Η πανδημία του SARS-CoV-2 – ναι, αυτή που έχει τελειώσει αλλά συνεχίζει να σκοτώνει περί τα 60 άτομα την εβδομάδα στη χώρα μας – ήταν στην οξεία φάση της μια συνθήκη έκτακτης ανάγκης για την παγκόσμια υγεία κατά την οποία βιώσαμε πρωτόγνωρες καταστάσεις: εγκλεισμό, αποξένωση, τηλεργασία, τηλεκπαίδευση, μηνύματα για να «ξεμυτίσουμε» ακόμη και για το σουπερμάρκετ ή για τη βόλτα του σκύλου. Μια συνθήκη που άλλαξε για σεβαστό χρονικό διάστημα τη ζωή των ενηλίκων, πόσω μάλλον των παιδιών, και δη των εφήβων, που λόγω της αναπτυξιακής φάσης που περνούσαν ήταν ιδιαιτέρως ευάλωτοι στις (σκληρές) αλλαγές στην καθημερινότητά τους.
Σε αυτή ακριβώς την ευάλωτη ηλικιακή ομάδα και στο αποτύπωμα που άφησε στον εγκέφαλό της η κορωνο-πανδημία επικεντρώνονται νέες μελέτες, τα ευρήματα των οποίων είναι άκρως ανησυχητικά: και αυτό διότι δείχνουν πως ο εφηβικός εγκέφαλος γέρασε πρόωρα μέσα στον πανδημικό «κυκεώνα», υπέστη ραγδαίες αλλαγές που τον ώθησαν σε βίαιη ωρίμαση. Και μένει να φανεί αν οι αλλαγές αυτές μπορούν να είναι αναστρέψιμες…
Τα δεδομένα
Ας αφήσουμε όμως τα στοιχεία να μιλήσουν. Στοιχεία που παρουσιάστηκαν σε πρόσφατο ετήσιο συνέδριο της Εταιρείας Νευροεπιστήμης στην Ουάσιγκτον και τα οποία σκιαγραφούν την εικόνα του γηρασμένου «μεταπανδημικού» εφηβικού εγκεφάλου.
Ερευνητές του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον στο Σιάτλ διεξήγαγαν μελέτη σε 124 εφήβους οι οποίοι παρακολουθήθηκαν απεικονιστικά τόσο π.Π. όσο και μ.Π. (κοινώς, προ πανδημίας αλλά και μετά την πανδημία) – συγκεκριμένα οι εθελοντές ήταν ηλικίας εννέα έως 17 ετών πριν από την πανδημία και εξετάστηκαν ξανά μετά την περίοδο των λοκντάουν. Οπως ανέφερε στο συνέδριο η Πατρίσια Κoλ, καθηγήτρια Λόγου και συνδιευθύντρια του Ινστιτούτου για τη Μάθηση και τις Επιστήμες του Εγκεφάλου στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον, η οποία παρουσίασε τα προκαταρκτικά ευρήματα της ομάδας της, «αυτά μαρτυρούν ότι ο εφηβικός εγκέφαλος εμφάνισε επιταχυνόμενη γήρανση λόγω των πανδημικών λοκντάουν».
Τα αποτελέσματα βασίστηκαν σε νευροαπεικονίσεις του εγκεφάλου – οι πρώτες έγιναν στους μικρούς εθελοντές το 2018 και επαναλήφθηκαν το 2021. Οι ερευνητές συνέκριναν αρχικώς τις μετρήσεις του 2018 με εκείνες που παρήχθησαν από ένα υπολογιστικό μοντέλο και οι οποίες έδειχναν ποια θα ήταν η αναμενόμενη εικόνα του εφηβικού εγκεφάλου τρία χρόνια αργότερα. Οι μετρήσεις αυτές αφορούσαν τη λέπτυνση του εγκεφαλικού φλοιού – ο φλοιός γίνεται όντως λεπτότερος καθώς οι έφηβοι μεγαλώνουν, ωστόσο η σύγκριση των αποτελεσμάτων του μοντέλου με την πραγματική εικόνα του εγκεφάλου των εφήβων το 2021 αποκάλυψε επιτάχυνση της λέπτυνσης του εγκεφαλικού φλοιού κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Πιο ευάλωτα τα κορίτσια
Να τονίσουμε σε αυτό το σημείο ότι η μεγάλη λέπτυνση του φλοιού μπορεί να αποτελεί σημάδι στρες επηρεάζοντας τη νευροπλαστικότητα του εγκεφάλου. Μάλιστα, όπως υπογράμμισε στο συνέδριο η δρ Κολ, η ίδια και οι συνεργάτες της προσπαθούν τώρα να προσδιορίσουν αν η λέπτυνση του φλοιού έχει επηρεάσει τη γλωσσική και γνωστική ικανότητα καθώς και την κοινωνική και συναισθηματική κατάσταση των συμμετεχόντων στη μελέτη.
Αξιοσημείωτο ήταν το γεγονός ότι, με βάση τα ευρήματα, η επίδραση της πανδημίας στον εφηβικό εγκέφαλο ήταν ασύμμετρα μεγάλη στα κορίτσια σε σύγκριση με τα αγόρια – αυτό αποκάλυψαν οι μετρήσεις σε 68 διαφορετικές εγκεφαλικές περιοχές. «Το μέγεθος των αλλαγών ήταν πολύ μεγάλο στον εγκέφαλο των κοριτσιών» είπε η καθηγήτρια κατά τη διάρκεια του συνεδρίου και προσέθεσε: «Ενα κορίτσι που επισκέφθηκε το εργαστήριό μας στα 11 έτη του κατά μέσο όρο και επέστρεψε σε ηλικία 14 ετών, είχε εγκέφαλο δύο χρόνια μεγαλύτερο σε ηλικία, εγκέφαλο δηλαδή μιας 16χρονης».
Ευαισθησία και ανθεκτικότητα
Μια διαφορετική πτυχή της «επέλασης» της πανδημίας στον εφηβικό εγκέφαλο φώτισε μια δεύτερη μελέτη ερευνητών του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ η οποία παρουσιάστηκε στο συνέδριο (και βρίσκεται υπό αξιολόγηση για δημοσίευση σε επιστημονικό περιοδικό) από την ελληνίδα αναπληρώτρια καθηγήτρια Παιδιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και διευθύντρια του Υπολογιστικού Εργαστηρίου Νευροεπιστήμης στο Τμήμα Εφηβικής Ιατρικής του Παιδιατρικού Νοσοκομείου της Βοστώνης Κατερίνα Σταμούλη. Η δρ Σταμούλη και η ομάδα της αναρωτήθηκαν αν κάποιοι εφηβικοί εγκέφαλοι ήταν πιο «ανθεκτικοί», πιο έτοιμοι να αντέξουν το… πανδημικό τσουνάμι, καθώς και ποιοι παράγοντες συνέβαλαν σε αυτή την πιθανή ανθεκτικότητα.
Οπως εξήγησε η ελληνίδα καθηγήτρια του Χάρβαρντ στο «Βήμα», «μεταξύ των νέων, οι έφηβοι ήταν ιδιαιτέρως ευάλωτοι κατά την πανδημία. Αυτό εν μέρει οφειλόταν στην αναπτυξιακή φάση στην οποία βρίσκονταν. Και αυτό διότι κατά την εφηβεία περιοχές του εγκεφάλου που υποστηρίζουν τις κοινωνικές δεξιότητες αλλά και την ψυχική υγεία υφίστανται σημαντικές αλλαγές και είναι πιο ευαίσθητες στις αρνητικές επιδράσεις όπως αυτές που έφερε η έκτακτη πανδημική συνθήκη». Σε αυτή τη «σαρωτική» συνθήκη όμως πιθανώς κάποιοι παράγοντες λειτούργησαν ως «ασπίδα» για ορισμένους εφήβους σε σχέση με άλλους θωρακίζοντάς τους, υπέθεσαν οι ερευνητές.
Στρες και η σημασία της θετικής αλληλεπίδρασης
Για να δουν αν ισχύει η υπόθεσή τους εξέτασαν δεδομένα νευροαπεικονιστικών εξετάσεων από 1.414 εφήβους που συμμετέχουν στη μελέτη Adolescent Brain Cognitive Development Study (Μελέτη της Γνωστικής Ανάπτυξης του Εφηβικού Εγκεφάλου), τη μεγαλύτερη αμερικανική μελέτη που βρίσκεται σε εξέλιξη σχετικά με την εγκεφαλική ανάπτυξη στην παιδική ηλικία. Οι ερευνητές επικεντρώθηκαν στην οργάνωση των δικτύων του εγκεφάλου και αξιολόγησαν το πόσο ισχυρή ήταν η επικοινωνία μεταξύ των νευρικών κυκλωμάτων αλλά και το πόσο αποτελεσματικά τα κυκλώματα αυτά επεξεργάζονταν τις πληροφορίες. «Είδαμε ότι λιγότερο «στιβαρά» κυκλώματα σε ορισμένα δίκτυα του εγκεφάλου συνδέονταν με υψηλότερα επίπεδα λύπης και άλλων στρεσογόνων παραγόντων μεταξύ εφήβων κατά το 2020 και το 2021 – τα δύο πρώτα «σκληρά» πανδημικά χρόνια. Η οργάνωση των αναπτυσσόμενων – και ως εκ τούτου ευάλωτων – εγκεφαλικών κυκλωμάτων πιθανώς έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ψυχική υγεία των εφήβων, στο στρες και στη συναισθηματική τους απόκριση κατά τη διάρκεια της πανδημίας της COVID-19» υπογράμμισε η δρ Σταμούλη και συμπλήρωσε πως «με δεδομένη τη σημαντική αύξηση προβλημάτων ψυχικής υγείας στους εφήβους μετά την πανδημία, υποθέτουμε ότι τα ευάλωτα κυκλώματα του εγκεφάλου που συνδέονται με την ψυχική υγεία επηρεάστηκαν αρνητικά από το στρες, τον φόβο, την κοινωνική απομόνωση και άλλες αρνητικές πτυχές της πανδημίας».
Σε ό,τι αφορά τους εφηβικούς εγκεφάλους που ήταν… σαν έτοιμοι από καιρό για την πανδημική «λαίλαπα», αυτοί, όπως επισήμανε η καθηγήτρια, «είχαν πιο ισχυρά και ανθεκτικά κυκλώματα. Σημαντικός όγκος ερευνητικών στοιχείων, ανεξάρτητων από τη δική μας έρευνα, έχει δείξει ότι περιβαλλοντικοί παράγοντες συμβάλλουν στην ανάπτυξη ισχυρών και αποτελεσματικών εγκεφαλικών κυκλωμάτων – τέτοιοι παράγοντες είναι οι θετικές αλληλεπιδράσεις εντός της οικογένειας, εντός του σχολείου αλλά και μεταξύ των συνομηλίκων».
Το σημαντικό ερώτημα
Ενα σημαντικό ερώτημα είναι αν το ισχυρό «αποτύπωμα» της πανδημίας μπορεί να «σβηστεί» από τον εφηβικό εγκέφαλο. Η καθηγήτρια απάντησε ότι «το συγκεκριμένο είναι ένα πολύ καλό ερώτημα που… δεν έχει αυτή τη στιγμή απάντηση. Δεν γνωρίζουμε ακόμη αν η πανδημία θα έχει και μακροπρόθεσμες συνέπειες στον εγκέφαλο των εφήβων. Αυτό ωστόσο που γνωρίζουμε είναι ότι ο αναπτυσσόμενος εφηβικός εγκέφαλος έχει μεγάλη πλαστικότητα – τα κυκλώματά του δηλαδή συνεχίζουν να αναπτύσσονται και να μεταβάλλονται ως την ενήλικη ζωή. Ελπίζουμε λοιπόν ότι με τις κατάλληλες παρεμβάσεις οι αρνητικές επιδράσεις της πανδημίας θα είναι αναστρέψιμες». Ελπίζουμε η… ελπίδα της ελληνίδας καθηγήτριας να γίνει πραγματικότητα διότι διαφορετικά μια ολόκληρη γενιά θα πληρώσει – κυριολεκτικώς – με την ψυχή της το βαρύ πανδημικό τίμημα (με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ποιότητα της ζωής της αλλά και εκείνης των παιδιών που θα φέρει στον κόσμο)…
Το λοκντάουν επέδρασε όπως το άγχος, η κατάθλιψη και οι εξαρτήσεις
Τα νέα στοιχεία σχετικά με τον πρόωρα «γηρασμένο» λόγω πανδημίας εφηβικό εγκέφαλο που παρουσιάστηκαν στο πρόσφατο συνέδριο της Ουάσιγκτον ήλθαν να επιβεβαιώσουν προηγούμενα ευρήματα μιας μικρού εύρους μελέτης ψυχολόγων του Πανεπιστημίου Στάνφορντ και ψυχιάτρων του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Σαν Φρανσίσκο η οποία δημοσιεύθηκε το 2022 στο επιστημονικό περιοδικό «Biological Psychiatry Global Open Science». Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή που χρηματοδοτήθηκε από το αμερικανικό Εθνικό Ινστιτούτο για την Ψυχική Υγεία (NIMH), ο εφηβικός εγκέφαλος φάνηκε να γέρασε κατά περίπου τρία χρόνια μέσα σε μόλις 10 πανδημικούς μήνες.
