Η τραγωδία για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι με τους 104 νεκρούς και τους εγκαυματίες θα αναβιώσει ξανά από αύριο το πρωί στην ίδια αίθουσα, στην οποία ολοκληρώθηκε πριν από 67 ημέρες. Η πρώτη δίκη για την υπόθεση ολοκληρώθηκε εν μέσω οργισμένων αντιδράσεων, με τη δικαιοσύνη να ετοιμάζεται να ξεκινήσει έναν κρίσιμο αγώνα δρόμου για να… ξορκίσει το «φάντασμα» της παραγραφής των αδικημάτων και τους συγγενείς των θυμάτων να λαμβάνουν θέσεις μάχης για έναν ακόμα θεσμικό αγώνα ώστε να μη μείνει ατιμώρητο το έγκλημα και να δικαιωθεί η μνήμη όλων των ανθρώπων που κάηκαν ζωντανοί ή πνίγηκαν αβοήθητοι στη θάλασσα λόγω της απουσίας του κρατικού μηχανισμού.
Ο χρόνος σταμάτησε εκεί
Η έναρξη της δίκης σε δεύτερο βαθμό – η οποία μετά την άσκηση της έφεσης από την Εισαγγελία βρίσκει στο εδώλιο όλους τους κατηγορουμένους – συμπίπτει με τη φετινή καλοκαιρινή περίοδο, στη διάρκεια της οποίας ο εφιάλτης των πυρκαγιών επαναλαμβάνεται σε διάφορες περιοχές της χώρας.
Για όλους τους κατοίκους στο Μάτι όμως που έζησαν τον πύρινο όλεθρο – με τις λέξεις εδώ να μη γράφονται καθ’ υπερβολή – το ημερολόγιο σταμάτησε στην 23η Ιουλίου 2018. Σχεδόν έξι χρόνια από τότε, το πρωί της αυριανής ημέρας, όλοι αυτοί οι άνθρωποι που πενθούν και συνεχίζουν να ζουν υπό τη βαριά και αξεπέραστη σκιά της τραγωδίας, θα σταθούν απέναντι στους δικαστές που θα συγκροτήσουν το Τριμελές Εφετείο της Αθήνας με την ελπίδα ότι όσα θα πουν θα ακουστούν και όσα προκύψουν από τη διαδικασία θα αποτιμηθούν διαφορετικά.
Οι συγγενείς των θυμάτων που θρήνησαν γονείς, παιδιά, φίλους, οικογένειες ολόκληρες θα ανέβουν (ξανά) στο βήμα του μάρτυρα να περιγράψουν τον μαρτυρικό τρόπο που έχασαν τους δικούς τους ανθρώπους. Οι συγκλονιστικές διηγήσεις τους, οι γεμάτες συναισθήματα και ελπίδα για δικαίωση καταθέσεις τους, τα δακρυσμένα μάτια όλων των παραγόντων της δίκης, τα αναπάντητα «γιατί» και κυρίως το αίτημα για τιμωρία των υπευθύνων για όσα δεν έπραξαν «συνθέτουν» το δικό τους «κατηγορώ».
Αυτό που θα ακούσουν οι κατηγορούμενοι, πρώην υψηλόβαθμα στελέχη της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, εκπρόσωποι της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, οι οποίοι μετά την άσκηση της έφεσης κατά του συνόλου της πρωτόδικης απόφασης θα μοιραστούν και το εδώλιο του Εφετείου.
Στην ίδια θέση θα καθίσουν όχι μόνο οι έξι κατηγορούμενοι, οι οποίοι σε πρώτο βαθμό κρίθηκαν ένοχοι και καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης από 3 έως 5 χρόνια κατά συγχώνευση, εξαγοράσιμη προς 10 ευρώ την ημέρα, αλλά και οι 15 οι οποίοι ομόφωνα είχαν κηρυχθεί αθώοι. Ο μοναδικός για τον οποίο δεν ασκήθηκε έφεση από τον εισαγγελέα, αλλά ξαναδικάζεται μετά από δική του έφεση, είναι ο ηλικιωμένος από την αυλή του οποίου φέρεται να ξεκίνησε η φονική πυρκαγιά.
Το μεγάλο χρέος
Η έκδοση της ετυμηγορίας του πρωτόδικου δικαστηρίου είχε προκαλέσει διπλή παρέμβαση από την ηγεσία του Αρείου Πάγου, με την Πρόεδρό του Ιωάννα Κλάπα να ζητά την άμεση καθαρογραφή του σκεπτικού ώστε να μη χαθεί πολύτιμος χρόνος, και με την Εισαγγελέα του Ανωτάτου Δικαστηρίου Γεωργία Αδειλίνη να ζητά να ελεγχθεί το ενδεχόμενο άσκησης έφεσης, που οδηγεί τους κατηγορουμένους σε νέα δίκη από μηδενική βάση.
Οι δικαστές που συγκροτούν το Τριμελές Εφετείο Αθήνας γνωρίζουν καλά τη βαρύτητα της υπόθεσης που καλούνται να δικάσουν, αλλά και το «χρέος» να αποδοθεί δικαιοσύνη για όσους κάηκαν, για εκείνους που πνίγηκαν και για όσους ζουν με εμφανή τα σημάδια της φωτιάς στο σώμα, αλλά και την ψυχή τους. Και όλα αυτά μέσα σε συγκεκριμένο χρόνο, ώστε η όποια απόφασή τους να μην καταστεί στο τέλος κενό γράμμα, λόγω παραγραφής, που θα έχει ως αποτέλεσμα ακόμα και όσοι κρίθηκαν ή ενδεχομένως κριθούν ένοχοι και σε δεύτερο βαθμό να μείνουν επί της ουσίας ατιμώρητοι. Και κάτι τέτοιο θα είναι μία νέα τραγωδία και για τους επιζώντες, αλλά και την ίδια τη Δικαιοσύνη.