Ο πρόσφατος θάνατος του αμερικανού ηθοποιού Μάθιου Πέρι προκάλεσε στη χώρα μας, αλλά και διεθνώς, μεγάλες αντιπαραθέσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης γύρω από την τηλεοπτική σειρά «Friends» («Τα Φιλαράκια»). Αρκετοί παραξενεύτηκαν από το γεγονός ότι μπορούσαν να υπάρχουν τόσο έντονες συγκρούσεις γύρω από μια σειρά, την ποιότητά της, το εάν έπρεπε κάποιος να την έχει παρακολουθήσει συστηματικά.
Οι αντιπαραθέσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι συχνές. Αρκεί να σκεφτούμε το πώς αντανακλώνται σε αυτά οι διαφορετικές τοποθετήσεις για τον πόλεμο στην Ουκρανία ή τον πόλεμο στη Γάζα ή οι μεγάλες πολιτικές διαιρέσεις, όπως αυτές που σφράγισαν την προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ (και την επεισοδιακή αποχώρησή του από τον Λευκό Οίκο), και κινήματα όπως το Black Lives Matter. Αντίστοιχα φορτισμένα αντανακλώνται στα social media όλα τα ζητήματα που άπτονται αυτού που περιγράφουμε ως «cancel culture».
Στη χώρα μας αντίστοιχα, ήταν οι πολώσεις γύρω από τα Μνημόνια που σε μεγάλο βαθμό εκφράστηκαν και ως ένας ιδιότυπος «εμφύλιος» με όπλα ποστ και θρεντ. Πρόσφατα παρακολουθούμε σε «πραγματικό χρόνο» την εσωκομματική αντιπαράθεση στον ΣΥΡΙΖΑ να έχει μετατοπιστεί στο εάν χρησιμοποιούνται «τρολ» για το ξεκαθάρισμα εσωκομματικών λογαριασμών. Ομως, δεν συγκρουόμαστε μόνο για πολιτικά ζητήματα. Οποτε είναι σε εξέλιξη δημοφιλές reality show βλέπουμε καβγάδες γύρω από όσους πρωταγωνιστούν σε αυτό.
Διαιρεμένο Διαδίκτυο ή διαιρεμένες κοινωνίες;
Το ερώτημα που προκύπτει είναι εάν όλα αυτά απλώς αποτυπώνουν ότι οι κοινωνίες μας είναι πιο διαιρεμένες και με μικρότερη ικανότητα διαλόγου ή εάν έχουν να κάνουν με τη φύση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Χωρίς αμφιβολία ως έναν βαθμό υπάρχουν στοιχεία που παραπέμπουν σε μια μεγαλύτερη πόλωση μέσα στις κοινωνίες. Αυτό έχει να κάνει εν μέρει, όπως έχουν δείξει μετρήσεις στις ΗΠΑ, με το ότι οι πιο ενεργοί πολιτικά τείνουν να είναι αυτοί που τοποθετούνται περισσότερο προς τα άκρα του πολιτικού φάσματος και άρα φορτίζουν ανάλογα την πολιτική αντιπαράθεση.
Υπάρχουν επίσης χώρες, όπως η Ελλάδα, που έχουν αρκετά μεγάλη ιστορία «διαιρετικής» πολιτικοποίησης (ας μην ξεχνάμε ότι ζήσαμε έναν Διχασμό και έναν Εμφύλιο ενώ ακόμη και σε συνθήκες δημοκρατικής ομαλότητας είχαμε τα «γαλάζια» και τα «πράσινα» καφενεία).
Μόνο που αυτά δεν αρκούν ως εξήγηση, ιδίως όταν καλούμαστε να εξηγήσουμε πολώσεις γύρω από… ηθοποιούς και reality shows.
Η συμβολική βία των social media
Για την Ιωάννα Βωβού, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Επικοινωνίας Μέσων και Πολιτισμού στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, αυτό έχει να κάνει με το πώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης επιτρέπουν αντιδράσεις βίαιες, όμως στο συμβολικό επίπεδο και με την ασφάλεια που προσφέρει η απόσταση: «Ο τόνος και ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η ανταλλαγή απόψεων είναι ιδιαιτέρως βίαιος σε συμβολικό επίπεδο κατ’ αρχάς, καθώς παρεμβάλλεται το μέσο κοινωνικής δικτύωσης. Προστατευόμαστε κατά κάποιον τρόπο από την απόσταση που μας δίνει το μέσο». Αυτό επιτείνεται και από το γεγονός ότι «η ανωνυμία δίνει μια μεγαλύτερη απόσταση ασφαλείας».
Κυρίως, όμως, για την Ιωάννα Βωβού μετράει η αίσθηση εξουσίας που νιώθουν κάποιες στιγμές οι χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης: «Η ρητορική μίσους που αναπτύσσεται επί παντός επιστητού, είτε έχει να κάνει με διαγωνιζόμενους σε ριάλιτι είτε αφορά τον πόλεμο στη Λωρίδα της Γάζας, έχει να κάνει με το γεγονός ότι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δημιουργείται μία αίσθηση συμβολικής, έστω, εξουσίας και δίνεται βήμα για να εκφραστεί ο λόγος ανθρώπων που στο παρελθόν δεν είχαν αυτή τη δυνατότητα. Πρόκειται για μια συμβολική εκδίκηση των αδυνάμων επί των ισχυρών».
Σημαντικό ρόλο έχει και ο τρόπος που μέσα στο υποκατάστατο δημόσιας σφαίρας που προσφέρουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης οι συμμετέχοντες δεν διατυπώνουν μόνο απόψεις αλλά σε μεγάλο βαθμό επιτελούν και ταυτότητες. Συγκρούονται όχι μόνο στο επίπεδο των επιχειρημάτων αλλά και στο ταυτοτικό. Οπως παρατηρεί και ο Ηλίας Τσαουσάκης, πολιτικός επιστήμονας και σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας, «στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δημιουργούμε χαρακτήρες. Στην παρούσα περίοδο, για να επιβιώσει διαδικτυακά ο χαρακτήρας, χρειάζονται γωνίες και εμπρηστικός λόγος. Αυτό κάνει αυτομάτως τον χρήστη να υπερασπίζεται την όποια θέση του απόλυτα και με περισσότερες γωνίες, είτε πρόκειται για τα «Φιλαράκια» είτε πρόκειται για τον Κασσελάκη ή τον Μητσοτάκη».
Πρωταθλητής της πόλωσης το X
Ωστόσο, δεν είναι όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης το ίδιο επιρρεπή προς την πόλωση. Οπως σημειώνει ο Ηλίας Τσαουσάκης, «τον πιο πολωτικό/τοξικό λόγο συναντάμε στο Χ (πρώην Twitter). Είναι η φύση του μέσου τέτοια που αναπαράγει έναν συγκρουσιακό λόγο και δημιουργεί στρατόπεδα. Αυτομάτως, αυτό βάζει τον χρήστη σε μια συνθήκη να αντιπαλεύεται τον άλλον. Ενας λόγος τόσο συνοπτικός, όπως είναι στο Χ, δεν δίνει τη δυνατότητα για ανάλυση. Η ανάλυση είναι πιο ήπια, λύνει ζητήματα και δημιουργεί μικρότερες εντάσεις. Το «ατακαδόρικο» είναι από τη φύση του συγκρουσιακό. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το Χ έχει τις περισσότερες «γωνίες» και έχει αποτελέσει εύπορο έδαφος για τη δημιουργία στρατών τρολ κ.λπ.».
Αντιθέτως, στο «Facebook ο λόγος είναι πιο αναλυτικός και λειτουργεί πιο ήπια. Αντίστοιχα, το Instagram δεν είναι συγκρουσιακό, γιατί έχει πολλή εικόνα και λίγο λόγο. Οπου το κυρίαρχο στοιχείο είναι ο λόγος, και είναι μάλιστα σε μικρή φόρμα, δημιουργούνται συνθήκες για μεγαλύτερες συγκρούσεις».
Ολα αυτά επιτείνονται από τον τρόπο που όλο και περισσότερο τα κόμματα μετατοπίζονται από τα παραδοσιακά μέσα πολιτικής προπαγάνδας, που στηρίζονταν αρκετά στον αναλυτικό λόγο, όπως ήταν τα φυλλάδια ή οι μεγάλες πολιτικές συγκεντρώσεις και ομιλίες ή ακόμη και τα τηλεοπτικά debates, προς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Ως προς το τι μπορεί να γίνει για να μην επιτείνεται ένα τοξικό πολιτικό κλίμα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι προφανές ότι αυτό έχει να κάνει με το πώς διαμορφώνεται συνολικά το κλίμα στην κοινωνία. Οπως παρατηρεί η Ιωάννα Βωβού, «όταν οι αποφάσεις που λαμβάνονται σε πολιτικό επίπεδο δίνουν την αίσθηση της αδυναμίας στον πολίτη και δεν τον συμπεριλαμβάνουν, μπορούν να τον οδηγήσουν σε ακραίες συμπεριφορές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης». Από εκεί πέρα όπως σημειώνει η κυρία Βωβού, «οι περιορισμοί στο περιεχόμενο (moderation) είναι απαραίτητοι, όμως δεν λύνουν το πρόβλημα», ενώ αυτό που μπορεί να βοηθήσει είναι ένας «ψηφιακός εγγραμματισμός» που όμως «πρέπει να χτιστεί σε βάθος χρόνου».