Την ώρα που χιλιάδες παιδιά αγωνιούσαν για τις βάσεις των Πανελλαδικών, υπήρχαν και εκείνοι που ήδη είχαν αποφασίσει και δρομολογήσει το μέλλον τους, εκείνοι που τελειώνοντας το Λύκειο επέλεξαν να μην μπουν καν στη διαδικασία των εξετάσεων (οι περισσότεροι το αποφάσισαν την τελευταία χρονιά).
Γιατί, όσο και αν οι υπόλοιποι το ξεχνάμε καμιά φορά, γνωρίζουν και έχουν συνείδηση πως οι Πανελλαδικές δεν είναι μονόδρομος. Οπως μας είπε χαρακτηριστικά μια απόφοιτη που «απείχε» από αυτή τη διαδικασία, «όλοι σε πείθουν ότι αυτές τις 5 μέρες κρίνεται το μέλλον σου. Πως δεν υπάρχει επιλογή. Πως αν δεν γράψεις καλά, έχεις αποτύχει. Κι όμως, δεν είναι έτσι».
Οπως μας είπαν τόσο εκπαιδευτικοί όσο και μαθητές με τους οποίους συζητήσαμε, οι λόγοι που κάποιο παιδί μπορεί να αποφασίσει να γυρίσει την πλάτη στις Πανελλαδικές μετά το Λύκειο είναι ποικίλοι. Κάποιοι επιλέγουν να μπουν κατευθείαν στην αγορά εργασίας – ιδιαίτερα αν έχουν μια «βάση», μια στρωμένη δουλειά (π.χ. κατάστημα) από την οικογένειά τους.
Δεν είναι λίγοι, επίσης, εκείνοι που έχοντας το βλέμμα στραμμένο σε σπουδές σε κάποια χώρα του εξωτερικού θεωρούν σπατάλη χρόνου, χρημάτων και δυνάμεων το να μπουν στη διαδικασία των φροντιστηρίων και των εξετάσεων.
Και, φυσικά, είναι και εκείνοι που φοιτώντας σε κάποια σχολή, όχι πανεπιστημιακή, και εργαζόμενοι παράλληλα σκοπεύουν να ειδικευτούν στο επάγγελμα που τους ενδιαφέρει. Οι περισσότεροι πάντως (άλλος εμμέσως και άλλος ευθέως) μας μίλησαν για το άγχος και το βάρος της προσπάθειας των Πανελλαδικών, που σε κάποιες περιπτώσεις έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην απόφασή τους.
Με το βλέμμα στο εξωτερικό
Το όνομά του είναι Δημήτρης Κουκλάκης– οι συμμαθητές και οι καθηγητές του, όμως, τον φωνάζουν Τζίμη.
Είχε αρχίσει προετοιμασία για Πανελλαδικές, αλλά πέρυσι το καλοκαίρι, βλέποντας πόσο υπερβολικά υψηλές ήταν οι βάσεις στη σχολή που ήθελε να παρακολουθήσει, την Οδοντιατρική, άρχισε να το ξανασκέφτεται.
«Με προβλημάτισε» λέει. «Στη συνέχεια, υπολόγισα πόσα χρήματα ξοδεύει ένα μέσο παιδί για φροντιστήρια και συνειδητοποίησα ότι το ποσό αυτό είναι ίσο με αυτό που χρειάζεται για να φοιτήσει κάποιος δύο χρόνια σε ιδιωτική σχολή. Φυσικά και πιστεύω πως οι ελληνικές δημόσιες σχολές είναι καλύτερες, αλλά λόγω του μεγάλου ανταγωνισμού θεώρησα, πώς να το πω, θεώρησα ότι θα ήταν χάσιμο χρόνου όχι το να δώσω αλλά το να προσπαθήσω».
