«Γκρεμίζεται» ο Μεσοπόλεμος, χάνεται η μνήμη της Αθήνας

Τις τελευταίες δεκαετίες έχει οριστικά απολεσθεί σημαντικός αριθμός έργων του ελληνικού αρχιτεκτονικού μοντερνισμού - Οι ευθύνες της πολιτείας, το επενδυτικό ράλι που επιταχύνει τον ρυθμό των κατεδαφίσεων και ο αγώνας οργανώσεων, επιστημονικών φορέων και πολιτών

Μία δεκαετία πέρασε από την κατεδάφιση του τριώροφου της οδού Λαμψάκου στην Αθήνα, χτισμένου το 1936. Ενα ακόμα «διαμαντάκι» του Μοντέρνου Κινήματος χάθηκε διότι κανένας από τους δύο αρμόδιους φορείς δεν το έκρινε άξιο χαρακτηρισμού και άρα διατήρησης.

Το κτίριο πρόσφερε στέγη στις μαθητευόμενες νοσοκόμες. «Προφορικές μαρτυρίες που είχαμε συλλέξει τότε ανέφεραν ότι τις θυμούνταν με τις στολές τους να διασχίζουν την οδό Λαμψάκου και να πηγαίνουν στα γύρω νοσοκομεία. Σε αυτές ήταν αφιερωμένο και το μυθιστόρημα «Οι δεσποινίδες της οδού Λαμψάκου» της Βικτώριας Θοδώρου» αναφέρει η αρχαιολόγος κυρία Ειρήνη Γρατσία, συντονίστρια της Monumenta, της οργάνωσης που έχει αποτυπώσει τον αρχιτεκτονικό πλούτο Αθήνας και Πειραιά και παλεύει με παρεμβάσεις για την προστασία μνημείων και ιστορικών κτιρίων.

Δεν τα καταφέρνει πάντα, καθώς κάθε χρόνο πολλά κατεδαφίζονται. Τους τελευταίους μήνες δίνεται μάχη για τη διάσωση διπλοκατοικίας στη γειτονιά του Αγίου Λουκά.

Πρόκειται για αντιπροσωπευτικό δείγμα της αστικής αθηναϊκής αρχιτεκτονικής της δεκαετίας του 1930, με ιδιαίτερα μορφολογικά χαρακτηριστικά και μια υπέροχη αρτ ντεκό μεταλλική πόρτα με διακόσμηση «Frozen Fountain». Είναι από τα λίγα κτίρια της συγκεκριμένης περιόδου που έχουν απομείνει στα Πατήσια. Την τύχη του ωστόσο θα καθορίσει επίσημη γνωμοδότηση που αναμένεται από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων του υπουργείου Πολιτισμού.

Αλλη μια κατοικία της δεκαετίας του 1930 στο Ψυχικό (φωτογραφία επάνω) έχασε τη… μάχη με την μπουλντόζα (φωτογραφία κάτω)

Η διατήρηση ενός άλλου αξιόλογου κτιρίου στην πλατεία Κολιάτσου, επί της οδού Καλλινίκου, χτισμένου τη δεκαετία του ’20 με τον ρυθμό του εκλεκτικισμού, θα κριθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ). Κατά της άδειας κατεδάφισης και της απόφασης μη χαρακτηρισμού του ως διατηρητέου από το Κεντρικό Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) προσέφυγαν η Monumenta και η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ). Σύμφωνα με την ΕΛΛΕΤ, μόνο κατά την τριετία 2020-2023 εκδόθηκαν 380 άδειες κατεδάφισης κυρίως για κτίρια του Μεσοπολέμου.

Τις τελευταίες δεκαετίες έχει οριστικά χαθεί σημαντικός αριθμός έργων του βραχύβιου ελληνικού αρχιτεκτονικού μοντερνισμού της προπολεμικής Αθήνας, του οποίου η δυναμική ανακόπηκε με τη δικτατορία Μεταξά. Τα περισσότερα κατεδαφίστηκαν, ενώ σε άλλα οι επεμβάσεις αλλοίωσαν τη μορφή τους, «σβήνοντας» από την πόλη ένα τμήμα της ιστορικής της μνήμης. Οπως αναφέρει η κυρία Γρατσία, «τα κτίρια δεν είναι μόνο ντουβάρια, είναι οι ιστορίες τους, οι αναμνήσεις των ανθρώπων που έζησαν σε αυτά, είναι μέρος της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς».

Γειτονιές όπως η Κυπριάδου (ιστορική συνοικία στα Ανω Πατήσια), η Κυψέλη, το Ψυχικό, το Κουκάκι, το Μετς, η Νέα Σμύρνη και άλλες περιοχές της πρωτεύουσας, αλλά και της Θεσσαλονίκης ή άλλων πόλεων, χάνουν σταδιακά τον κτιριακό πλούτο που τις συνέδεε με τη μεσοαστική ζωή των δεκαετιών του ’20 και του ’30.

Διώροφη οικοδομή στο Ψυχικό, η οποία κατασκευάστηκε το 1936 και κατεδαφίστηκε τον περασμένο Αύγουστο. Δεν συγκέντρωσε τις αυξημένες απαιτήσεις προκειμένου να υπαχθεί στις προστατευτικές για την πολιτιστική κληρονομιά διατάξεις του νόμου 4858/2021

Ζητούμενο η προστασία

Η προστασία τους αποτελεί ζητούμενο. Το ΥΠΕΝ συνήθως κηρύσσει ως διατηρητέα σύνολα κτιρίων. Οσο για το υπουργείο Πολιτισμού, η μεγαλύτερη παλαιότητα αποτελεί κριτήριο με ιδιαίτερη βαρύτητα για τον χαρακτηρισμό τους και δύσκολα περνούν τον… πήχη της αξιολόγησης όσα είναι μικρότερα των 100 ετών. Γι’ αυτό ο επιστημονικός κόσμος ζητά να αλλάξει η νομοθεσία που σήμερα διαχωρίζει τα κτίρια σε τρεις κατηγορίες, δηλαδή σε όσα χτίστηκαν πριν από το 1830 (που αυτοδίκαια χαρακτηρίζονται μνημεία), σε οικοδομήματα παλαιότερα των 100 ετών (μεταξύ 1830 και 1924) και σε όσα είναι νεότερα του αιώνα, για τα οποία πρέπει να τεκμηριωθεί ότι αποτελούν αξιόλογα οικοδομήματα και πρέπει να διασωθούν.

