Η εικόνα δεν φέρνει στο μυαλό σωφρονιστικό κατάστημα: άνθρωποι διαφόρων ηλικιών, σκυμμένοι στο χώμα, σκάβουν τη γη με φτυάρια και τσάπες. Πίσω τους δεν βλέπεις ογκώδεις γκρίζους τοίχους, ούτε θεόρατα κάγκελα. Η σκηνή θυμίζει περισσότερο αγρόκτημα παρά συγκρότημα φυλακών. Στον περιβάλλοντα χώρο φαίνονται δέντρα, χαμηλοί θάμνοι, κτίρια που μοιάζουν με χωριατόσπιτα. Λίγα μέτρα πιο μέσα, μπαίνοντας στον κυρίως χώρο των φυλακών ανηλίκων της Κασσαβέτειας, η εξήγηση αποκαλύπτεται.
Δίπλα στην πτέρυγα των ανήλικων παραβατών ζουν κρατούμενοι που «απολαμβάνουν» μια ημιελεύθερη κράτηση, ανεξαρτήτως αδικήματος. Η απασχόλησή τους μαρτυρά την αρχική χρήση της φυλακής, που λίγο περισσότερο από έναν αιώνα νωρίτερα λειτουργούσε ως γεωργική σχολή.
Γύρω στον χώρο, ανήλικοι κρατούμενοι έχουν ξεκινήσει τις καθημερινές τους δραστηριότητες. «Το Βήμα» τούς βρίσκει λίγο πριν από το μεσημέρι. Η πρώτη σκέψη του παρατηρητή στέκεται στο «Πανοπτικό», το σύστημα επιτήρησης του Jeremy Bentham και των τελών του 18ου αιώνα, της κυκλοειδούς φυλακής για να εποπτεύονται όλοι οι κρατούμενοι που μάθαμε από τον Μισέλ Φουκό και τους πρώτους τιμωρητικούς μηχανισμούς μιας πειθαρχικής κοινωνίας. Εδώ ωστόσο οι κρατούμενοι δεν φαίνονται να δυσφορούν πραγματικά από τον εφιάλτη του πανοπτισμού.
Ο 17χρονος Νίκος κάθεται σε μια καρέκλα, σηκώνει το βλέμμα όσο πλησιάζουμε και τελικά κοιτάζει με βλέμμα καθαρό και ειλικρινές. «Εχω μπει εδώ μέσα τρεις φορές» λέει αυθόρμητα. «Εχω μπλεξίματα με παρέες, κλέβω. Κάνω βλακείες και το μετανιώνω, το μετανιώνω πάρα πολύ» συνεχίζει σχεδόν χαριτολογώντας. Εχει μια νεανική ανεμελιά, αντιστρόφως ανάλογη με τις παρούσες συνθήκες της ζωής του. Είναι ένα έφηβο παιδί, που όμως πήρε το λάθος μονοπάτι.
«Τώρα όμως βρίσκεστε σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο» παρατηρώ απαντώντας στην αυθόρμητη εξομολόγησή του. «Πρέπει να τηρείτε τους κανόνες, να μη φτάνετε στα άκρα…». Ακούγεται ηθικοπλαστικό; Ο Νίκος με κοιτάζει σοβαρός. Σύντομα καταλαβαίνω τον λόγο. Οι νέοι που βγαίνουν από τις φυλακές ανηλίκων συχνά ξαναγυρνούν, και όταν ξαναγυρνούν η συνθήκη είναι μόνο μία: απογοήτευση. Ωστόσο, αποτελεί κάτι που συμβαίνει ξανά και ξανά και πλέον δεν αιφνιδιάζει κανέναν.
«Μου λείπουν οι γονείς μου»
Ο 15χρονος Δημήτρης, που βρίσκεται για πρώτη φορά κρατούμενος στις φυλακές Κασσαβέτειας, μοιράζεται με «Το Βήμα» την καθημερινότητά του αλλά και τα όσα θέλει να κάνει μόλις βγει από τη φυλακή: «Βρέθηκα εδώ γιατί έκανα αλητείες και τέτοια. Περνάει η ώρα μας στη φυλακή. Μιλάω στο τηλέφωνο με τη μητέρα μου, πηγαίνω στο σχολείο, βλέπω τηλεόραση. Θέλω να σπουδάσω μηχανικός αυτοκινήτων».
Η ιδέα αυτή φαίνεται να τον γεμίζει ελπίδα. Στην ερώτηση αν του λείπει η οικογένειά του, η απάντησή του είναι άμεση: «Ναι, μου λείπει πάρα πολύ». Λέει ότι θα παραμείνει στη φυλακή περίπου για έναν χρόνο και ότι έχει πάρει την απόφαση να μην επιστρέψει ποτέ ξανά: «Θέλω να είμαι νόμιμος. Δεν θέλω να ξαναμπώ».
