Τη δεκαετία του 1960 οι διακοπές, ως έννοια, δεν ήταν κάτι το δεδομένο και το αυτονόητο. Δεν αποτελούσαν βασικό στοιχείο του οικογενειακού προγραμματισμού. Η ερώτηση «πού θα πάμε διακοπές;» δεν υπήρχε στην «ατζέντα». Ο πολύς κόσμος δεν πήγαινε διακοπές, δεν ήξερε καν περί τίνος ακριβώς επρόκειτο. Ηξερε μόνο τι σήμαινε τουρισμός αφού η Ελλάδα ήταν ήδη ένα technicolor τουριστικό προϊόν με μεγάλη διεθνή απήχηση που ούτε κατά διάνοια όμως απευθυνόταν στους Ελληνες. Διακοπές πήγαιναν μόνο οι πλούσιοι. Και όσοι είχαν καταγωγή αλλά και πατρώο σε χωριό ή σε νησί – βασικά σε χωριό. Οπου και πάλι πήγαιναν κυρίως τα παιδιά. Οι υπόλοιποι βολεύονταν με κυριακάτικες εξορμήσεις σε κοντινές παραλίες όπως, περίπου, βλέπουμε στις παλιές ελληνικές ταινίες. Στριμωξίδι στα λεωφορεία, πλαστικές μπάλες και κεφτεδάκια στην άμμο. Και δεν ήταν μόνο οικονομικοί οι λόγοι που «απαγόρευαν» τις διακοπές στη μεσαία τάξη. Ηταν περισσότερο μια αντίληψη, μια πολυτέλεια διαβίωσης που φαινόταν να μην την «αντέχει» μια χώρα που, ακόμη, μετρούσε ερείπια. Για να έχουμε μια αίσθηση, στην Πάρο για παράδειγμα, μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1960 μόνο το κεντρικό τμήμα της Παροικιάς είχε ηλεκτροδότηση. Σε ολόκληρη δε τη Μύκονο υπήρχαν μόνο δύο ταξί, άλλα τόσα ξενοδοχεία και όχι περισσότερες από τέσσερις ταβέρνες. Και στα δύο νησιά – όπως και στα περισσότερα κυκλαδονήσια – το πλοίο δεν έπιανε λιμάνι, με βάρκες έβγαιναν οι επιβάτες στην ξηρά.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος