Δεκαεννέα μήνες μετά την τραγωδία των Τεμπών με τους 57 νεκρούς, οι σχετικές ανακρίσεις και η σύνταξη των απαραίτητων εγγράφων που απαιτούνται από τη Δικαιοσύνη δεν πλησιάζουν καν στο στάδιο της ολοκλήρωσης, αλλά αντίθετα η υπόθεση φαίνεται ότι θα καθυστερήσει αρκετούς μήνες ακόμη πριν εισαχθεί στη δικαστική της διερεύνηση.
Το γεγονός αυτό σε μεγάλο βαθμό οφείλεται σε καθυστέρηση σύνταξης τεχνικής μελέτης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, στην αποστολή τεχνικών ερωτημάτων σε εργαστήρια στη Μεγάλη Βρετανία (καθώς στη χώρα μας δεν υπάρχουν τα αντίστοιχα) που κι αυτά τέθηκαν αργοπορημένα αλλά και στις διαρκείς καταθέσεις νέων εγγράφων ή μαρτύρων στο στάδιο της ανάκρισης.
Σε αυτό το φόντο, κανείς δεν περιμένει να εισαχθεί η υπόθεση στο δικαστήριο στους λίγους μήνες του 2024 που έχουν απομείνει, ενώ πηγές από τον χώρο της Δικαιοσύνης τοποθετούσαν την έναρξή της την άνοιξη του 2025, χωρίς και αυτό να είναι βέβαιο ως ένα τελικό χρονοδιάγραμμα της υπόθεσης.
Διαρκής καθυστέρηση
Από την πλευρά τους, νομικοί, πραγματογνώμονες και οι οικογένειες των θυμάτων μιλούν για «τακτικές επιπλέον και διαρκούς καθυστέρησης πιθανόν και για πολιτικούς λόγους που διευκολύνονται από συγκεκριμένες άστοχες ενέργειες παραγόντων της υπόθεσης».
Οι καταγγελίες αυτές ας σημειωθεί ότι έρχονται μετά τις αρχικές διαμαρτυρίες για επίσπευση του «μπαζώματος» του χώρου της σύγκρουσης των δύο τρένων, εξαφάνισης κρίσιμων στοιχείων, μοντάζ ηχητικών δεδομένων, μη έγκαιρης αναζήτησης δεδομένων από κάμερες κ.ο.κ.
Οπως καταγράφεται στο ρεπορτάζ του «Βήματος», συγγενείς των θυμάτων και νομικοί κάνουν λόγο για αργοπορία που θα μπορούσε να αποφευχθεί σε σημαντικές πραγματογνωμοσύνες και για κλήσεις για καταθέσεις μαρτύρων που δεν έχουν ιδιαίτερη εμπλοκή στην υπόθεση, αναζήτηση τεχνικών μελετών για ανούσια θέματα ή λόγω εσφαλμένων εκτιμήσεων για τις συνθήκες του ατυχήματος.
Το πολιτικό κόστος
Μάλιστα, συγγενείς των θυμάτων λένε στο «Βήμα» ότι «αντίθετα με τους ισχυρισμούς που έχουν διατυπωθεί ότι η κυβέρνηση ή οι κρατικοί φορείς βιάζονται να κλείσει η υπόθεση, εμείς πιστεύουμε ότι συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Κι αυτό προκειμένου να μεταφερθεί το όποιο πολιτικό κόστος ή κι άλλες επιπτώσεις από τη δίκη ή την απόφαση για την τραγωδία των Τεμπών στο απώτερο μέλλον. Κι έτσι το κλείσιμο της δικογραφίας και η έναρξη της δίκης με τουλάχιστον 50-60 κατηγορουμένους να παραπέμπεται στις… καλένδες».
Ο δικηγόρος κ. Αντώνης Ψαρόπουλος, πατέρας της Μάρθης που σκοτώθηκε στα Τέμπη και εκπρόσωπος δεκάδων οικογενειών, λέει ότι «το πλέον σαφές δείγμα αυτής της κωλυσιεργίας είναι η οκτάμηνη δυσεξήγητη καθυστέρηση σε πόρισμα καθηγητών της Σχολής Χημικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου».
Νέος κύκλος ερευνών
Οπως εξηγεί «το ΕΜΠ είχε κληθεί τον Μάρτιο του 2024 από τις δικαστικές αρχές να συντάξει ένα σαφές πόρισμα για τα αιτία που προκάλεσαν την πυρόσφαιρα, που ακολούθησε τη σύγκρουση των τρένων και η οποία φαίνεται να προκάλεσε τον θάνατο τουλάχιστον 5-7 ατόμων που είχαν εγκλωβισθεί στα συντρίμμια. Ομως οκτώ μήνες αργότερα όχι μόνο δεν έχει υπάρξει κάποιο διευκρινιστικό έγγραφο αλλά το ΕΜΠ ζήτησε με πρόσφατα έγγραφά του να κάνει νέο κύκλο ερευνών και να του προσκομισθούν υλικά που φαίνεται να τα είχε από την πρώτη στιγμή».
Σημειώνεται ότι αρχικά είχε υποστηριχθεί από διορισμένους πραγματογνώμονες ότι η έκρηξη οφειλόταν σε λάδια σιλικόνης των μετασχηματιστών ισχύος των ηλεκτραμαξών που συγκρούστηκαν. Παρόμοιο ισχυρισμό είχαν διατυπώσει κρατικά και κυβερνητικά στελέχη που είχαν υποστηρίξει ότι πίσω από αυτή την έκρηξη δεν υπάρχει τίποτε ύποπτο. Ομως μέλη της Επιτροπής Διερεύνησης Ανεξάρτητων Πραγματογνωμόνων Οικογενειών (ΕΔΑΠΟ) είχαν αναφέρει σχετικά ότι το παραπάνω ενδεχόμενο αποκλείεται γιατί τα έλαια σιλικόνης είναι βραδυφλεγή.
