Οχι ένα, αλλά δύο θα είναι τελικά τα προγράμματα επιδότησης για τη διάσωση διατηρητέων κτιρίων στην Ελλάδα. Ενα για ιδιωτικά ακίνητα και ένα για ιστορικά κτίρια του Δημοσίου και του ευρύτερου δημοσίου τομέα. Οι καθυστερήσεις που «γράφει» το πρόγραμμα «Διατηρώ» που είχε εξαγγελθεί από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) προ τριετίας, φαίνεται ότι έδωσαν περιθώριο χρόνου στο επιτελείο του γενικού γραμματέα Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος κ. Ευθύμιου Μπακογιάννη να επαναξιολογήσει τα δεδομένα.
Ετσι, καθώς τα 80 εκατομμύρια ευρώ που έχουν εξασφαλιστεί από το ΕΣΠΑ θεωρήθηκε ότι είναι περιορισμένα για το μέγεθος του εγχειρήματος, αποφασίστηκε το πρόγραμμα που προετοιμάζεται από τις αρχές του 2021 (είχε εξαγγελθεί στα τέλη του 2020) να αφορά τελικά μόνο ιδιωτικά κτίρια. «Τα δημόσια κτίρια βγήκαν από το… κάδρο του «Διατηρώ» και θα συμπεριληφθούν σε ένα ξεχωριστό πρόγραμμα για το οποίο αναζητούνται κονδύλια» επισημαίνει στέλεχος του υπουργείου.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, το επιτελείο του κ. Μπακογιάννη έχει παραλάβει τον οδηγό χρηματοδότησης του προγράμματος από τη μελετητική εταιρεία που είχε αναλάβει το έργο και τον αξιολογεί. Οπως αναφέρει, «στα τέλη του έτους εκτιμώ ότι θα είμαστε έτοιμοι για τη δημοσίευση του οδηγού», ο οποίος θα περιλαμβάνει τον προσδιορισμό των ωφελούμενων κτιρίων, των επιλέξιμων παρεμβάσεων, την κοστολόγηση των έργων κ.λπ. Παράλληλα, θα ανοίξει και η ηλεκτρονική πλατφόρμα για την υποβολή των αιτήσεων και των συνοδευτικών απαιτούμενων εγγράφων, την οποία θα χειρίζεται το ΥΠΕΝ.
Από το «Διατηρώ» θα επιδοτείται η αποκατάσταση ιστορικών, διατηρητέων, αλλά και επικίνδυνων για τη δημόσια ασφάλεια κτισμάτων τα οποία χρησιμοποιούνται ως κατοικίες, ενώ πρόσβαση στη χρηματοδότηση θα έχουν και επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν διατηρητέα κτίρια για εμπορικούς ή τουριστικούς σκοπούς.
Στις επιλέξιμες δαπάνες έχει αποφασιστεί να περιληφθούν και στερεωτικές εργασίες, με δεδομένο ότι σημαντικό ποσοστό του αξιόλογου αρχιτεκτονικού αποθέματος των πόλεων (κηρυγμένα μνημεία, διατηρητέα, κτίρια σε ιστορικούς τόπους και παραδοσιακούς οικισμούς) κινδυνεύει άμεσα με κατάρρευση. Η συντήρηση και η αποκατάσταση παλαιών κατασκευών είναι δύσκολη και εξαιρετικά δαπανηρή για τους ιδιοκτήτες τους με συνέπεια να εγκαταλείπονται, να στέκουν για δεκαετίες «κουφάρια» αδειανά και σιγά-σιγά να καταρρέουν αποστερώντας από τις πόλεις ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας τους και του αστικού τους αποθέματος.
Οι ανάγκες για την προστασία των ιστορικών κτιρίων της χώρας είναι τεράστιες και σύμφωνα με εκτιμήσεις οργανώσεων και φορέων πολιτών για να εξυπηρετήσει το πρόγραμμα τις ανάγκες αποκατάστασης της σημαντικής κτιριακής υποδομής σε όλη τη χώρα απαιτείται ένας προϋπολογισμός τουλάχιστον 500 εκατ. ευρώ. Αλλωστε και ο αρχικός σχεδιασμός του ΥΠΕΝ υπολόγιζε τις ανάγκες για την υλοποίηση του «Διατηρώ» σε περισσότερα από 450 εκατ. ευρώ, αλλά τελικά υποβλήθηκε αίτημα χρηματοδότησης στο Ταμείο Ανάκαμψης για 200 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, δεν συμπεριελήφθη στη λίστα των έργων του Ταμείου και αναζητήθηκε κονδύλι από το ΕΣΠΑ, από το οποίο δεσμεύθηκαν 80 εκατ. ευρώ.
Στο μεταξύ, όσο το πρόγραμμα βρίσκεται στον «πάγο» σημαντικά κτίρια απειλούνται είτε από κατάρρευση είτε από κατεδάφιση. Είναι ενδεικτικό ότι, μόνο στην Αθήνα, κατά την τελευταία τριετία (2020-2023), σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ), εκδόθηκαν 380 άδειες κατεδάφισης κτιρίων κυρίως του Μεσοπολέμου (1930-1940).