Ετσι, τα Χριστούγεννα αποφάσισε οριστικά να «απέχει» από τις Πανελλαδικές. Σε αυτό μέτρησε και το ότι έχει πλάνα για το εξωτερικό, αλλά και η σκέψη ότι τα διπλώματα από ξένες ιδιωτικές σχολές ή μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια θα μετρούν το ίδιο με τα ελληνικά, τουλάχιστον στο εξωτερικό που τον ενδιαφέρει. Εκτίμησε, λοιπόν, ότι το να προσπαθήσει να δώσει Πανελλαδικές εμπεριείχε μεγάλο ρίσκο, θα ήταν σπατάλη χρόνου και χρημάτων.
Μετά τα Χριστούγεννα ανακοίνωσε την απόφασή του στους δικούς του. «Τους εξήγησα και κατάλαβαν ότι πρόκειται για τη δική μου ζωή και θα κάνω ό,τι αποφασίσω εγώ». Στο άμεσο μέλλον, λοιπόν, από το φθινόπωρο δηλαδή, θα παρακολουθήσει οικονομικά, διοίκηση επιχειρήσεων και λογιστική σε ιδιωτική σχολή. Θεωρεί ότι θα του ανοίξει πολλές πόρτες για μελλοντικές σπουδές στο εξωτερικό.
«Εχει και εκείνη μεγάλες απαιτήσεις, δεν είναι εύκολο να την παρακολουθήσεις – εννοείται πως δεν είναι ίδιες με εκείνες των Πανελλαδικών –, αλλά για κάποιον που έχει στα σχέδιά του να φύγει στο εξωτερικό είναι μια λύση, ας το πούμε έτσι». Σε λίγες μέρες, παράλληλα, θα αρχίσει να δουλεύει στο σέρβις σε κάποιον χώρο εστίασης. Προσωρινά. «Και για εμπειρία αλλά και γιατί όταν έχεις δουλέψει μαθαίνεις να εκτιμάς την αξία των χρημάτων».
«Δεν πίστευα ότι θα άντεχα την πίεση»
Το άγχος και η πίεση κάθε υποψηφίου εν όψει των Πανελλαδικών ήταν ένας από τους πλέον καθοριστικούς παράγοντες που έκανε τη Μαριάννα Παναγιώτου να αποφασίσει από νωρίς, ήδη από τα τέλη της Α’ Λυκείου, να μη δώσει εξετάσεις.
«Είχε δώσει ο μεγαλύτερος αδελφός μου και είχα παρακολουθήσει από κοντά πόσο ψυχοφθόρο είναι. Δεν ήθελα να ακολουθήσω αυτόν τον δρόμο, δεν πίστευα ότι θα μπορούσα να αντέξω την πίεση».
Ο δεύτερος λόγος που την κράτησε μακριά από τις εξετάσεις είναι πως θέλει να ασχοληθεί με τον τουρισμό και, όπως λέει, «υπάρχουν αρκετά καλές σχολές στην Ελλάδα με αυτό το αντικείμενο, οπότε δεν υπήρχε θέμα». Προς το παρόν, αυτό τον καιρό εργάζεται στην εστίαση. «Ηθελα να δω από κοντά πώς δουλεύει η κουζίνα σε ένα μαγαζί πριν ξεκινήσω μαθήματα στη σχολή» λέει.
Η οικογένειά της ήταν υποστηρικτική στην απόφαση να μη δώσει Πανελλαδικές – «είχαν βιώσει όσα είχε περάσει ο αδελφός μου… Με βοήθησαν, μάλιστα, να επιλέξω σχολή».
Παρ’ όλα αυτά, έζησε έντονα, λόγω των συμμαθητών και των φίλων της, την περιπέτεια των εφετινών πανελλαδικών εξετάσεων. «Επειδή όλη μας τη ζωή, από Α’ Γυμνασίου μέχρι Γ’ Λυκείου, ακούμε από το σχολείο και από την οικογένεια για τις εξετάσεις, ακόμα και εγώ που δεν θα έδινα είχα αγωνία. Για εκείνους. Τους έβλεπα πολύ αγχωμένους, μου έλεγαν πως δεν έχουν καθόλου χρόνο γιατί είχαν θέσει υψηλούς στόχους (Ψυχολογία, Νομική). Ολη τη χρονιά ήταν κουρασμένοι, γεμάτοι άγχος – ένιωθα ότι ίσα-ίσα τα έβγαζαν πέρα».
