Η εικόνα του δικαστικού υπαλλήλου ο οποίος χειρόγραφα προσπαθούσε να καταγράψει σε ένα τετράδιο με το κλασικό μπλε στυλό όλη την ποινική διαδικασία και να τηρήσει τα πρακτικά της δίκης ανήκει πλέον στο παρελθόν.
Στα περισσότερα δικαστήρια, πλην των Μονομελών Πρωτοδικείων και των ανακριτικών γραφείων, τα πρακτικά ηχογραφούνται υπό την επίβλεψη των δικαστικών υπαλλήλων, οι οποίοι αντί να κρατούν στυλό, φορούν πια ακουστικά για να παρακολουθούν ότι λειτουργεί σωστά το σύστημα ηχογράφησης. Βέβαια, στην περίπτωση αυτή δεν ταιριάζει η γνωστή φράση «μία εικόνα, χίλιες λέξεις». Και αυτό γιατί η ηλεκτρονική καταγραφή της διαδικασίας στο ακροατήριο αποτελεί μία μικρή «ψηφίδα» από το όλο έργο των δικαστικών υπαλλήλων, που στο μεγαλύτερο ποσοστό του παραμένει ίδιο και απαράλλακτο εδώ και δεκαετίες, υπό το βάρος χάρτινων δικογραφιών που μετακινούνται ακόμα με… καροτσάκια του σουπερμάρκετ και απαρχαιωμένο εξοπλισμό γραφείου.
Το προσωπικό δεν επαρκεί
Είναι δε κοινό μυστικό ότι οι δικαστικοί υπάλληλοι δεν επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες της Δικαιοσύνης, καθώς ο δρόμος για τον εκσυγχρονισμό και την ψηφιοποίηση όλων των υπηρεσιών της, και όχι μόνο των ακροατηρίων, είναι ακόμη μακρύς και τα οργανικά κενά τους εν έτει 2023 φτάνουν πανελλαδικά το 33%. Με βάση τα επίσημα στοιχεία για να λειτουργήσει ο «τροχός» της Δικαιοσύνης σε ό,τι αφορά το κομμάτι των δικαστικών υπαλλήλων λείπουν περίπου 3.000 υπάλληλοι και το χειρότερο είναι ότι παραμένει άγνωστο πότε τα τεράστια αυτά κενά θα καταστεί εφικτό να πληρωθούν, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για την πολυπόθητη αύξηση στον δείκτη που αποτυπώνει τον χρόνο απονομής της δικαιοσύνης.
Δεν είναι τυχαίο ότι στην πρόσφατη γενική συνέλευση της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων το «αγκάθι» των κενών οργανικών θέσεων των δικαστικών υπαλλήλων το… αναγνώρισαν στις τοποθετήσεις τους όχι μόνο οι δικαστές και οι δικηγόροι, αλλά και ο ίδιος ο υπουργός Δικαιοσύνης Γιώργος Φλωρίδης λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «οι δικαστικοί υπάλληλοι είναι πολύ μεγάλη αδυναμία μας. Στην πραγματικότητα κυνηγάμε την ουρά μας. Προσπαθούμε να καλύψουμε τις αποχωρήσεις, αλλά θέλει πολλή δουλειά για αυτό».
Με αυτά τα δεδομένα όλοι συμφωνούν ότι για να προχωρήσουν από τη θεωρία στην πράξη οι μεταρρυθμίσεις και να υπάρξει πιο γρήγορη απονομή δικαιοσύνης, είναι απαραίτητο να καλυφθούν οι κενές θέσεις των δικαστικών υπαλλήλων, αλλά και να εξοπλιστούν αυτοί με σύγχρονα εργαλεία. Δεν είναι δυνατόν σε ένα γραφείο που υπηρετούν πέντε και δέκα υπάλληλοι να υπάρχει μόνο ένα σκάνερ και ένας εκτυπωτής, που χρησιμοποιείται εναλλάξ για να ολοκληρωθεί η διαδικασία καθαρογραφής των αποφάσεων.
«Υποστελεχωμένοι, χωρίς αξιοπρεπείς αμοιβές»
Οι δικαστικοί υπάλληλοι, όπως λέει στο «Βήμα της Κυριακής» ο πρόεδρος του Συλλόγου Αθηνών Γιώργος Ντερζής, αποτελούν τον τρίτο πυλώνα στην απονομή της δικαιοσύνης, ο οποίος λειτουργεί «υποστελεχωμένος, χωρίς αξιοπρεπείς αμοιβές, με κομμένο από τα χρόνια του μνημονίου το επίδομα των ειδικών εργασιών, με υπερωρίες που αντιστοιχούν σε φιλοδώρημα και με υποδομές -ηλεκτρονικούς υπολογιστές, σκάνερ, εκτυπωτές- παλαιάς τεχνολογίας που σε καμία περίπτωση δεν επαρκούν για να κάνουμε τη δουλειά μας και να συνδράμουμε και εμείς από την πλευρά μας στην ορθή απονομή της δικαιοσύνης».
Οι 13.000 σελίδες της Χρυσής Αυγής
Ο κ. Ντερζής επί σχεδόν πέντε χρόνια ήταν αναπόσπαστο μέλος της σύνθεσης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας που εξέδωσε την απόφαση για την υπόθεση της Χρυσής Αυγής -αριθμούσε 13.000 σελίδες- και στο τέλος της μακράς αυτής διαδικασίας, για την ολοκλήρωση της οποίας χρειάστηκε να δουλέψει πολλές φορές εκτός ωραρίου, φτάνοντας μέχρι και τα μεσάνυχτα τις ημέρες έκδοσης της απόφασης, έλαβε ως υπερωρίες για το σύνολο της απασχόλησής του όλα τα χρόνια το ποσό των 130 ευρώ!
Ο πρόεδρος του Συλλόγου Δικαστικών Υπαλλήλων Αθήνας, χωρίς να κρύβει την αγανάκτησή του για το ότι η Πολιτεία δεν έχει κάνει επί της ουσίας τίποτα εδώ και πολλά χρόνια και θέλοντας να δείξει το μέγεθος του προβλήματος της υποστελέχωσης των δικαστικών υπαλλήλων, επισημαίνει ότι το έτος 2016 προκηρύχθηκαν θέσεις γραμματέων, δακτυλογράφων και χειριστών Ηλεκτρονικών Υπολογιστών για τις οποίες προσελήφθησαν επιτυχόντες από τον διαγωνισμό του 1998(!). Επρόκειτο δηλαδή για υπαλλήλους που είχαν πετύχει πριν από 18 ολόκληρα χρόνια. Προσθέτει δε ότι ούτε και τότε κατέστη δυνατό να καλυφθούν όλες οι θέσεις, παρά μόνο οι μισές, καθώς υπήρξαν πάρα πολλοί διορισθέντες οι οποίοι μόλις πήγαν στα δικαστήρια και είδαν τις δύσκολες συνθήκες και τις αναντίστοιχα χαμηλές αμοιβές επέλεξαν να… γυρίσουν σελίδα στην επαγγελματική τους ζωή και να φύγουν είτε προς τον ιδιωτικό τομέα είτε σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες.
«Δύο διαγωνισμοί το έτος για να καλυφθούν τα κενά»
Εδώ και δώδεκα χρόνια, από την αρχή των μνημονίων, οι δικαστικές υπηρεσίες υποφέρουν από τις μεγάλες ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό. Σήμερα τα οργανικά κενά στο σύνολο των δικαστικών υπηρεσιών της χώρας ξεπερνούν το 33%, σε ορισμένους δε κλάδους (π.χ. επιμελητές δικαστηρίων) τα κενά αυτά ξεπερνούν το 60%.
Οπως αναφέρει ο πρόεδρος των δικαστικών υπαλλήλων Αθήνας, «φτάσαμε στο έτος 2023, έχοντας ήδη μείνει κενές 500-550 θέσεις, που θα έπρεπε να είχαν πληρωθεί από το έτος 2017, ενώ διαρκώς το πρόβλημα διογκώνεται καθώς κάθε χρόνο αποχωρεί λόγω συνταξιοδότησης ένας μεγάλος αριθμός συναδέλφων. Οσον αφορά τη Σχολή που δημιουργήθηκε ως “διεύθυνση” της Εθνικής Σχολής Δικαστών, έχουν μεν γίνει δύο διαγωνισμοί, αλλά επί της ουσίας η πρώτη σειρά θα ξεκινήσει να ασκεί τα καθήκοντά της από τον Φεβρουάριο του 2024 και η δεύτερη εκτιμάται ότι θα έχει ενεργό ρόλο στις διάφορες δικαστικές υπηρεσίες το δεύτερο μισό του 2024».
Και καταλήγει ότι για να αντιμετωπιστεί ριζικά το πρόβλημα θα «πρέπει να διενεργούνται δύο διαγωνισμοί κάθε έτος και σε βάθος χρόνου για να καλυφθούν οι θέσεις με αξιοπρεπείς αμοιβές και εκσυγχρονισμό των υποδομών για να σταματήσει επιτέλους η Πολιτεία να κυνηγάει την ουρά της στο μείζον αυτό πρόβλημα της Δικαιοσύνης».