Και καθώς πολλά κτίρια του Μεσοπολέμου πλησιάζουν το «ορόσημο» του ενός αιώνα, πολλοί ιδιοκτήτες επιδιώκουν να τα κατεδαφίσουν προτού ενταχθούν σε καθεστώς προστασίας, ώστε να ανεγείρουν νέες οικοδομές ή, εάν δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα, να τα πουλήσουν σε κατασκευαστικές εταιρείες, οι οποίες εκμεταλλεύονται τους ισχύοντες υψηλούς συντελεστές δόμησης. Μάλιστα, με το επενδυτικό ράλι των τελευταίων ετών στον κατασκευαστικό τομέα, ο ρυθμός των κατεδαφίσεων αυξήθηκε – σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ ο αριθμός οικοδομικών αδειών το πρώτο εξάμηνο του 2024 ήταν αυξημένος κατά 20% συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του 2023.

Εξάλλου, μεγάλο μερίδιο ευθύνης για το γκρέμισμα αξιόλογων κτιρίων έχει η πολιτεία, η οποία δεν έχει δώσει κίνητρα στους ιδιοκτήτες τους για την ιδιαίτερα δαπανηρή αποκατάσταση και διατήρησή τους. Το πρόγραμμα «Διατηρώ» για τα ιδιωτικά κτίρια εκκρεμεί εδώ και μία τετραετία, ενώ οι τίτλοι μεταφοράς συντελεστή δόμησης των ιδιοκτητών ιστορικών κτιρίων, εδώ και δεκαετίες, παραμένουν χαρτιά δίχως αντίκρισμα, καθώς η ψηφιακή «Τράπεζα Γης» όπου θα μπορούσαν να τους εξαργυρώσουν και να πάρουν «ζεστό» χρήμα για τις αναπαλαιώσεις δεν έχει ανοίξει τις… πύλες της από το 2013, οπότε θεσμοθετήθηκε. Σε κάθε περίπτωση, στο Τοπικό Πολεοδομικό Σχέδιο για την Αθήνα, του οποίου η πρώτη φάση παρουσιάστηκε τον Σεπτέμβριο, γίνεται αναφορά σε παρεμβάσεις επανάχρησης παλαιών κτιρίων και μετατροπή τους σε κατοικίες με έμφαση στην κοινωνική στέγη ή σε σύγχρονα ξενοδοχεία και βραχυχρόνιες μισθώσεις.

Το κτίριο της οδού Καλλινίκου αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα κτιρίου κατασκευασμένου τη δεκαετία του 1920, σύμφωνα με τον ρυθμό του εκλεκτικισμού. Η MONUMENTA και η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ) έχουν προσφύγει κατά της άδειας κατεδάφισης και της απόφασης μη χαρακτηρισμού του ως διατηρητέου από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ)

Ο αγώνας δεν είναι άγονος

Πάντως, δεν είναι πάντα άγονος ο αγώνας οργανώσεων, επιστημονικών φορέων και πολιτών που κατάφεραν να σώσουν σπουδαία δείγματα της περιόδου 1922-1940.

Υπάρχουν ωστόσο και εκείνα που επιβίωσαν διότι η χρήση τους στην πορεία των χρόνων δεν σταμάτησε ποτέ. Ετσι, σήμερα στην κτιριακή «προίκα» της πρωτεύουσας συγκαταλέγονται η πολυκατοικία Παπαλεονάρδου στην οδό Πατησίων που χτίστηκε σε σχέδια του σπουδαίου αρχιτέκτονα Κώστα Κιτσίκη. Εκεί, στον 2ο όροφο έζησε για οκτώ χρόνια η Μαρία Κάλλας, προτού φύγει για τη Νέα Υόρκη.

Το κτίριο επισκευάζεται για να στεγάσει την Ακαδημία Λυρικής Τέχνης. Δίπλα του βρίσκεται η αποκατεστημένη πολυκατοικία Δημητρίου Κορκόδειλου χτισμένη τη δεκαετία του ’20, σε σχέδια του ίδιου αρχιτέκτονα. Εντυπωσιακό οικοδόμημα του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Κριεζή στέκει στη γωνία των οδών Μάρνη και Αβέρωφ από το 1925, ενώ στα εμβληματικά κτίρια της περιόδου του Μεσοπολέμου περιλαμβάνονται το Κτίριο Γκίνη του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, η Λέσχη του Πανεπιστημίου Αθηνών στην Ιπποκράτους, η Μπλε Πολυκατοικία στα Εξάρχεια, το Μέγαρο Καζανόβα στην οδό Ηρώων Πολυτεχνείου στον Πειραιά κ.ά. Πάνω από δέκα είναι και τα κτίρια του Μεσοπολέμου που διασώζονται στην οδό Σκουφά στο Κολωνάκι, ενώ προσφάτως το υπουργείο Πολιτισμού κήρυξε διατηρητέα πέντε εκλεκτικιστικά κτίρια επί της οδού Πόρου, έναν μικρό δρόμο της Κυψέλης.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.