Επτά πανεπιστημιακά Κέντρα Υγείας ιδρύονται στο σύνολο της επικράτειας εντός του 2024, άρρηκτα συνδεδεμένα με τις Ιατρικές Σχολές, με στόχο την αναβάθμιση του ρόλου της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ). Αποστολή τους είναι αφενός η ποιοτική παροχή υπηρεσιών υγείας στους πολίτες και αφετέρου η δημιουργία κόμβων εκπαίδευσης των γιατρών στο νευραλγικό, πλην όμως παραμελημένο στη χώρα μας, αυτό πεδίο.
Ζητούμενο όμως είναι και η αποσυμφόρηση του ΕΣΥ που λειτουργεί ως κυματοθραύστης, λόγω της απουσίας ενός ολοκληρωμένου και αποτελεσματικού σχεδίου εξωνοσοκομειακής φροντίδας. Οι πολύωρες αναμονές στις εφημερίες των νοσηλευτικών ιδρυμάτων του ΕΣΥ το τελευταίο διάστημα, όπου οι αναπνευστικοί ιοί επελαύνουν στην κοινότητα αυξάνοντας κατακόρυφα τη νοσηρότητα, αποτελούν απόδειξη της «μαύρης τρύπας».
Αρκεί κανείς να αναλογιστεί πως στα μεγάλα νοσοκομεία ανά τη χώρα προσέρχονται σε ένα 24ωρο περισσότεροι από 1.000 ασθενείς, γεγονός που προκαλεί ασφυξία, με τους γιατρούς να ασκούν σε περιόδους αιχμής «ιατρική πολέμου». Ομως, όπως έχει εκτιμηθεί, το 25% με 45% των περιστατικών που προσέρχονται στα ΤΕΠ θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν από πρωτοβάθμιες υπηρεσίες υγείας.
Η εμπιστοσύνη των πολιτών
Παράλληλα, στοίχημα αποτελεί οι υπό εξέλιξη αυτές πρότυπες δομές να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών, καθώς παραδοσιακά ο ρόλος της ΠΦΥ εντός των συνόρων είναι υποβαθμισμένος. Εξ ου και κρίνεται κρίσιμο τα πανεπιστημιακά Κέντρα Υγείας να έχουν στη διάθεσή τους το απαιτούμενο προσωπικό ώστε να λειτουργούν, έστω σε δεύτερο χρόνο, σε 24ωρη βάση αποτελώντας έτσι ένα μόνιμο «κανάλι» παροχής φροντίδας για τους ασθενείς.
«Η μεταρρύθμιση έχει ήδη ξεκινήσει, υπό την αναπληρώτρια υπουργό Υγείας, Ειρήνη Αγαπηδάκη, και έχει ορίζοντα υλοποίησης έως το τέλος του 2024. Είναι μια από τις πρώτες προτεραιότητές μας για το τρέχον έτος» δηλώνει στο «Βήμα» ο υπουργός Υγείας Αδωνις Γεωργιάδης. Και προσθέτει πως για τον σκοπό αυτόν τουλάχιστον 30 καθηγητές Ιατρικής θα ενταχθούν στο δυναμικό των νέων πανεπιστημιακών Κέντρων Υγείας, αποτελώντας πυλώνες φροντίδας των ασθενών στην κοινότητα και εκπαίδευσης των νέων γιατρών.
Πρώτος σταθμός της υπό εξέλιξης μεταρρύθμισης είναι το Κέντρο Υγείας στη λεωφόρο Αλεξάνδρας που θα συνδεθεί με την Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ. Μάλιστα, πρόσφατα υπογράφτηκε σύμβαση για την ενεργειακή αναβάθμιση και ανακαίνισή του, συμβατικής αξίας 5.588.368,96 ευρώ. Το ίδιο πλάνο θέλει τους επόμενους μήνες η συγκεκριμένη δομή να εξοπλίζεται και με σύγχρονο ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό (π.χ. υπερήχους, μαστογράφους, μοριακούς αναλυτές) ώστε μια σειρά σημαντικών εξετάσεων να γίνονται στις δημόσιες πρωτοβάθμιες δομές.
«Για εμάς είναι πάρα πολύ σημαντικό αυτό το έργο για δυο λόγους. Αφενός γιατί μιλάμε για μία από τις σημαντικότερες δομές στην Αττική. Αφετέρου γιατί το Κέντρο Υγείας Αλεξάνδρας θα γίνει πανεπιστημιακό Κέντρο Υγείας, θα συνδεθεί με την Ιατρική Σχολή Αθηνών και θα είναι ένα από τα κομβικά σημεία που θα έχουμε σε όλη τη χώρα προκειμένου να περάσουμε στη νέα εκδοχή της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας» συμπληρώνει η κυρία Αγαπηδάκη.
Στόχος η κάλυψη όλης της επικράτειας
Παράλληλα όμως και σύμφωνα με το ίδιο σχέδιο, ένα ακόμη Κέντρο Υγείας θα αναπτυχθεί στην πρωτεύουσα και πιο συγκεκριμένα στη Δυτική Αττική, το οποίο και θα λειτουργεί υπό την ομπρέλα του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Αττικόν. Αντίστοιχα πανεπιστημιακά Κέντρα Υγείας θα αναπτυχθούν στη Θεσσαλονίκη, την Πάτρα, τη Λάρισα, την Αλεξανδρούπολη, τα Ιωάννινα και το Ηράκλειο Κρήτης – δηλαδή, στις έδρες των Ιατρικών Σχολών, καλύπτοντας έτσι το σύνολο της επικράτειας.
Η ηγεσία του υπουργείου Υγείας βρίσκεται σε ανοιχτή γραμμή με τις πρυτανείες και τους προέδρους των Ιατρικών Σχολών, χαρτογραφώντας τις ανάγκες των δομών αυτών σε ειδικότητες αιχμής. Στόχος είναι το κάθε πανεπιστημιακό Κέντρο Υγείας να στελεχωθεί με τέσσερα μέλη ΔΕΠ, κατάλληλων ειδικοτήτων, ενώ στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη θα είναι πέντε. Στη λίστα συμπεριλαμβάνονται μέλη ΔΕΠ με ειδικότητα στη Γενική Ιατρική με εξειδίκευση στην Επείγουσα Ιατρική, παθολόγοι η γενικοί γιατροί με μετεκπαίδευση στην πρόληψη καρδιαγγειακών νοσημάτων, παιδίατροι (με εξειδίκευση στον σακχαρώδη διαβήτη και την παιδική παχυσαρκία) αλλά και ψυχολόγοι στο αντικείμενο της ψυχολογίας της υγείας ή στην πρόληψη της υγείας.
Δυνατότητα εκπόνησης διδακτορικών διατριβών
Παράλληλα όμως σχεδιάζεται και η αλλαγή των προγραμμάτων σπουδών των Ιατρικών Σχολών καθώς τα πανεπιστημιακά Κέντρα Υγείας θα λειτουργούν και ως εκπαιδευτικά κέντρα ειδίκευσης των νέων γιατρών στην παροχή πρωτοβάθμιας φροντίδας. Υπενθυμίζεται ότι έως και σήμερα οι νέοι γιατροί που επιθυμούν να λάβουν την ειδικότητα της Παθολογίας και της Γενικής Ιατρικής εκπαιδεύονται στα νοσοκομεία, με συνέπεια να έχει εδραιωθεί στη χώρα μας μια… νοσοκομειακή κουλτούρα.
«Πρόθεσή μας είναι να έχουν τη δυνατότητα να εκπαιδευτούν και στο πλαίσιο της Πρωτοβάθμιας, αναγνωρίζοντας τις δυνατότητες και τα προσφερόμενα εργαλεία στο συγκεκριμένο πεδίο, ώστε να τα αξιοποιούν κατάλληλα στο μέλλον. Προσδοκία μας είναι τα πανεπιστημιακά Κέντρα Υγείας να αποτελέσουν πόλο έλξης για τους νέους επιστήμονες, εφόσον πρόκειται για ένα δομημένο πλαίσιο εκπαίδευσης που χαράσσει ένα μονοπάτι επαγγελματικής σταδιοδρομίας» προσθέτει στο «Βήμα» η κυρία Αγαπηδάκη.
Και συμπληρώνει πως, μεταξύ άλλων, στα πανεπιστημιακά Κέντρα Υγείας θα δίνεται η δυνατότητα εκπόνησης διδακτορικών διατριβών και διεξαγωγής ερευνών, αξιοποιώντας ευρωπαϊκά κονδύλια.
Εκπαιδευτικοί σταθμοί τηλεϊατρικής
Μία σημαντική λεπτομέρεια είναι πως και στα εφτά πανεπιστημιακά Κέντρα Υγείας θα εγκατασταθούν εκπαιδευτικοί σταθμοί τηλεϊατρικής. Με τον τρόπο αυτόν ο ιατρός σύμβουλος θα έχει στη διάθεσή του όλα τα απαραίτητα δεδομένα (π.χ. τις ζωτικές ενδείξεις) για έναν ασθενή που περιθάλπεται σε άλλο Κέντρο Υγείας ή σε ένα απομακρυσμένο αγροτικό ιατρείο, αξιολογώντας εξ αποστάσεως την κλινική του εικόνα και καθοδηγώντας τους γιατρούς εκεί.
Το ίδιο σχέδιο επιδιώκει μέσω της αξιοποίησης της τεχνολογίας αυτής το όφελος να είναι διπλό: Αφενός την ορθή διαχείριση έκτακτων περιστατικών (λ.χ. άμεση διακομιδή ή αεροδιακομικδή όταν τεκμηριωμένα κρίνεται απαραίτητη) αλλά και την εκπαίδευση των γιατρών στις λοιπές Πρωτοβάθμιες δομές της χώρας για τη φροντίδα ασθενών με χρόνια νοσήματα, ώστε να μην καταλήγουν π.χ. στα Επείγοντα των νοσοκομείων επειδή είναι αρρύθμιστοι.