«Μου ζήτησε ένας πρώην αστυνομικός να με συναντήσει για ένα σοβαρό ζήτημα, όπως μου είπε. Για να με προσεγγίσει είχε χρησιμοποιήσει άλλους συναδέλφους, κοινούς γνωστούς. Στο ραντεβού άρχισε να με εκθειάζει για τη θητεία μου σε πολλές υπηρεσίες, όπως στην Αντιτρομοκρατική, στην Κρατική Ασφάλεια και αλλού. Κι εκεί λοιπόν μου πρότεινε να μου δίνει περίπου 4.000 έως 5.000 ευρώ μηνιαίως προκειμένου ως διοικητής αστυνομικού τμήματος στην Αθήνα να τον ειδοποιώ για ενδεχόμενους αστυνομικούς ελέγχους σε οίκους ανοχής, λέσχες, στριπτιζάδικα κ.λπ. Δεν δέχθηκα, όχι μόνο για λόγους εντιμότητας. Ηξερα ότι άλλοι διοικητές αστυνομικών υπηρεσιών που είχαν προχωρήσει σε σχετική συμφωνία και ήθελαν να αποστασιοποιηθούν τους είχαν παρουσιάσει μαγνητοφωνημένες συνομιλίες από τις πρώτες συναντήσεις ή από τις παραδόσεις χρημάτων. Κι έτσι με απειλή καταγγελίας στους Αδιάφθορους της ΕΛ.ΑΣ. συνέχιζαν αυτή την παράνομη συναλλαγή. Δημιουργώντας ένα μεγάλο δίκτυο προσβάσεων σε διάφορες υπηρεσίες της ΕΛ.ΑΣ., αλλά και στη λεωφόρο Κατεχάκη, και επηρεάζοντας τμήμα των ετήσιων κρίσεων στα σώματα ασφαλείας. Κι αυτό γνωρίζω ότι διαρκούσε στην ΕΛ.ΑΣ. για δεκαετίες».
Αυτή η αποκαλυπτική αναφορά προς «Το Βήμα της Κυριακής» σημαντικού στελέχους της ΕΛ.ΑΣ. αποτυπώνει το εκτεταμένο «δίκτυο διαφθοράς» που διατρέχει το αστυνομικό σώμα. Δημιουργώντας μια παρα-αστυνομία που προσφέρει με το αζημίωτο προστασία σε παράνομες δραστηριότητες ή εξυπηρετεί άλλους στόχους. Αυτό μάλιστα το αναφερόμενο κύκλωμα τεράστιας διαφθοράς καταγγέλθηκε τουλάχιστον 10-11 φορές στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ., χωρίς όμως να υπάρξουν – αν εξαιρεθεί μία φορά το 2016 – συγκροτημένες έρευνες.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος