Εξαπλώνεται η πανώλη των ζώων, γεγονός που προκαλεί αγωνία στους κτηνοτρόφους και έντονες ανησυχίες στις αρμόδιες αρχές, οι οποίες προσπαθούν να διαχειριστούν την κατάσταση. Την προηγούμενη εβδομάδα εντοπίστηκε ένα νέο κρούσμα σε κτηνοτροφική μονάδα της Θεσσαλίας.
Ταυτόχρονα εντοπίστηκε νέο κρούσμα σε μονάδα στην ορεινή Κορινθία, αλλά και σε μονάδα στον Ασπρόπυργο Αττικής. Την περασμένη Πέμπτη ανακοινώθηκε ότι εντοπίστηκαν δύο θετικά κρούσματα σε μονάδες της Περιφερειακής Ενότητας Ηρακλείου στην Κρήτη, ενώ μία ημέρα αργότερα εντοπίστηκαν κρούσματα στη Βόνιτσα και στην Ηλεία. Την ίδια ημέρα οι Αρχές πήραν δείγματα από ζώα και στην Κομοτηνή.
Το κρίσιμο ερώτημα παραμένει: Με ποιον τρόπο και με ποιες διαδρομές εξαπλώνεται η νόσος που απειλεί πλέον το κτηνοτροφικό κεφάλαιο σε πολλές περιοχές της χώρας; Οι Αρχές βρίσκονται σε επιφυλακή, αλλά, όπως όλα δείχνουν μέχρι στιγμής, αδυνατούν να περιορίσουν την εξάπλωση της νόσου.
Τεράστιο οικονομικό κόστος
«Αυτό που φαίνεται μέχρι στιγμής και σύμφωνα με τις υπάρχουσες ενδείξεις είναι ότι το πρόβλημα έχει έρθει καθαρά από τη μεταφορά ζώων από το εξωτερικό, η οποία σε μεγάλο βαθμό είναι ανεξέλεγκτη. Και δεν ελέγχεται διότι δεν υπάρχει αρκετός αριθμός κτηνιάτρων στις δημόσιες κτηνιατρικές υπηρεσίες. Η δική μου μονάδα είναι στην Καστοριά. Στην περιοχή λειτουργούσαν τέσσερα αγροτικά κτηνιατρεία.
Τη στιγμή αυτή λειτουργεί ένα και αυτό υπολειτουργεί» αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Δ. Μόσχος, αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας, και προσθέτει ότι «οι εισαγωγές ζώων σταμάτησαν μόλις την περασμένη Δευτέρα και ενώ είχαν ήδη θανατωθεί χιλιάδες ζώα. Σταμάτησαν μετά από παρέμβασή μας καθώς επισημάναμε ότι δεν είναι δυνατόν να «κλείνει» η Ελλάδα και να συνεχίζονται οι εισαγωγές ζώων.
Οπως προκύπτει από την ενημέρωση που έχουμε μέχρι τώρα και από συζητήσεις που έχω κάνει με συναδέλφους, φαίνεται ότι η νόσος έχει έρθει ξεκάθαρα από τη Ρουμανία και έχει να κάνει με το εμπόριο ζώων. Οι επιπτώσεις σε εμάς τους κτηνοτρόφους είναι απίστευτα βαριές. Αν προσβληθεί ένα κοπάδι, η θνησιμότητα είναι πάνω από 70%. Πολλοί συνάδελφοι φοβούνται να δηλώσουν τα κρούσματα καθώς γνωρίζουν ότι οι αποζημιώσεις δεν θα ισορροπήσουν τις απώλειές τους.
Δυστυχώς το κοπάδι δεν σώζεται αν βρεθεί κρούσμα, γεγονός που για τους αγρότες σημαίνει ολική καταστροφή. Για εμάς τους υπόλοιπους, που είμαστε σε καραντίνα, σημαίνει επιπλέον οικονομικό κόστος που, όπως όλα δείχνουν, θα είναι τεράστιο. Αναγκαζόμαστε αυτή τη στιγμή να κρατάμε τα ζώα μέσα, να μη βρεθούν σε περιβάλλον όπου μπορεί να περάσουν άλλα κοπάδια, από τον φόβο της επιμόλυνσης, αναγκαζόμαστε να τα ταΐσουμε με τροφές που τις είχαμε για τον χειμώνα κ.λπ. Για αυτά δεν μιλάει κανένας» λέει ο κ. Μόσχος.
Μέτρα αντιμετώπισης και περιορισμού
Σύμφωνα με τις αρμόδιες αρχές, τα κυριότερα μέτρα που λαμβάνονται μετά τον εντοπισμό κρουσμάτων είναι η θανάτωση του συνόλου των ζώων της μονάδας και στη συνέχεια ακολουθούν η υγειονομική ταφή, η απολύμανση και το κλείσιμο της συγκεκριμένης μονάδας για όσο χρονικό διάστημα απαιτείται ούτως ώστε να επιβεβαιωθεί ότι δεν έχει πλέον μολυσματική δύναμη. Για την αμεσότερη επεξεργασία των δειγμάτων, το υπουργείο Ανάπτυξης «επιστράτευσε» επιπλέον 2 εργαστήρια. Η ζώνη προστασίας ορίζεται στα 3 χιλιόμετρα και η ζώνη επιτήρησης στα 10 χιλιόμετρα, ενώ έχει απαγορευτεί η μετακίνηση αιγοπροβάτων για αναπαραγωγή, πάχυνση και σφαγή σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια.
Για τους κτηνοτρόφους προβλέπονται όλες οι σχετικές αποζημιώσεις που ορίζει η κοινοτική Οδηγία και η διαδικασία θα ακολουθηθεί και στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως συμβαίνει με όλα τα λοιμώδη νοσήματα. «Οι κτηνοτρόφοι δεν έχουν ακόμα αποζημιωθεί από τις καταστροφές που προκάλεσαν οι πλημμύρες του «Ντάνιελ». Φανταστείτε πότε θα αποζημιωθούν για την καταστροφή από την πανώλη» τονίζει ο κ. Μόσχος. «Η αντιμετώπιση του προβλήματος από το υπουργείο είναι ελλιπής και δυστυχώς θα το πληρώσουμε όλοι και ειδικά οι κάτοικοι των αστικών κέντρων, καθώς η τιμή του κρέατος των αιγοπροβάτων θα εκτοξευθεί στα ύψη» προσθέτει.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η νόσος δεν μεταδίδεται στον άνθρωπο, ενώ τα παράγωγα των αιγοπροβάτων, το γάλα και το κρέας, διακινούνται μέχρι στιγμής χωρίς προβλήματα, εφόσον τηρούνται οι ευρωπαϊκοί κανονισμοί. Για την ασφάλεια των καταναλωτών, το γάλα διακινείται κανονικά ύστερα από υψηλή παστερίωση στους 72 βαθμούς και για 15 δευτερόλεπτα. Το κρέας καταναλώνεται, επίσης, κανονικά εφόσον περάσει από την απαραίτητη θερμική επεξεργασία. Επισημαίνεται ότι μέχρι στιγμής έχουν συνολικά θανατωθεί περισσότερα από 14.000 ζώα, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες στη Ρουμανία έχουν θανατωθεί 200.000.