Οι ερευνητές συνέλεγαν δεδομένα από μαγνητικές τομογραφίες εφήβων ηλικίας 13 ως 17 ετών επί αρκετά έτη, όταν η πανδημία τούς ανάγκασε ξαφνικά να πατήσουν «pause» στην έρευνά τους. Δέκα μήνες αργότερα, όταν ξανάρχισε η μελέτη τους, σκέφτηκαν να συγκρίνουν προπανδημικά απεικονιστικά δεδομένα εφηβικών εγκεφάλων με… πανδημικά. Συγκεκριμένα, συνέκριναν απεικονίσεις του εγκεφάλου 64 εφήβων που είχαν υποβληθεί σε μαγνητική τομογραφία πριν από την πανδημία με μαγνητικές τομογραφίες του εγκεφάλου αντίστοιχου αριθμού εφήβων που έγιναν 10 μήνες αργότερα. Οπως είδαν, οι περιοχές του εγκεφάλου που εμπλέκονται στη μνήμη και στα συναισθήματα – ο ιππόκαμπος και η αμυγδαλή αντιστοίχως – εμφάνιζαν μεγαλύτερο πάχος στους εφηβικούς εγκεφάλους μετά τα λοκντάουν. Αντιθέτως, ο εγκεφαλικός φλοιός – που εμπλέκεται σε εκτελεστικές λειτουργίες όπως ο αυτοέλεγχος και η επίλυση προβλημάτων – ήταν πιο λεπτός. Παρότι αυτού του είδους οι αλλαγές συμβαίνουν φυσιολογικά στον εγκέφαλο κατά την ανάπτυξη, φάνηκε να έχουν μπει στο… fast forward κατά την πανδημία. Συνολικά κατά μέσο όρο 10 μήνες λοκντάουν μεταφράζονταν σε ωρίμαση του εφηβικού εγκεφάλου κατά περίπου τρία χρόνια. Σύμφωνα με τους ερευνητές, αυτή η πρόωρη γήρανση του εφηβικού εγκεφάλου ελέω πανδημίας ήταν παρόμοια με εκείνη που καταγράφεται στον εγκέφαλο εφήβων που έχουν βιώσει βία, παραμέληση και σοβαρές δυσλειτουργίες στο οικογενειακό περιβάλλον τους και συνδέεται με κατάθλιψη, άγχος και εξαρτήσεις στο μέλλον καθώς και με αυξημένο κίνδυνο για καρδιοπάθειες, διαβήτη αλλά και καρκίνο στην ενήλικη ζωή.
«Επέλαση» της COVID-19 στην αυγή της νέας χρονιάς
Καλή νέα ιο-χρονιά! Μετά τα ρεβεγιόν με κύριο «καλεσμένο» τον κορωνοϊό (αλλά και τη γρίπη), οι ειδικοί εκτιμούν ότι τα κρούσματα της COVID-19, τα οποία ήδη καταγράφουν αύξηση, θα κάνουν… πάρτι μέσα στον Ιανουάριο, οπότε και πιθανώς θα εμφανιστεί κορύφωση του αριθμού τους. Ηδη, οι εισαγωγές σε νοσοκομεία αλλά και σε ΜΕΘ εξαιτίας της COVID-19 έχουν πάρει την ανιούσα, όπως άλλωστε και η ζήτηση για self-tests, μάσκες και αντι-ιικά φάρμακα. Σε ό,τι αφορά συγκεκριμένα τα αντι-ιικά, σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του καθηγητή Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Στυλιανού Λουκίδη, οι αιτήσεις για χορήγησή τους είναι 2.500 ημερησίως, γεγονός που μαρτυρεί τη δυναμική του κορωνοϊού το τελευταίο διάστημα.
Σχετική εγρήγορση φαίνεται να παρατηρείται (αν και αργά, καθώς το επιδημικό κύμα έχει ήδη «φουσκώσει») σε ό,τι αφορά τον εμβολιασμό ενάντια στον SARS-CoV-2, o οποίος είχε ατονήσει σημαντικά. Αυτό μαρτυρούν οι πιο πρόσφατοι αριθμοί που δείχνουν ότι έχουν γίνει περίπου 177.000 εμβολιασμοί την εφετινή περίοδο με το διαθέσιμο επικαιροποιημένο εμβόλιο και έχουν κλειστεί 42.000 ραντεβού για τον Ιανουάριο – συγκριτικά, πριν από 10 ημέρες, οι εμβολιασμοί ήταν 159.000, ενώ είχαν κλειστεί μόλις 8.000 μελλοντικά ραντεβού. Κατά τους αρμόδιους φορείς, η τάση αυτή είναι ενθαρρυντική καθώς το εμβόλιο αποτελεί την πρώτιστη «ασπίδα» ενάντια στη μόλυνση.
Σε ό,τι αφορά την κορωνο-εικόνα που διαμορφώνεται στη χώρα μας, τα τελευταία προκαταρκτικά στοιχεία της εβδομαδιαίας επιδημιολογικής έκθεσης του ΕΟΔΥ δείχνουν αύξηση του αριθμού εισαγωγών (1.818) κατά 44% σε σχέση με τον μέσο εβδομαδιαίο αριθμό εισαγωγών τις προηγούμενες 4 εβδομάδες (1.259) – ο αριθμός των εισαγωγών είναι μάλιστα υψηλότερος από εκείνον την αντίστοιχη εβδομάδα του 2022 (1.519). Αύξηση παρουσιάζει και ο αριθμός των νέων διασωληνώσεων (31) σε σχέση με τον μέσο εβδομαδιαίο αριθμό νέων διασωληνώσεων κατά τις προηγούμενες 4 εβδομάδες (24) – ο αριθμός των διασωληνώσεων είναι πάντως χαμηλότερος από τον αριθμό των διασωληνώσεων την αντίστοιχη εβδομάδα του 2022 (60). Συνολικά 70 ασθενείς νοσηλεύονται διασωληνωμένοι με COVID-19.
Ελαφρά μείωση παρουσιάζει ο αριθμός των θανάτων σε σχέση με τον μέσο εβδομαδιαίο αριθμό θανάτων τις προηγούμενες τέσσερις εβδομάδες – 57 θάνατοι την τελευταία εβδομάδα έναντι 59 που ήταν ο μέσος εβδομαδιαίος αριθμός. Οι θάνατοι ήταν πάντως σημαντικά χαμηλότεροι από εκείνους την αντίστοιχη εβδομάδα του 2022 όταν είχαν φθάσει τους 154.
Σχολιάζοντας τα παραπάνω, ο καθηγητής Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων και του ΔΣ του ΕΟΔΥ κ. Δημήτριος Παρασκευής, λέει στο «Βήμα» ότι «δεν μπορούμε να κάνουμε ακριβείς εκτιμήσεις για το πότε θα συμβεί η κορύφωση, κατά πάσα πιθανότητα κάτι τέτοιο θα γίνει μέσα στον Ιανουάριο».
Οπως αναφέρει «σε κάθε περίπτωση, λόγω της αυξημένης κυκλοφορίας του κορωνοϊού αλλά και των υπόλοιπων ιογενών λοιμώξεων του αναπνευστικού, συστήνεται ισχυρά ο εμβολιασμός της αναμνηστικής δόσης για κορωνοϊό και γρίπη για τις ευάλωτες ομάδες πληθυσμού, καθώς και η τήρηση των μέτρων όπως η χρήση μάσκας σε κλειστούς χώρους με υψηλό συγχρωτισμό, η απομόνωση επί συμπτωμάτων, ο επαρκής αερισμός των εσωτερικών χώρων κ.λπ.».