Εχει μετανιώσει άραγε για την επιλογή της; «Σε καμία περίπτωση. Θα ξαναέκανα το ίδιο. Η ύλη είναι τεράστια, το ίδιο και το άγχος. Ολοι σε πείθουν, σου βάζουν στο μυαλό ότι αυτές τις 5 μέρες κρίνεται το μέλλον σου και πως δεν υπάρχει επιλογή. Πως αν δεν γράψεις καλά, έχεις αποτύχει. Και όμως, υπάρχουν και πολλές άλλες επιλογές».
«Εριξα το βάρος στις προπονήσεις»
Ο Σωτήρης Λαδάς αγαπά ιδιαίτερα τον αθλητισμό – για την ακρίβεια το ποδόσφαιρο. Κι όχι απλώς αγαπά – παίζει στη θέση του επιθετικού στην ποδοσφαιρική ομάδα της περιοχής του. Μετά την κουβέντα μας θα έφευγε για την απογευματινή προπόνησή του.
«Σκέφτομαι, όσο και αν μπορέσω, να ασχοληθώ επαγγελματικά με το ποδόσφαιρο» λέει.
Τι εννοεί «όσο και αν μπορέσει»; Εξηγεί: «Αν είσαι καλός, ανεβαίνεις σιγά-σιγά, σε βλέπει κάποιος προπονητής και σε παίρνει στην ομάδα του. Ετσι γίνεται».
Ποιον παίκτη θαυμάζει, ποιος είναι το πρότυπό του; «Ο Νεϊμάρ, φυσικά!» απαντά γελώντας.
Την τελική του απόφαση να μην δώσει Πανελλαδικές την πήρε την εφετινή χρονιά, στην Γ’ Λυκείου. «Για να πω την αλήθεια, δεν βρήκα, δεν με τράβηξε κάποια σχολή που θα ήθελα να παρακολουθήσω. Εξάλλου, είχα πολλές προπονήσεις με την ομάδα και αποφάσισα να ρίξω πιο πολύ βάρος σε αυτές».
Το περιβάλλον του πώς αντέδρασε; «Δεν είχα πιέσεις από κανέναν. Μου είπαν ότι εγώ αποφασίζω για το μέλλον μου».
Ετσι δεν τον απασχόλησαν καθόλου οι Πανελλαδικές. Και δεν ήταν θέμα βαθμών, όπως εξηγεί. «Οταν ακόμα σκεφτόμουν μήπως δώσω σε κάποια σχολή, ήξερα μεν ότι οι βάσεις είναι υψηλές αλλά δεν με απασχολούσε αυτό, δεν θα ήταν πρόβλημα. Πιστεύω ότι οποιοσδήποτε, αν καθίσει να διαβάσει συστηματικά, μπορεί τουλάχιστον να προσπαθήσει. Το να μη δώσω ήταν ξεκάθαρα επιλογή μου».
Πώς είδε ως παρατηρητής τις εξετάσεις; «Πολλά παιδιά ξόδεψαν πολλά χρήματα, είχαν πολύ άγχος και τελικά δεν περνάνε πουθενά. Ολα αυτά τζάμπα».
Παράλληλα με το ποδόσφαιρο εργάζεται ως βοηθός μάγειρα και αγαπά περισσότερο να φτιάχνει γλυκά. «Αυτό θα σπουδάσω». Μοιράζοντας τον χρόνο του ανάμεσα στην μπάλα και στη μαγειρική, δεν είναι απόλυτος. Μπορεί τώρα να έχει μπροστά του δυο επαγγελματικές διεξόδους, αλλά δεν αποκλείει και κάποια άλλη αν προκύψει στον δρόμο του.