Η μουσική ως ανθρώπινη έκφραση δεν μπορεί να είναι στατική. Ακολουθεί την ανθρώπινη εξέλιξη και τον ανθρώπινο πολιτισμό από την προϊστορία ακόμη. Έτσι, η πίστη, η λατρεία, ο ιερός φόβος και το ήθος αποτέλεσαν και συνεχίζουν να αποτελούν τα σημεία συνάντησης της (λαϊκής) μουσικής κουλτούρας με τη θρησκεία και εν προκειμένω με τον χριστιανισμό.
Αν η rock / pop μουσική και τα υπόλοιπα είδη φαίνονται εκ προοιμίου αντίθετα με κάθε καθεστωτικό θεσμό, εν τούτοις δεν είναι λίγες οι φορές που συνδέθηκαν με τον χριστιανισμό, γράφτηκαν τραγούδια για αυτόν και αντίστοιχα… δοξάστηκαν από το κοινό τους.
Οι ρίζες της χριστιανικής μουσικής
Αν γυρίσουμε κάποιους αιώνες πίσω, φτάνουμε στα spirituals (επίσης γνωστά ως Negro spirituals, African American spirituals, Black spirituals ή πνευματική μουσική). Πρόκειται για είδος χριστιανικής μουσικής που σχετίζεται με τους Αφροαμερικανούς, συνδυάζοντας διάφορες αφρικανικές πολιτιστικές επιρροές και καταγράφοντας τη σκλαβιά.
Ενώ συχνά είχαν τις ρίζες τους σε βιβλικές ιστορίες, περιέγραψαν επίσης τις ακραίες κακουχίες που υπέμειναν οι Αφροαμερικανοί που ήταν σκλαβωμένοι από τον 17ο αιώνα έως τη δεκαετία του 1860.
Μουσικά σύνολα όπως οι Fisk Jubilee Singers – ιδρύθηκαν το 1871 – έκαναν τα spirituals δημοφιλή τόσο στο αμερικανικό όσο και στο διεθνές κοινό. Να σημειώσουμε επίσης ότι τα μπλουζ σχετίζονται στενά με τη θρησκευτική μουσική της αφροαμερικανικής κοινότητας.
Στις ΗΠΑ, επίσης, αρχές του 17ου αιώνα, εντοπίζουμε την γκόσπελ, παραδοσιακό είδος χριστιανικής μουσικής. Χαρακτηρίζεται από φωνητικά και έντονη χρήση αρμονίας με χριστιανικούς στίχους. Εδώ οι ύμνοι και τα ιερά τραγούδια είναι επηρεασμένα σε μεγάλο βαθμό από την προγονική αφρικανική μουσική. Επισήμως το πρώτο gospel song εμφανίστηκε το 1874.
Η έλευση του ραδιοφώνου τη δεκαετία του 1920 αύξησε πολύ το κοινό της γκόσπελ μουσικής.
Το Christian rock
Προϊόντος του χρόνου φτάνουμε στο Christian rock που περιλαμβάνει στίχους που επικεντρώνονται σε ζητήματα χριστιανικής πίστης, συχνά με έμφαση στον Ιησού. Ο βαθμός στον οποίο οι στίχοι τους είναι «καθαρά» χριστιανικοί ποικίλλει μεταξύ των συγκροτημάτων.
Παρ’ όλο που ο Elvis Presley ήταν κόκκινο πανί για μεγάλο μέρος των αμερικανών πολιτών λόγω των προκλητικών – σεξουαλικών – κινήσεών του, εν τούτοις κυκλοφόρησε το «Peace in the Valley» το 1957. Το δε «He touched me» (1972) του «Βασιλιά» ήταν και αυτό γκόσπελ άλμπουμ που πούλησε πάνω από 1.000.000 αντίτυπα.
Αλλά και ο Bob Dylan, από τους επιδραστικούς folk/rock δημιουργούς, δεν δίστασε να γράψει χριστιανικά ροκ τραγούδια. Τα τρία άλμπουμ του «Slow Train Coming», «Saved» και «Shot of Love» αποτελούν τη λεγόμενη «χριστιανική τριλογία» του Bob Dylan.
Για τα τραγούδια αυτά κατηγορήθηκε από πολλούς οι οποίοι δεν μπορούσαν να διανοηθούν ότι το rock μπορεί να αναφέρεται και στον Χριστό.
Πολλοί καλλιτέχνες
Αλλοι rock καλλιτέχνες που έγραψαν ή τραγούδησαν για τον Χριστό είναι οι: Peter, Paul and Mary («Jesus met the Woman at the Well»), John Mellencamp («When Jesus Left Birmingham»), The Byrds («Jesus Is Just Alright»), Queen («Jesus»), Black Sabbath («After Forever»), ZZ Top («Jesus Just Left Chicago»), Leonard Cohen («Hallelujah»), Joan Osborne («One of Us»), Lenny Kravitz («Are You Gonna Go My Way»), Avril Lavigne («Head Above Water»), Kate Bush («Running Up That Hill»), U2 («The Magnificent»), Van Morrison («Whenever God Shines His Light»).
Από την πλευρά του, το «Jesus Christ Superstar», η εμβληματική rock όπερα του 1971 σε μουσική του Andrew Lloyd Webber και στίχους του Tim Rice, τάραξε τα νερά στις αρχές της δεκαετίας του ’70.
Τη δεκαετία της αμφισβήτησης των πάντων, βασίζεται (με τον ιδιαίτερο τρόπο των δημιουργών της) στις αφηγήσεις των ευαγγελίων για τα Πάθη. Το έργο ερμηνεύει την ψυχολογία του Ιησού και άλλων χαρακτήρων, με μεγάλο μέρος της πλοκής να επικεντρώνεται στον Ιούδα, ο οποίος δεν είναι ικανοποιημένος με την κατεύθυνση προς την οποία ο Ιησούς οδηγεί τους μαθητές του.
Οι σύγχρονες στάσεις, οι ευαισθησίες και η αργκό διαπερνούν τους στίχους της rock όπερας και οι ειρωνικές νύξεις για τη σύγχρονη ζωή είναι διάσπαρτες στην απεικόνιση των γεγονότων. Η rock όπερα όπως και η ομότιτλη ταινία προκάλεσαν αντιδράσεις (λόγω έλλειψης «σεβασμού», όπως κατηγορήθηκε) αλλά έμεινε στην Ιστορία.