Πώς βλέπετε την ένταση που δημιούργησε τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη η μεταναστευτική κρίση;

«Η αλήθεια είναι ότι ήρθαν στην επιφάνεια πολλά φαντάσματα. Φασισμός, ξενοφοβία, έλλειψη αλληλεγγύης. Aπό τη στιγμή που γεννήθηκαν τα εθνικά κράτη, υψώθηκαν και τα σύνορα. Οχι μόνο γεωγραφικά, αλλά και κάθε είδους. Εχουμε συνηθίσει να υψώνουμε σύνορα μέσα στο ίδιο μας το σώμα, απέναντι στον σύντροφό μας, στους φίλους μας, στους γείτονές μας. Για οτιδήποτε συμβεί ο εύκολος στόχος είναι πάντα ο άλλος. Κάποιον θα βρούμε να του φορτώσουμε την ευθύνη για όλα μας τα δεινά. Θέλω να αναφερθώ στην περίπτωση της γερμανίδας πλοιάρχου, της Καρόλα Ρακέτε, η οποία καταδικάστηκε γιατί οδήγησε στη στεριά με ασφάλεια ταλαιπωρημένους μετανάστες, μεταξύ αυτών μικρά παιδιά. Αν κάνεις το ανθρωπιστικό σου καθήκον, αν φερθείς με ευαισθησία και καλοσύνη, κινδυνεύεις με τρία χρόνια φυλάκιση. Γι’ αυτό που συμβαίνει στις ακτές της Μεσογείου έχουμε ευθύνη όλοι μας γιατί δεν βγαίνουμε να ουρλιάξουμε με όλη μας τη δύναμη. Να σώσουμε τις ζωές που χάνονται. Και να έχουμε υπ’ όψιν μας ότι κανείς δεν φεύγει από τη χώρα του αν μπορεί να ζήσει εκεί. Ολοι θέλουμε να περπατάμε στα χώματά μας, να έχουμε κοντά μας τους ανθρώπους μας, να μιλάμε τη γλώσσα μας».

Εσείς πώς σκέπτεστε τη ζωή σας τα επόμενα χρόνια; Σχεδιάζετε να μείνετε στην Ευρώπη;

«Ο σκοπός μου είναι να επιστρέψω στη Μέση Ανατολή. Θέλω να συλλέξω μαρτυρίες για παραδόσεις και τεχνικές που χάνονται, να συμβάλω στη διάσωση της τεχνογνωσίας.

Ενα άλλο σχέδιο που έχω, είτε για το Ντιγιαρμπακίρ είτε για κάπου αλλού στη Μέση Ανατολή, είναι να δημιουργήσω μικρά εργαστήρια για νέους καλλιτέχνες και να κάνω εκθέσεις με υλικό που μεταφέρουν μετανάστες από τις χώρες τους. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης που ζούμε, οι ντόπιες κουλτούρες κινδυνεύουν, δυστυχώς, με αφανισμό».