«Στο νηπιαγωγείο έχουμε τις αποκαλούμενες γωνιές όπου παίζουν τα παιδιά. Μια από αυτές είναι η γωνιά της δραματοποίησης (όπου αναλαμβάνουν ρόλους) και μια άλλη γωνιά εκείνη «του γιατρού».
Τον πρώτο χρόνο μετά την πανδημία πιο έντονα, αλλά ακόμα και σήμερα όλες οι στιχομυθίες των παιδιών αφορούσαν τον κορωνοϊό: «έχεις COVID;», «έχεις ανεβάσει πυρετό», «δεν φαίνεσαι καλά». Ολοι οι παιδικοί διάλογοι είχαν – και έχουν ακόμα – έντονο το άγχος και τον φόβο μήπως το παιδάκι που υποδύεται τον ασθενή πεθάνει…».
Η αφήγηση της νηπιαγωγού Μαρίας Μωράκη αποτυπώνει ανάγλυφα τις συνέπειες της πανδημίας στις ψυχές των νηπίων, μιας γενιάς παιδιών που ουσιαστικά ξεκίνησαν την πρώτη κοινωνικοποίησή τους την περίοδο των πολιτικών του εγκλεισμού. Η σοκαριστική παρενέργεια της ίδιας περιόδου ωστόσο είναι η δυσκολία που αντιμετωπίζουν τα παιδιά τα οποία σήμερα φτάνουν στο νηπιαγωγείο στις βασικές εκπαιδευτικές και κοινωνικές δεξιότητες της ηλικίας τους.
Oπως διηγείται η κυρία Μωράκη: «Τα παιδιά έχασαν την κανονικότητά τους, τη ρουτίνα τους, κι αυτό έφερε πολλές ανατροπές στη ζωή τους, και κυρίως στην κοινωνικοποίησή τους. Για παράδειγμα, το παιχνίδι τους έγινε πολύ πιο βίαιο. Δεν είχαν μάθει να συναναστρέφονται με άλλα παιδιά καθόλου ή όσα είχαν προλάβει να πάνε παιδικό σταθμό τον χρόνο που μεσολάβησε έχασαν αυτή την επαφή με φίλους».
Μαθησιακά κενά
Πολλά νήπια ή μικροί μαθητές δείχνουν σήμερα εμφανή σημάδια καθυστέρησης τόσο στην ακαδημαϊκή όσο και στην αναπτυξιακή εικόνα τους. Οπως προκύπτει από τις έρευνες που άρχισαν πρόσφατα να διεξάγονται στις ΗΠΑ, η πανδημία φαίνεται ότι επηρέασε σαφώς την ανάπτυξη των νηπίων και ειδικά των αγοριών σε μεγαλύτερο βαθμό από τα κορίτσια.
Σύμφωνα με αμερικανικά δημοσιεύματα, οι δάσκαλοι τη σχολική χρονιά που πέρασε διαπίστωσαν ήδη και έχουν αρχίσει να καταγράφουν τις συνέπειες του στρες και της απομόνωσης που έφερε η COVID-19 στα μικρά παιδιά. Ετσι, επακόλουθα, πολλά εξ αυτών δυσκολεύονται σήμερα να μιλήσουν, κάποια ούτε καν ξέρουν πώς να χειριστούν ένα μολύβι ή να αναγνωρίσουν ένα σχήμα.
Οπως διηγείται χαρακτηριστικά στο «Βήμα» η δασκάλα δημοτικού Αρετή Στράτου: «Δεν μπορούν εύκολα να δουλέψουν με το μολύβι και το χαρτί. Επίσης, δεν έχουν κάνει τις ασκήσεις δεξιοτήτων που κάνουμε στο νηπιαγωγείο και την πρώτη δημοτικού, που κόβουν το χαρτί με ένα ψαλιδάκι και κάνουν κατασκευές και σχέδια – και οι συνέπειες αυτής της έλλειψης είναι φανερές».
«Μερικά παιδιά δεν ήξεραν καν πώς να κουμπώσουν το μπουφάν τους. Φαινόταν ότι κανείς δεν είχε ασχοληθεί να τους μάθει. Γιατί και οι γονείς βίωναν στη ζωή τους μια τεράστια ανατροπή και είχαν πολλά να διαχειριστούν» επισημαίνει η κυρία Μωράκη.
Ελλειψη συγκέντρωσης
Και αν τα μαθησιακά κενά και οι σωματικές δεξιότητες με υπομονή καλύπτονται σιγά-σιγά και κάθε χρόνο η κατάσταση βελτιώνεται, το μεγάλο πρόβλημα αποτυπώνεται στη σφαίρα της συμπεριφοράς. «Δεν τους είναι καθόλου εύκολο να ακολουθούν κανόνες, ζορίζονται να συμμετάσχουν σε ομαδικά παιχνίδια» προσθέτει η κυρία Στράτου. «Το πιο δύσκολο, όμως, είναι η έλλειψη συγκέντρωσης» επισημαίνει.
Η κυρία Μωράκη συμφωνεί με τα παραπάνω και συμπληρώνει ότι έχει παρατηρήσει πως τα παιδιά έχουν πλέον μηδενική ανοχή στο να καθίσουν και να ακούσουν μια ολόκληρη ιστορία. «Δεν κάνουν καμία έκπτωση σε αυτό, δεν θέλουν να την ακούσουν μέχρι το τέλος, δυσανασχετούν» λέει χαρακτηριστικά. Ισως αυτό να οφείλεται και στην υπέρμετρη απασχόλησή τους στη διάρκεια της καραντίνας με τις οθόνες (κινητά και τάμπλετ).
Μια ιστορία μάλιστα που διηγείται η νηπιαγωγός είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική: Την πρώτη χρονιά μετά την καραντίνα όταν έβαζαν τους μικρούς μαθητές και τις μαθήτριες να παίξουν με τα τουβλάκια, αντί να κάνουν κάστρα, σπίτια και άλλες κατασκευές, τα μετέτρεπαν σε κινητό για να μιλήσουν ή έβαζαν πολλά τουβλάκια μαζί για να φτιάξουν τάμπλετ και να παίξουν!
Η αναστάτωση της ρουτίνας
«Ενώ έχουμε στη διάθεσή μας πολλές μελέτες παιδιών και εφήβων» λέει ο Γεράσιμος Κολαΐτης, ομότιμος καθηγητής Παιδοψυχιατρικής Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος του ΔΣ του Ελληνικού Ινστιτούτου Μελέτης Τραύματος και Προαγωγής Ψυχικής Υγείας, «η γνώση μας σχετικά με τις επιπτώσεις της πανδημίας στις μικρότερες – προσχολικές – ηλικίες είναι σχετικά περιορισμένη».
«Κάποιες μελέτες δείχνουν επιπτώσεις στην ομαλή νευροαναπτυξιακή πορεία των νηπίων. Επιπλέον, αναδείχθηκαν αρνητικές συσχετίσεις μεταξύ συναισθημάτων όπως φόβος, θλίψη, θυμός, και καθημερινής ζωής των μικρών, δηλαδή ύπνου, διατροφής, φυσικής δραστηριότητας και χρόνου στις οθόνες. Αποτέλεσε και δική μας κλινική παρατήρηση τα τελευταία λίγα χρόνια η εμφανής περιορισμένη ανάπτυξη του λόγου, της ομιλίας και της κοινωνικότητάς τους. Παιδιά που γεννήθηκαν ή μεγάλωσαν μέσα στην πανδημία έβλεπαν τον κόσμο να φοράει μάσκες, να μη βλέπουν πρόσωπα, χείλη να μιλάνε και να μην έχουν τις ευκαιρίες για παιχνίδι με συνομηλίκους και άλλες κοινωνικές διαδράσεις με νηπιαγωγούς και άλλους σημαντικούς ενήλικες» λέει ο κ. Κολαΐτης.
Ο ίδιος αναφέρεται και στον ρόλο των γονέων: «Είναι γνωστή η αλληλεπίδραση από πολλές μελέτες μεταξύ της ψυχικής υγείας των γονέων – που μπορεί να επηρεάσει την άσκηση του γονικού τους ρόλου – και της καθημερινότητας, της ευεξίας και της ψυχικής υγείας των τέκνων τους, ιδιαίτερα σημαντικής τα πρώτα χρόνια ζωής αλλά και για τη συνέχεια» αναφέρει.
«Αποδεδειγμένα η πανδημία μεγέθυνε προϋπάρχουσες ευαλωτότητες και αυξάνοντας ανισότητες στην υγεία και ευεξία συγκεκριμένων πληθυσμών, όπως ανέδειξε μια πρόσφατη μεγάλη ανασκόπηση μελετών (Penna et al 2023). Με την ευρεία έννοια του όρου, οι επιπτώσεις αυτές μπορούν να θεωρηθούν τραυματικές, ενώ συνυπάρχει απώλεια (διά παντός ή προσωρινή) αγαπημένων προσώπων, καθημερινών δραστηριοτήτων κ.λπ. Η ζωή σπάνια είναι προβλέψιμη, αλλά γίνεται ακόμα λιγότερο εν μέσω πανδημίας.
Η αναστάτωση της ρουτίνας είναι βλαβερή για τα παιδιά, ιδιαίτερα για εκείνα με προϋπάρχοντα προβλήματα. Το χρόνιο και επαναλαμβανόμενο στρες στους ανθρώπους, ενηλίκους και ανηλίκους, μπορεί να έχει επιβλαβείς επιδράσεις» προσθέτει. Μάλιστα αναφέρει ότι όλα τα παραπάνω θα συζητηθούν και σε επιστημονική ημερίδα του Ελληνικού Ινστιτούτου Μελέτης Τραύματος και Προαγωγής Ψυχικής Υγείας με τη συμμετοχή διεθνών επιστημόνων που αναμένεται να γίνει το φθινόπωρο στην Αθήνα.