Οι διεθνείς αξιολογικές κατατάξεις («rankings») που ανακοινώνονται κάθε χρόνο αποτελούν ένα χρήσιμο εργαλείο σύγκρισης των πανεπιστημίων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Τα κριτήρια και η μεθοδολογία κάθε αξιολόγησης διαφέρουν σημαντικά, με αποτέλεσμα να υπάρχουν αποκλίσεις και ευρείες διαφοροποιήσεις, κυρίως για τα πανεπιστήμια που βρίσκονται στο μέσο και κατώτερο της τελικής κατάταξης. Ετσι, το ίδιο πανεπιστήμιο εμφανίζεται στις διαφορετικές αξιολογήσεις με διαφορετική σειρά. Και βέβαια η κατάκτηση μιας υψηλής θέσης σε ένα διεθνές σύστημα αξιολόγησης που περιλαμβάνει τα καλύτερα πανεπιστήμια έστω και επιλεκτικά είναι λόγος για προβολή και ακαδημαϊκή ικανοποίηση. Αρκεί να μη γίνεται επαναλαμβανόμενα και αποσπασματικά για κάποιες σχολές, αλλά να καταγράφει μία συνεχή ανοδική πορεία από χρόνο σε χρόνο. Να ανταποκρίνεται, δηλαδή, στον σκοπό των αξιολογήσεων που δεν είναι άλλος από τη συνεχή και διαρκή βελτίωση συνολικά των ιδρυμάτων ανάλογα πάντα με τις ανάγκες τους, και λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες κάτω από τις οποίες λειτουργούν.
Οι αξιολογήσεις βασίζονται σε στοιχεία που εξάγονται από διεθνείς βάσεις δεδομένων και αποτυπώνουν το ερευνητικό έργο θετικών επιστημών και επιστημών ζωής κυρίως, ευνοώντας έτσι τις αντίστοιχες σχολές και ιδρύματα. Από την άλλη, ο μεγάλος όγκος του επιστημονικού έργου που παράγεται στις ανθρωπιστικές σχολές υποτιμάται καθώς μένει εκτός καταγραφής, επηρεάζοντας την τελική τους κατάταξη.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.