Μπορεί ο Δημήτρης να έχει όνειρα για τη ζωή του, όμως δεν συμβαίνει το ίδιο με όλους τους ανήλικους κρατουμένους, που ενδεχομένως να έχουν μεγαλώσει σε ένα σκληρό περιβάλλον. Κάτι που καταλαβαίνεις αμέσως, από τα βλέμματα εκείνων που δεν θέλουν να μιλήσουν, που γυρίζουν το βλέμμα αλλού.
Στη φυλακή γίνονται κανονικά μαθήματα και λειτουργεί σχολείο. Ο Νίκος αυτή τη στιγμή κάνει τα μαθήματα της δεύτερης τάξης Δημοτικού παρά το προχωρημένο της ηλικίας του, μη γνωρίζοντας ακόμη ανάγνωση και γραφή, αφού εκτός φυλακής είχε ελάχιστη επαφή με τα γράμματα. Ωστόσο διαβάζει με μεράκι. Στην ερώτηση «αν έχει κάποιο όνειρο για τη ζωή» δεν μπορεί να σκεφτεί κάτι και να απαντήσει, παρόλο που και ο ίδιος έχει ήδη δύο παιδιά, ηλικίας 9 μηνών και 2 ετών.
Πώς έφτασε στο σήμερα; Αναφέρει ότι την πρώτη φορά που φυλακίστηκε τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα, τα παιδιά μέσα στη φυλακή ήταν αγρίμια και δεν έλειπαν οι καβγάδες. Πλέον όμως η κατάσταση είναι πολύ πιο ήρεμη. Το τμήμα ανηλίκων στην Κασσαβέτεια λειτουργεί μόλις δύο χρόνια, με τα παιδιά που μεταφέρθηκαν εκεί να προέρχονται από το κατάστημα της Κορίνθου, οπότε και χρειάζεται κάποιος χρόνος προσαρμογής.
«Είχα μια βεντέτα με μια άλλη οικογένεια, και εγώ πυροβόλησα κάποιον», λέει ο 17χρονος Φίλιππος
Μπαίνοντας στην κουβέντα μας, ο 17χρονος Φίλιππος κάνει λόγο για «οικογενειακές φασαρίες», που τον οδήγησαν στη φυλακή. «Είχα μια βεντέτα με μια άλλη οικογένεια, και εγώ πυροβόλησα κάποιον». Είναι η πρώτη φορά που βρίσκεται σε ένα τέτοιο μέρος και περιμένει το δικαστήριό του σε τρεις μήνες: «Θα δούμε τι θα γίνει παρακάτω».
«Το μετανιώνεις;» είναι η επόμενη ερώτηση. «Οχι, γιατί ήταν μια υπόθεση της οικογένειάς μου και έπρεπε να λυθεί. Το λύσαμε με αυτόν τον τρόπο». Ο ίδιος απαντά πως δεν έχει σκοπό να οδηγηθεί ξανά σε παραβατικές συμπεριφορές: «Και από τη δική μου μεριά, αλλά και από την άλλη έχουν μπει άτομα στη μέση και το θέμα έχει λήξει» λέει χωρίς να μπει σε άλλες λεπτομέρειες.
Η καθημερινότητά του στη φυλακή περιλαμβάνει ποδόσφαιρο και άλλα παιχνίδια. Ωστόσο, αναγνωρίζει πως, παρά τις δραστηριότητες, η πραγματικότητα της φυλακής δεν μπορεί να αγνοηθεί. «Εντάξει, είναι φυλακή. Δεν βγαίνεις έξω, δεν βλέπεις την οικογένειά σου. Αυτό είναι το κυριότερο».
Παραδέχεται πως πριν βρεθεί εκεί φανταζόταν κάτι πιο σκληρό απ’ αυτό που τελικά ζει. Συμμετέχει όμως και σε άλλες δραστηριότητες: «Τώρα έχουμε αρχίσει και κάνουμε θέατρο» λέει με ενδιαφέρον. Σχετικά με την εκπαίδευσή του, βρίσκεται στο στάδιο της Α’ Γυμνασίου και προσπαθεί να προχωρήσει.
Σκέφτεται το μέλλον και ονειρεύεται να γίνει ποδοσφαιριστής. «Από μικρός έπαιζα μπάλα για πέντε χρόνια. Αλλά μετά οι παρέες με παρέσυραν στο κάπνισμα και στις κλοπές. Εκοψα το ποδόσφαιρο, πέρασα από δικαστήριο, και έπειτα με αυτό που έκανα βρέθηκα εδώ». Στην ερώτηση αν έχει αλλάξει κάτι από τότε που βρέθηκε στο σωφρονιστικό κατάστημα, απαντάει ειλικρινά: «Εχουν αλλάξει πολλά. Θέλω να είμαι πιο λογικός και σοβαρός όταν βγω. Οταν ήμουν έξω, δεν ήμουν τόσο ώριμος όσο τώρα. Ημουν πάνω στην εφηβεία και δεν καταλάβαινα πώς είναι η ζωή μέσα».
