Τελικά, φταίει ο απρόβλεπτος καιρός, οι αποκλίσεις μεταξύ των μαθηματικών μετεωρολογικών μοντέλων ή οι μετεωρολόγοι, που δεν χιόνισε στο κέντρο της Αθήνας, όπως αναμενόταν, βάσει δημοσιοποιημένων προγνώσεων; Μπορούμε ή όχι να εμπιστευόμαστε τους επιστήμονες της μετεωρολογίας, αναρωτιόμαστε, ενώ τους παρακολουθούμε, αφήνοντας πίσω την κακοκαιρία Avgi, για να καλωσορίσουμε τις Αλκυονίδες, να διαφωνούν για την πρόσφατη – για ακόμη μία φορά – εσφαλμένη πρόγνωση επερχόμενου καιρικού «Αρμαγεδδώνος»; Πρόβλεψη που διέψευσε ένας απολύτως συμβαδίζων με την εποχή χειμωνιάτικος, ψυχρός καιρός, χωρίς ακραία φαινόμενα.
«Χάσαμε τη μάχη», ήταν η αφοπλιστική παραδοχή-απάντηση μετεωρολόγου στη δημοσιογράφο, που τον «μάλωνε» on air «γιατί δεν χιόνισε τόσο πολύ τελικά κι εγώ ήρθα στο στούντιο με τα σκι;».
Διαδικτυακό «μποξ» για τις αποκλίσεις
Τι συνέβη; Ποιος έχασε τη μάχη; Ποια μάχη; Και γιατί; «Ηττήθηκε» η επιστήμη της μετεωρολογίας ή η εγκυρότητα συγκεκριμένων μετεωρολόγων; Υπάρχει ασφαλής μετεωρολογική πρόγνωση; Αν όχι, τότε προς τι το εκ των υστέρων (νέο) διαδικτυακό «μποξ» μεταξύ των ειδικών για τις αποκλίνουσες μεταξύ τους προγνώσεις;
«Δεν γνωρίζω επαγγελματία συνάδελφο που να έχει παραδεχθεί ότι πέσαμε έξω. Αλλωστε όλοι γνωρίζουμε ότι όσο κι αν προσπαθήσουμε, δεν θα μπορέσουμε να είμαστε ποτέ 100% ακριβείς, διότι απλά ο καιρός και η πρόγνωσή του ανήκει στις επιστήμες του χάους, τις οποίες ποτέ δεν θα τις κατακτήσουμε» επισημαίνει στο «Βήμα» ο διευθυντής της ΕΜΥ και μετεωρολόγος Θεόδωρος Κολυδάς. Συχνά τελευταία, παρατηρεί σε περιπτώσεις όπου οι προγνώσεις «δεν επιβεβαιώνονται απόλυτα, πολλοί να κατηγορούν τα μοντέλα».
«Αυτό είναι λάθος» τονίζει ο ειδικός. «Ολοι στη μετεωρολογική κοινότητα γνωρίζουμε ότι τα μοντέλα είναι απλά εργαλεία. Ξέρουμε ότι δεν είναι τέλεια, γιατί απλούστατα δεν μπορούν πάντοτε να προσομοιώσουν απόλυτα τις φυσικές διαδικασίες. Είναι όμως χρήσιμα. Δεν πρέπει ούτε να τα θεοποιούμε ούτε να τα κατηγορούμε ούτε και να έχουμε τόσο μεγάλες απαιτήσεις για την ακρίβειά τους».
«Οι προγνώσεις ποτέ δεν θα γίνουν τέλειες»
«Οι προγνώσεις δεν είναι τέλειες. Ούτε θα γίνουν, παρότι εξελισσόμαστε» διευκρινίζει στο «Βήμα» ο δρ Κώστας Λαγουβάρδος, μετεωρολόγος, διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΙΕΠΒΑ) του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (επιβλέπει ένα δίκτυο 550 μετεωρολογικών σταθμών στη χώρα) και υπεύθυνος λειτουργίας της υπηρεσίας πρόγνωσης καιρού meteo.gr.
«Ελλείψεις σε επίγειους σταθμούς και μετεωρολογικά ραντάρ υπάρχουν» παραδέχεται. «Και περισσότερα να αποκτήσουμε, σφάλματα πάντα θα έχουμε. Ακόμη και μικρές διαφοροποιήσεις στην ατμόσφαιρα μπορούν να οδηγήσουν μετά από τρεις ημέρες σε μια διαφορετική πρόγνωση».
Πάρα ταύτα, τα τελευταία 20 χρόνια, συνεχίζει, υπήρξαν σημαντικές βελτιώσεις στην ποιότητα των προγνώσεων, «με μεγαλύτερη ακρίβεια, μέχρι και πέντε ημέρες. Μετά από αυτές δεν έχει καν νόημα να μιλάμε».
Η όψιμη «μόδα» των προγνώσεων σε βάθος χρόνου, από εκείνους οι οποίοι προέβλεψαν εκ νέου «ότι θα γινόταν Δευτέρα Παρουσία λόγω χιονιά, ευτελίζουν την επιστήμη», υπογραμμίζει ο κ. Λαγουβάρδος, που παρακολούθησε αποστασιοποιημένα τη μετατροπή του καιρού – και της πρόγνωσής του – από επιστημονικό αντικείμενο, για την έγκυρη ενημέρωση των πολιτών, σε εργαλείο «αυτοπροβολής». «Στην Ελλάδα η μετεωρολογία έχει στρεβλωθεί απ’ τον διαγκωνισμό ποιος θα προλάβει να κάνει πρώτος πρόγνωση» διαπιστώνει.
Η μετεωρολογία ως μέσο προβολής
Ο καιρός «πουλάει». Δεν είναι τυχαίο ότι οι ιστοσελίδες με προγνώσεις καιρού, όπως η meteo.gr, είναι στην κορυφή της επισκεψιμότητας, ενώ ακόμη και πολιτικές ιστοσελίδες διαθέτουν τον δικό τους μετεωρολόγο. «Ο καιρός έλκει τον κόσμο, επειδή κάποια φαινόμενα είναι πιο συχνά και πιο έντονα πλέον, λόγω κλιματικής αλλαγής. Αυτό εκμεταλλεύονται κάποιοι και κάνουν καριέρα, χωρίς καν να είναι μετεωρολόγοι. Συγκεκριμένα άτομα, με ονοματεπώνυμο, που παρουσιάζουν τον καιρό σε κανάλια, είναι γνωστό πως, παρότι δηλώνουν μετεωρολόγοι, είναι μαθηματικοί. Αυτό είναι όμως ανεύθυνο, και έχει τα γνωστά αποτελέσματα» συνοψίζει ο κ. Λαγουβάρδος, υπογραμμίζοντας την ομαδική διάσταση της επιστήμης του, «που λανθασμένα κάποιοι την αντιλαμβάνονται ως ατομικό σπορ».
Η πληροφορία για τον καιρό πλέον είναι «εύκολα διαθέσιμη και για τις ασφαλείς μετακινήσεις του πληθυσμού και τη σωστή ενδυμασία, αλλά και λόγω της γενικότερης ευαισθητοποίησης που προκαλεί η κλιματική κρίση, η κατανάλωση μετεωρολογικών ειδήσεων έχει αυξηθεί κατακόρυφα – ειδικά στο Διαδίκτυο» σχολιάζει ο καθηγητής στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρώην μέλος του ΕΣΡ Γιώργος Πλειός. Ωστόσο, υπάρχει, διακρίνει ο ίδιος, εμφανώς μια υπερβολή και μια «διόγκωση».
Ενδεικτικό είναι το πρόσφατο παράδειγμα τηλεοπτικού σταθμού που διέκοψε την ροή του για «έκτακτο δελτίο». Το «έκτακτο» συμβάν ήταν το «απολύτως φυσικό» Γενάρη μήνα να χιονίζει στον Διόνυσο…
«Κάποιoι «τζογάρουν» στο θέμα του καιρού και δραματοποιούν, είτε προς τα πάνω είτε προς τα κάτω, τις καιρικές συνθήκες, για να προσελκύσουν την προσοχή του κοινού. Και χρησιμοποιούν για αυτό πλήθος εικόνων με χιόνια, ακόμη κι από ξένη χώρα, που δίνουν τη γενικότερη αίσθηση ενός σοβαρού καιρικού φαινομένου» εξηγεί. «Η κινδυνολογία αυξάνει την προσοχή του κοινού και ως εκ τούτου την ακροαματικότητα-θεαματικότητα, και άρα και τις διαφημίσεις. Oι μετεωρολόγοι συμβάλλουν σε αυτή τη δραματοποίηση».
Tα δελτία καιρού, επισημαίνει ο κ. Πλειός, παρουσιάζουν «μια Ελλάδα ως ειδυλλιακό ευρωπαϊκό τοπίο και ταυτόχρονα τους Ελληνες ως… καθυστερημένους, με εικόνες από αυτοκίνητα που γλιστράνε και οδηγούς που δεν ξέρουν να βάλουν αλυσίδες. Ο ιδεολογικός άξονας που προβάλλεται είναι η μεταβίβαση της ευθύνης και της αρμοδιότητας από τη δημόσια διοίκηση, εν γένει, στον πολίτη. Φταίει ο πολίτης που βγαίνει έξω με χιονιά κι όχι η πολιτεία που δεν έχει εκχιονίσει τους δρόμους, για να είναι ασφαλείς».
Η επιστήμη και η διασημότητα
«Η πρόσφατη δημόσια αντιπαράθεση των ειδημόνων στα ΜΜΕ δεν είναι κάτι νέο» επισημαίνει στο «Βήμα» ο σύμβουλος πολιτικής και εταιρικής επικοινωνίας Ιωσήφ Χαλαβαζής. «Ολοι έχουμε αναμνήσεις εδώ και δεκαετίες με τους σεισμολόγους. Κατά την περίοδο της πανδημίας το βιώσαμε και με τους λοιμωξιολόγους, ενώ σήμερα βλέπουμε κάτι αντίστοιχο με τους μετεωρολόγους».
Το φαινόμενο αναδύεται, προσθέτει, «όταν οι ειδήμονες εμπλέκουν τον πρωταρχικό τους ρόλο με τη διασημότητα και καλούνται να υποκύψουν στους όρους της. Οι αντιπαραθέσεις της επιστήμης και των μοντέλων δεν γίνονται ούτε στα τηλεοπτικά παράθυρα ούτε στα social media». Οσοι επιστήμονες επιχειρούν κάτι αντίστοιχο, «το κάνουν για ίδιον όφελος», εκτιμά ο κ. Χαλαβαζής. «Το «show» που δημιουργούν είναι ο τρόπος να γίνουν γνωστοί στο κοινό και να αγαπηθούν – με ό,τι αυτό συνεπάγεται αργότερα –, και ταυτόχρονα να διατηρήσουν τη θέση τους μελλοντικά στα ΜΜΕ ως καλεσμένοι».