Ακολούθως είχαν ζητήσει να εξετασθεί αν η εμπορική αμαξοστοιχία μπορεί να μετέφερε μη καταγεγραμμένα εύφλεκτα υλικά, πιθανόν για νόθευση καυσίμων. Ομως, ενώ υπάρχουν σειρά πληροφοριών που αποδεικνύουν ότι οι ειδικοί του ΕΜΠ δεν αποδέχονται τη θεωρία ότι η έκρηξη οφειλόταν στη διαρροή των συγκεκριμένων υγρών από τους μετασχηματιστές, τελικά η έκδοση του σχετικού πορίσματος έχει καθυστερήσει.
Το γεγονός αυτό αποδίδεται από οικογένειες των θυμάτων στον φόβο του αντίκτυπου μίας τέτοιας γνωμάτευσης, αφού συνδέεται και με το ζήτημα της εκχέρσωσης του χώρου της τραγωδίας όπου εξαϋλώθηκαν και υλικά που μπορεί να προσδιόριζαν ποιο ήταν το τελικώς «παράνομο φορτίο» που μετέφερε το τρένο και μπορεί να προκάλεσε την έκρηξη. Με την πλευρά των ερευνητών να μιλούν «για την ανάγκη διερεύνησης όλων των παραμέτρων της έκρηξης, κάτι που χρειάζεται χρόνο».
Μία άλλη πτυχή της έρευνας που έχει προκαλέσει σημαντική καθυστέρηση, όπως σημειώνει ο κ. Ψαρόπουλος, είναι εκείνη της διερεύνησης των υλικών που μετέφερε η εμπορική αμαξοστοιχία. Οι δικαστικοί λειτουργοί που διερευνούσαν τις συνθήκες του ατυχήματος δεν ζήτησαν, όπως επισημαίνει ο νομικός, εγκαίρως το υλικό από τις κάμερες του δικτύου για την κίνηση της εμπορικής αμαξοστοιχίας (είχε ξεκινήσει από μηχανοστάσιο στη Θεσσαλονίκη) αλλά μόνο για την επιβατική.
Οταν λοιπόν ζητήθηκαν πολλές εβδομάδες αργότερα, από τους τεχνικούς συμβούλους οικογενειών, αυτές οι κρίσιμες καταγραφές και για την εμπορική αμαξοστοιχία ήταν ήδη αργά. Σε συνέχεια των παραπάνω, διαπιστώθηκε ότι οι καταγραφές της ημέρας της σύγκρουσης είχαν αλλοιωθεί από αποτυπώσεις των καμερών των επομένων εβδομάδων μετά το πολύνεκρο δυστύχημα.
Ο σπασμένος δίσκος
Ετσι λοιπόν αποφασίστηκε – μετά από αργοπορία που επισημάνθηκε – 14 δίσκοι με καταγραφές εκείνης της ημέρας να σταλούν σε εργαστήριο της Μ. Βρετανίας με το ερώτημα αν μπορεί να εντοπιστεί τμήμα του επίμαχου οπτικού υλικού τις κρίσιμες ώρες. Οπως και για να ανακτηθούν τα δεδομένα και να δημιουργηθεί ακέραιο αντίγραφο, ενός από αυτούς τους ψηφιακούς δίσκους που είχε περιέργως «σπάσει».
Πράγματι, οι βρετανοί τεχνικοί ανακατασκεύασαν τον συγκεκριμένο ψηφιακό δίσκο που έχει σταλεί στα Εγκληματολογικά Εργαστήρια της ΕΛ.ΑΣ. για να αποτυπωθεί το περιεχόμενό του, κάτι που σηματοδοτεί αναγκαστικά νέα καθυστέρηση.
Επίσης ένα τμήμα της χρονικής παράτασης των ερευνών οφείλεται στην αργοπορημένη έναρξη της έρευνας για το «μπάζωμα» των Τεμπών που τελικά θα ενταχθεί στον κύριο φάκελο της υπόθεσης, μετά και από τις πρόσφατες αποκαλύψεις του «Βήματος».
Λίστα μαρτύρων
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με οικείους των θυμάτων, καθυστέρηση προκύπτει από τεχνικές μελέτες χωρίς βασιμότητα που συνέταξαν πραγματογνώμονες σύμβουλοι μεμονωμένων οικογενειών με πλημμελή γνώση των δεδομένων. Σε αυτές διατυπώνονται αιτήματα στις δικαστικές αρχές που οι ίδιοι κρίνουν ότι είναι χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα και τα οποία γίνονται αμέσως δεκτά και προκαλούν νέο κύκλο καθυστερήσεων.
Επίσης από τις ίδιες πηγές υποστηρίζεται ότι «επειδή μικρή ομάδα συγγενών των θυμάτων εκτιμά ότι επιχειρείται να κλείσει βιαστικά η έρευνα, ενώ συμβαίνει το αντίθετο, έχουν παραδώσει μία λίστα περίπου 10-15 μαρτύρων, επιβατών της αμαξοστοιχίας στα βαγόνια που έμειναν αλώβητα, οι οποίοι πιθανώς δεν έχουν να συνεισφέρουν τίποτα στην έρευνα». Και οι οποίοι εξετάζονται, μετά την αποδοχή του σχετικού αιτήματος, με αργούς ρυθμούς.
Από την άλλη πλευρά, ερευνητές της υπόθεσης αποδίδουν αυτές τις επιλογές και τη σχετική αργοπορία στην «ανάγκη να μην υπάρξει καμία υπόνοια συγκάλυψης και να εξετασθεί κάθε πτυχή της υπόθεσης».