Είναι στη φυλακή μόλις δυόμισι μήνες, αλλά ήδη νιώθει ότι έχει ωριμάσει. «Θέλω να είμαι πιο σοβαρός όταν βγω έξω». Μιλάει ωστόσο και για τη στήριξη που δέχεται από τους κοινωνικούς λειτουργούς και τους ψυχολόγους, ενώ παραδέχεται ότι η οικογένειά του ανησυχεί πολύ για αυτόν. «Είναι μια μικρή παρηγοριά να ξέρουν ότι είμαι ασφαλής εδώ. Αλλά τους λείπω, και μου λείπουν κι εκείνοι».
Κράτηση ως έξι μήνες
Μπαίνοντας στο κτίριο-«σπιτάκι» όπου στεγάζεται το γραφείο του διευθυντή μαζί με άλλες υπηρεσίες, το πρώτο πράγμα που ξεχωρίζει κανείς είναι τα 10 κύπελλα από αγώνες πάνω στα δύο καφέ σκρίνια γεμάτα με βιβλία, μια εικόνα που πάλι μπερδεύει, καθώς μοιάζει περισσότερο με το γραφείο διευθυντή σχολείου παρά φυλακών.
Οπως εξηγεί στο «Βήμα» ο διευθυντής του Ειδικού Αγροτικού Συστήματος Κράτησης Κασσαβέτειας Στέφανος Ραφτόπουλος, «σε συνεργασία με τον Δικηγορικό Σύλλογο, την Αστυνομία και διάφορα σχολεία της περιοχής, διοργανώνονταν τουρνουά, όπου τα παιδιά συμμετέχουν και παίρνουν κύπελλα ως βραβεία». Ο ίδιος ξεχωρίζει εκείνο που αφορά έναν διαγωνισμό ρομποτικής στον οποίο διακρίθηκαν τα παιδιά των φυλακών για τη συνέπειά τους: «Αν και τα ίδια δεν είχαν πάει εκεί, εκπροσωπήθηκαν από μια ομάδα που περιλάμβανε παιδιά υπαλλήλων και κατέκτησαν αυτό το βραβείο» εξηγεί.
Οπως λέει ο ίδιος, για αυτά τα παιδιά είναι πολύ σημαντικές η εξωστρέφεια και η συμμετοχή τους στα κοινωνικά δρώμενα. «Η παραμονή των ανηλίκων εδώ είναι σύντομη, συνήθως έξι μήνες (σ.σ.: χωρίς φυσικά να λείπουν και οι περιπτώσεις που μετά την έξοδό τους από τη φυλακή, λίγο αργότερα πέφτουν σε νέα παραπτώματα και επιστρέφουν εκ νέου)».
Τι σημαίνει αυτό; Ο κ. Ραφτόπουλος εξηγεί: «Βρίσκονται σε ένα μεταβατικό στάδιο που στοχεύει στην επανένταξή τους στην κοινωνία. Σε αυτό συμβάλλουν σημαντικά οι κοινωνικοί λειτουργοί, οι οποίοι δουλεύουν εντατικά μαζί τους. Ενας βασικός παράγοντας επανένταξης είναι τα σχολεία που λειτουργούν εντός του χώρου, όπως το δημοτικό και το γυμνάσιο. Πολλά παιδιά, που είτε είχαν διακόψει τη φοίτησή τους είτε δεν είχαν πάει ποτέ στο σχολείο, εδώ έχουν την ευκαιρία να επιστρέψουν στην εκπαίδευση».
Τονίζει πως αυτή η εμπειρία τα βοηθά να δουν τα πράγματα διαφορετικά, να αναπτύξουν μια πιο θετική σκέψη και να απομακρυνθούν από τα παραπτώματα του παρελθόντος. Παράλληλα, υλοποιούνται διάφορα προγράμματα, όπως μαθήματα πληροφορικής ή άλλες δραστηριότητες, που τους δίνουν πρόσβαση σε άλλες γνώσεις και δεξιότητες.
«Για πολλά από αυτά τα παιδιά, οι εμπειρίες αυτές είναι πρωτόγνωρες, καθώς προέρχονται από οικογένειες που δεν τους το είχαν προσφέρει. Μέσα από αυτή την έκθεση σε καινούργια ερεθίσματα, στόχος είναι το να ενταχθούν σε ένα πιο ομαλό κοινωνικό πλαίσιο. Ετσι, ακόμα κι αν επιστρέψουν στις ίδιες συνθήκες ζωής που ίσχυαν πριν την κράτησή τους, θα έχουν αποκτήσει μια πιο ώριμη σκέψη. Αν η αλλαγή στη νοοτροπία τους επιτευχθεί, θα μπορέσουν να σταθούν στα πόδια τους, να δουλέψουν και να ζήσουν μια καλύτερη ζωή. Αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση».
Στις σκέψεις που συνοδεύουν τη συζήτησή μας βέβαια, δεν είναι κυρίαρχη η ελπίδα. Είναι δύσκολο να μπει κανείς στη θέση των παιδιών που, παρά την παραβατική συμπεριφορά τους, έχουν κληθεί να αποχωριστούν για ένα χρονικό διάστημα την ελευθερία τους, την οικογένειά τους. Το πρώτο τους βράδυ στη φυλακή; Η συνύπαρξή τους με αγνώστους; Οι πιθανοί κίνδυνοι από την επαφή τους με τους υπόλοιπους ανήλικους κρατουμένους; Πολλά δεν μπορούν να ειπωθούν εύκολα. Και βέβαια η σκέψη της «τάξης των παραβατικών» ξαναφέρνει στο μυαλό τα αποτελέσματα που έχουν συχνά στη χώρα μας τα χρόνια που μένει κανείς πίσω από τα κάγκελα της φυλακής: ενίσχυση της παραβατικότητας και συχνά επιστροφή στη φυλακή.
Για τον διευθυντή της φυλακής Κασσαβέτειας ο χαρακτηρισμός «αποθήκη ψυχών» που χρησιμοποιείται συχνά σε κοινωνικές συζητήσεις για τις φυλακές των ανηλίκων είναι απογοητευτικός. «Δεν θεωρώ ότι αυτό ισχύει. Με στενοχωρεί όταν ακούω τέτοιες αναφορές» λέει. «Δεν μπορείς να κρίνεις μια φυλακή από μεμονωμένα περιστατικά. Ναι, μπορεί να υπάρξουν επεισόδια, όπως εκείνο με τα παιδιά που πιάστηκαν στα χέρια και εξελίχθηκε σε αιματηρό επεισόδιο, αλλά αυτό δεν χαρακτηρίζει τη συνολική εικόνα ενός καταστήματος. Ζω τη φυλακή καθημερινά. Είναι λάθος να λέμε ότι είναι αποθήκη ψυχών. Αν βγείτε έξω, δεν θα ξεχωρίσετε ποιοι είναι κρατούμενοι και ποιοι όχι. Αυτό δείχνει ότι δεν ξεχνάμε, ούτε παρατάμε τους ανθρώπους που βρίσκονται εδώ».
Το ανοικτό μοντέλο της Φινλανδίας
Στη Φινλανδία έχει εφαρμοστεί το πολυσυζητημένο μοντέλο των «ανοικτών» φυλακών. Φυλακών δηλαδή με ελάχιστους φράχτες, τοίχους ή άλλα εμπόδια, στις οποίες στην πραγματικότητα οι κρατούμενοι ζουν σε καταλύματα και έχουν την ελευθερία μετακίνησης στις περιοχές γύρω από αυτές ή συμμετοχής σε δραστηριότητες αναψυχής.
Στόχος του σωφρονιστικού συστήματος της χώρας είναι η αναμόρφωση των κρατουμένων σε αυτές, με μόνο το ένα τρίτο εξ αυτών να επιστρέφει στη φυλακή μετά τη διάπραξη νέων αδικημάτων και τους μελετητές να συγκρίνουν τα αποτελέσματά τους με τα αντίστοιχα ποσοστά κρατουμένων που επιστρέφουν σε πολύ μεγαλύτερους αριθμούς πίσω από τα κάγκελα στα αυστηρότερα συστήματα σωφρονιστικών συστημάτων χωρών όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Η μεταρρύθμιση του σωφρονιστικού συστήματος της Φινλανδίας έγινε πριν από 70 χρόνια, ενώ σήμερα το μοντέλο αυτό έχει ενισχυθεί με την προσφορά μαθημάτων στην τεχνητή νοημοσύνη και σε άλλους τομείς που σχετίζονται με την τεχνολογία και καλλιέργεια νέων κοινωνικών δεξιοτήτων που τελικά προετοιμάζουν τους κρατούμενους για μια επαγγελματική ζωή μετά την αποφυλάκισή τους και για νέα κοινωνικά «μονοπάτια» που τους επιτρέπουν να κερδίσουν την ευκαιρία της επανένταξής τους στην κοινωνία.