της Ελλάδας, το ΚΚΕ πρέπει να δημιουργήσει πλατύ δημοκρατικό συνασπισμό, όπου να τραβηχτούνε όσοι δέχονται το μίνιμουμ αυτό πρόγραμμα δημοκρατικής ανάπτυξης της Ελλάδας» και προέκρινε την ανάγκη έκδοσης στην Αθήνα «νόμιμης, περιοδικής, μαζικής πολιτικής εφημερίδας» καθώς και την αποστολή κομματικών στελεχών στις μεγάλες πόλεις «για το δυνάμωμα και την αναδιοργάνωση των τοπικών κομματικών οργανώσεων και για την εξασφάλιση της εφαρμογής της καινούργιας γραμμής».
Οσον αφορά δε τα αίτια της ήττας, στο «Ντοκουμέντο» διαπιστωνόταν «η αδυναμία του ΚΚΕ να λύσει το πρόβλημα των εφεδρειών του ΔΣΕ, καθώς και του εφοδιασμού των τμημάτων του ΔΣΕ που βρίσκονταν στις περιοχές της Κεντρικής και Νότιας Ελλάδας», «η βοήθεια που οι Αμερικάνοι και οι Εγγλέζοι έδωσαν στον μοναρχοφασισμό» και «η προδοσία της κλίκας του Τίτο», ενώ επικροτείτο η στάση της καθοδήγησης του ΚΚΕ που «ενήργησε σωστά αποκρούοντας την τυχοδιωκτική «τακτική συνέχισης της επίθεσης ό,τι και να γίνει» με την αναπόφευκτη συνέπεια της συντριβής των στελεχών και εφαρμόζοντας την τακτική της υποχώρησης, που έδωσε τη δυνατότητα να σωθούν τα στελέχη από τα χτυπήματα και να φυλαχτούνε για τους μελλοντικούς αγώνες».
Τα παραπάνω έρχονταν ουσιαστικά σε αντίθεση με τις επιδιώξεις του Ζαχαριάδη, όπως αυτές διατυπώνονταν στο προπαρασκευαστικό κείμενο-έκθεση που είχε αποστείλει στον Στάλιν, όπου μιλούσε για «διατήρηση και ενίσχυση του παρτιζάνικου αγώνα σ’ όλη τη χώρα», προσδιορίζοντας ότι «εφόσον θα αναπτύξουμε τους μαζικούς και λαϊκούς αγώνες, θα διατηρήσουμε την παρτιζάνικη δραστηριότητα σ’ όλη τη χώρα έχοντας και έτοιμες τις δυνάμεις μας στο εξωτερικό και, σε σχέση και με τη διαμόρφωση της διεθνούς κατάστασης, θα μπορέσουμε στην κατάλληλη στιγμή να γενικεύσουμε πάλι τον ένοπλο αγώνα για την ανατροπή του μοναρχοφασισμού».
Η άποψη της Μόσχας
Οπως προκύπτει από το κείμενο που έλαβε την έγκριση του Στάλιν [ο Ζαχαριάδης έχει γράψει σχετικά στο τελευταίο γράμμα του πριν αυτοκτονήσει την 1η Αυγούστου του 1973 στο Σουργκούτ της Σιβηρίας, όπου είχε εξοριστεί από τη χρουστσοφική ηγεσία, ότι το «ντοκουμέντο της λίμνης Ρίτσας που έχει την προσωπική, ιδιόχειρη σημείωση του Στάλιν: “σύμφωνος” (…) καθόρισε τη μεταεμφυλιακή γενική πολιτική γραμμή μέχρι και το 1956», χρονιά που ο ίδιος αποκαθηλώθηκε από την ηγεσία του ΚΚΕ με παρέμβαση των «αδελφών κομμάτων»], η άποψη της Μόσχας για τις εξελίξεις στην Ελλάδα και τον ρόλο του ΚΚΕ μετά τον Εμφύλιο, ήταν διαφορετική.
«Καινούργια κατάσταση – καινούργια καθήκοντα»
«Με το όπλο παρά πόδα»
Ο Ζαχαριάδης είχε τη δική του οπτική για τον ρόλο του ΚΚΕ. «Καινούργια κατάσταση – καινούργια καθήκοντα» διακήρυξε ενώπιον των αποδεκατισμένων στελεχών που συμμετείχαν στην 6η Ολομέλεια, υπερπροβάλλοντας τη σημασία της «αποστασίας του Τίτο», που ήρθε σε ρήξη με τον Στάλιν το 1948 εγκαταλείποντας στη μοίρα του τον ΔΣΕ, για την ήττα στον Γράμμο και στο Βίτσι σε συνδυασμό με τη μη έγκυρη επίλυση του προβλήματος των εφεδρειών. Ο Ζαχαριάδης στην ομιλία του παραδέχθηκε ότι «θα ‘ταν μεγάλο λάθος αν, μέσα στις καινούργιες συνθήκες που δημιουργήθηκαν, το ΚΚΕ συνέχιζε μέχρι τέλους τον ένοπλο αγώνα που δεν πρόσφερε πια προοπτική επιτυχίας και που έτσι θα οδηγούσε σε μια καταστροφή». Ωστόσο, για τον Ζαχαριάδη «οι κύριες δυνάμεις του ΔΣΕ, παρά τη μοναρχοφασιστική επιτυχία στο Βίτσι-Γράμμο, παραμένουν άθιχτες και με το όπλο παρά πόδα». Πίστευε δε ότι παρά την ορθή «ταχτική της υποχώρησης», η κατάσταση στην Ελλάδα «παραμένει επαναστατική». Και εκτιμούσε ότι από την ικανότητα του ΚΚΕ να οργανώσει και να καθοδηγήσει τους οικονομικούς και πολιτικούς αγώνες «σε συνδυασμό με τις μάχες που δίνουν τα ένοπλα τμήματά μας» (όσα είχαν παραμείνει σε Πελοπόννησο, Ρούμελη, Θεσσαλία, Ηπειρο, Μακεδονία-Θράκη και νησιά), «θα εξαρτηθεί αν η υποχώρηση θα εξελιχθεί σε λίγο ή πολύ πιο μακρόχρονη στρατηγική σύμπτυξη δυνάμεων, ή σε ταχτικό χειρισμό αναδιάταξης και ανασύνταξης των δυνάμεων σε σύντομο διάστημα για το πέρασμα πάλι στην επίθεση», εκτίμηση που διαψεύστηκε παταγωδώς.