Συντονισμός Αγγελος Σκορδάς
Επιμέλεια Παναγιώτης Σωτήρης
Δύο διαφορετικές «χώρες» κρύβει στο εσωτερικό της η ελληνική επικράτεια. Η μία αποτελείται από τα δύο μεγάλα αστικά κέντρα, την Αθήνα-Αττική και τη Θεσσαλονίκη, όπου συγκεντρώνεται περίπου ο μισός πληθυσμός της χώρας και παράγεται πάνω από το ήμισυ του ΑΕΠ, ενώ η άλλη περιλαμβάνει το σύνολο της ελληνικής περιφέρειας. Η ψαλίδα μεταξύ των δύο είναι χαώδης.
Οπως προκύπτει από τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ , το 2021 η Αττική συμμετείχε σε ποσοστό 47,9% στην εγχώρια Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία, με την Κεντρική Μακεδονία να ακολουθεί με 13,7%. Στις τελευταίες θέσεις βρίσκονται τα Ιόνια Νησιά με 1,6% και τα νησιά του Βορείου Αιγαίου με 1,3%. Οσον αφορά το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, η Αττική βρίσκεται και πάλι στην κορυφή με 23.335 ευρώ, με το Νότιο Αιγαίο να ακολουθεί με 16.639 ευρώ. Στις τελευταίες θέσεις βρίσκονται η Ηπειρος με 11.981 ευρώ και το Βόρειο Αιγαίο με 10.658 ευρώ.
Η Αττική αποτελεί και τον μεγαλύτερο «εργοδότη», καθώς συγκεντρώνει 1.823.968 εργαζομένους, περισσότερους από το άθροισμα του συνόλου της Βόρειας Ελλάδας (1.221.538) και των νησιών του Αιγαίου μαζί με την Κρήτη (519.596). Πώς ερμηνεύεται αυτή η απόσταση μεταξύ της πρωτεύουσας και της υπόλοιπης χώρας;
Κατά τον Στέλιο Γκιάλη, αναπληρωτή καθηγητή Οικονομικής και Εργασιακής Γεωγραφίας στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, η οικονομία της ελεύθερης αγοράς οδηγεί εγγενώς στην ανισόμετρη ανάπτυξη κέντρου και περιφέρειας, ωστόσο στην Ελλάδα το φαινόμενο αυτό είναι πιο έντονο λόγω της απουσίας «σαφούς πλαισίου προώθησης της περιφερειακής ανάπτυξης με ισχυρά προγράμματα». Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι αγροτικές δραστηριότητες και ο μεγαλύτερος άτυπος τομέας, που κυριαρχούν στην περιφέρεια της χώρας, να οδηγούν σε μικρότερα εισοδήματα «σε σχέση με τη μεγάλη μισθωτή αγορά εργασίας και τους ελεύθερους επαγγελματίες που συγκεντρώνονται στα μεγάλα αστικά κέντρα».
Οι ακριτικές Σέρρες
Τη διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνει ο Αθανάσιος Μαλλιαράς, πρόεδρος του Επιμελητηρίου Σερρών, ενός νομού που βρίσκεται σταθερά στις τελευταίες θέσεις της χώρας όσον αφορά το κατά κεφαλήν ΑΕΠ. «Το γεγονός ότι ο πάλαι ποτέ κραταιός πρωτογενής τομέας έχει υποστεί απανωτά πλήγματα είναι ένα τεράστιο πρόβλημα για την οικονομία των Σερρών» λέει στο «Βήμα». «Επειτα, οι Σέρρες αντιμετωπίζουν διαχρονικά τις συνέπειες της γειτνίασης με τη Βουλγαρία. Το διασυνοριακό παρεμπόριο, δυστυχώς, αποτελεί μια πραγματικότητα που πλήττει τους σερραίους επαγγελματίες και γι’ αυτό γίνονται διαρκώς προσπάθειες από εμάς ώστε να ληφθούν μέτρα πάταξής του. Και μέσα σε όλα αυτά, έρχεται να προστεθεί και η ευνοϊκότερη φορολογία στη γειτονική χώρα, που οδήγησε πολλές επιχειρήσεις – ειδικά στα χρόνια της μεγάλης οικονομικής κρίσης – να μεταναστεύσουν σε αυτή» προσθέτει, ζητώντας τη δημιουργία Ειδικής Οικονομικής Ζώνης στον νομό Σερρών.
Η πλημμυρόπληκτη Καρδίτσα
Ακόμα πιο δραματική είναι η κατάσταση στην Καρδίτσα, έναν νομό που επίσης κατατάσσεται σταθερά στους πιο φτωχούς της χώρας, αφού εσχάτως στις πάγιες οικονομικές δυσκολίες προστέθηκε και η καταστροφή που προκάλεσε η κακοκαιρία «Daniel». «Δεν είμαστε απλώς οι πιο φτωχοί, είμαστε και φτωχοί και πλημμυρισμένοι και άνεργοι» περιγράφει ο Κώστας Τζέλλας, πρόεδρος της Ενωτικής Συνομοσπονδίας Αγροτικών Συνεταιρισμών Καρδίτσας (ΕΟΑΣΚ). «Μετά τις πλημμύρες του Σεπτεμβρίου δεν έχουμε ούτε χωράφια ούτε παραγωγή ούτε ζώα ούτε μηχανήματα ούτε σπίτια. Δεν ξέρω αν πάει πιο κάτω. Γι’ αυτό εξάλλου βγήκαμε και στους δρόμους» συμπληρώνει, υπογραμμίζοντας ότι οι συνέπειες της κατάρρευσης της αγροτικής παραγωγής έχουν αρχίσει να φαίνονται ήδη στα καταστήματα του Παλαμά και της Καρδίτσας.
Το ακμάζον Νότιο Αιγαίο
Στον αντίποδα, ενθαρρυντική είναι η εικόνα που έρχεται από μια νησιωτική περιφέρεια. Ο λόγος για το Νότιο Αιγαίο, τη «μόνη περιφέρεια μετά την Αττική που φαίνεται σταθερά να ξεχωρίζει», όπως επισημαίνει ο Στέλιος Γκλιάτης. Κατά τον καθηγητή, ο δυναμισμός της εν λόγω περιφέρειας οφείλεται στον τουριστικό της τομέα, που δεν υπέστη το ίδιο πλήγμα με άλλους κλάδους κατά την περίοδο της μεγάλης ύφεσης. Ο τουρισμός στήριξε τις κατασκευές και την απασχόληση, παρά το γεγονός ότι «πολλές από τις θέσεις εργασίας που προσφέρει δεν είναι καλά αμειβόμενες».
Ο τουρισμός πυροδοτεί την ανάπτυξη και συνοδών δραστηριοτήτων, «γι’ αυτό η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου είναι από τις πιο πλούσιες και από τις ελάχιστες που έχουν θετικούς δείκτες σε ανάπτυξη και πληθυσμό. Και αυτά παρά το γεγονός ότι είναι μια νησιωτική περιφέρεια με υψηλά κόστη μεταφοράς» συνεχίζει. Στον αντίποδα βρίσκονται περιφέρειες όπως η Ανατολική Μακεδονία-Θράκη και η Δυτική Μακεδονία, με την απολιγνιτοποίηση να επιβαρύνει την τελευταία λόγω της κατάρρευσης της παραγωγικής αλυσίδας που επί δεκαετίες στήριζε την απασχόληση.
Βεβαίως, η οικονομική ισχύς της Αττικής δεν εκφράζεται με ομοιόμορφο τρόπο στα εισοδήματα των κατοίκων της, λόγω κοινωνικών και γεωγραφικών ανισοτήτων. Είναι ενδεικτικό ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στον Κεντρικό Τομέα Αθηνών ανέρχεται σε 33.445 ευρώ, ενώ στον Δυτικό Τομέα πέφτει σχεδόν στο ένα τρίτο, στα 12.247 ευρώ.
Οπως εξηγεί ο καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου και διευθυντής Ινστιτούτου Περιφερειακής Ανάπτυξης Γιάννης Ψυχάρης, «οι πιο σοβαρές ενδοπεριφερειακές ανισότητες εντοπίζονται κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα», όπου δημιουργούνται «θύλακες πλούσιων εισοδημάτων σε ορισμένες περιοχές και χαμηλών εισοδημάτων σε άλλες, υποβαθμισμένες, γειτονιές». Η κοινωνική πόλωση έχει οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες, με τις τελευταίες να αποτυπώνονται εντονότερα στην Αθήνα στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του 2015. Σταδιακά, άλλωστε, στην ελληνική πρωτεύουσα ο λεγόμενος «κάθετος εισοδηματικός διαχωρισμός», στο πλαίσιο του οποίου τα χαμηλότερα εισοδήματα κατοικούν στα ημιυπόγεια και στους πρώτους ορόφους και τα υψηλότερα στα ρετιρέ των πολυκατοικιών, τείνει να αντικατασταθεί από έναν πιο «σκληρό» γεωγραφικό διαχωρισμό μεταξύ πλούσιων και φτωχών περιοχών…