Μεγάλες καθυστερήσεις στις δράσεις που αφορούν τις πολιτικές μείωσης της βλάβης στο κέντρο της Αθήνας σχετικά με τους χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών διαπιστώνουν πανεπιστημιακοί και ενεργά εμπλεκόμενοι φορείς. Το αποτέλεσμα είναι ότι τα τελευταία πέντε χρόνια ο ούτως ή άλλως ευάλωτος πληθυσμός των χρηστών οδηγείται σε περαιτέρω  εξαθλίωση.

Ειδικότερα, αυξάνεται ο πληθυσμός των χρηστών που δεν έχουν στέγη, εντοπίζεται διαχρονική μείωση της πρόσβασής τους σε δωρεάν σύριγγες, ενώ παράλληλα καταγράφεται και αυξημένη συχνότητα χρήσης.

Τα παραπάνω αποτελέσματα των προγραμμάτων «Αριστοτέλης» και «Αριστοτέλης HCV / HIV», τα οποία παρουσίασε στο πλαίσιο σύσκεψης εργασίας για τα ναρκωτικά η επίκουρη καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής στο Εργαστήριο Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής του ΕΚΠΑ κυρία Βάνα Σύψα, προκαλούν προβληματισμό.

Χρήσεις
που σκοτώνουν

Εφέτος μόλις τέσσερις στους δέκα χρήστες είχαν πρόσβαση σε δωρεάν ενέσιμο υλικό, όταν το 2013 το αντίστοιχο ποσοστό είχε σκαρφαλώσει στο 61%. Μοιραία – καθώς οι χρήστες μοιράζονται τις ίδιες σύριγγες – το 79% των 1.000 ωφελουμένων του προγράμματος «Αριστοτέλης» έχει εκτεθεί στον ιό της ηπατίτιδας C και το 17% ζει με τον ιό HIV.

Οπως εν τούτοις σχολίασε στην ίδια εκδήλωση ο αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Υγείας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου κ. Κυριάκος Σουλιώτης, η διανομή ενέσιμου υλικού «είναι μια φθηνή παρέμβαση», επιμένοντας ότι πρέπει να αποτελεί  τον πυρήνα του σχεδίου δράσης για την αντιμετώπιση των εξαρτήσεων.

Τα δεδομένα που συλλέγει και αναλύει η επιστημονική κοινότητα βρίσκονται σε πλήρη αρμονία με τις δυσάρεστες εικόνες που εκτυλίσσονται στο κέντρο της Αθήνας, εκεί όπου νέοι άνθρωποι-σκιές του εαυτού τους παίρνουν τη δόση τους μπροστά στα μάτια των περαστικών.

Η «χαρτογράφηση χρηστών ενδοφλέβιων ναρκωτικών στο κέντρο της Αθήνας, 2018» – έρευνα που υλοποίησαν οι φορείς «Προμηθέας», «Διογένης» και «Θετική Φωνή» σε συνεργασία με το ΕΚΠΑ και παρουσίασε ο πρόεδρος του Συλλόγου Ασθενών Ηπατος Ελλάδος «Προμηθέας», κ. Γιώργος Καλαμίτσης – αποκαλύπτει ότι ένας στους δύο χρήστες αναζητεί τη δόση του στο κέντρο της Αθήνας, καταλήγοντας να περιπλανιέται στις «πιάτσες» ακόμα και πάνω από δέκα ώρες.

Το χαμένο
στοίχημα της χώρας

Σε ό,τι αφορά την ανθρωπογεωγραφία των χρηστών, καταγράφεται μια αύξηση στη μέση ηλικία, το 2010 η μέση ηλικία ήταν τα 33,7 έτη, ενώ το 2018 είναι τα 38,01 έτη, γεγονός που δείχνει ότι η δεξαμενή των χρηστών παραμένει σχετικά στάσιμη με τη συνεπακόλουθη φυσική γήρανση. Παράλληλα, εντοπίζεται διαφοροποίηση στη σύνθεση του πληθυσμού. Ενώ το 2012 επί του συνόλου των χρηστών μόλις το 13% ήταν αλλοδαποί, εφέτος το αντίστοιχο ποσοστό έφτασε το 34,5%.

Εν τω μεταξύ, αίσθηση προκάλεσε η τοποθέτηση της καθηγήτριας Ψυχιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κυρίας Μελπομένης Μαλλιώρη για το… χαμένο στοίχημα των χώρων επιτηρούμενης χρήσης.

Λουκέτο
στον «Οδυσσέα»

Η Ελλάδα πρωτοπόρησε το 2013, μεταλαμπαδεύοντας μάλιστα στη γαλλική πρωτεύουσα την τεχνογνωσία της έπειτα από τα σημαντικά αποτελέσματα του εποπτευόμενου σταθμού «Οδυσσέας». Ωστόσο η πειραματική αίθουσα της 3ης Σεπτεμβρίου λειτούργησε μόνο για 10 μήνες και έκτοτε μπήκε λουκέτο. Και ας είχαν καταγραφεί το διάστημα εκείνο 2.500 επισκέψεις, από συνολικά 330 χρήστες που είχαν τη δυνατότητα να λάβουν τη δόση τους σε ένα προστατευόμενο περιβάλλον.

Και παρότι καταγράφτηκαν περιστατικά υπερδοσολογίας, κανένας χρήστης δεν πέθανε, ενώ περισσότερα από 100 άτομα παραπέμφθηκαν επιτυχώς σε δομές απεξάρτησης.

Το υπουργείο Υγείας – επιδεικνύοντας χαμηλά αντανακλαστικά, καθώς το πολυαναμενόμενο σχέδιο άργησε περίπου τέσσερα χρόνια – δημοσιοποίησε πρόσφατα έκθεση για την αντιμετώπιση των εξαρτήσεων, με ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη δημιουργίας Χώρων Εποπτευόμενης Χρήσης (ΧΕΧ). Παρ’ όλα αυτά, η δράση περιορίζεται «στη λειτουργία μιας πιλοτικής τέτοιας δομής στην πρωτεύουσα».

«Γιατί εντάσσει η ηγεσία του υπουργείου την έννοια του πιλοτικού προγράμματος, όταν επρόκειτο για μια δοκιμασμένη πρακτική που έχει καταξιωθεί από τη Γαλλία;» διερωτήθηκε η κυρία Μαλλιώρη.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ελβετία λειτουργούν 12 τέτοιες δομές από το 1986, στην Ολλανδία 31 (από το 1994), στη Γερμανία 24 και στην Ισπανία 13. Στη λίστα συμπεριλαμβάνονται η Νορβηγία, το Λουξεμβούργο, η Δανία, η Γαλλία και το Βέλγιο, ενώ το επόμενο έτος θα λειτουργήσουν επίσης στην Πορτογαλία και στην Ιρλανδία.