Επειτα από αντεγκλήσεις ημερών και σφοδρή πολιτική σύγκρουση, τόσο εντός όσο και εκτός Βουλής, ψηφίστηκε στα μέσα της εβδομάδας το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης για τις τροποποιήσεις στον Ποινικό Κώδικα και στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Παράλληλα, το υπουργείο, μετά και την επικείμενη αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου για τη διαμεσολάβηση, ετοιμάζει και αλλαγές στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

Η επιτάχυνση
έγινε επιβράδυνση

Ο υπουργός Δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Τσιάρας, στην προ ημερών Ολομέλεια των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων, ανακοίνωσε τη σύσταση νομοπαρασκευαστικής επιτροπής για την τροποποίηση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Εξάλλου, έχουν παρατηρηθεί πολλά προβλήματα και όπως είπε ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών Δημήτρης Βερβεσός, «η δήθεν επιτάχυνση της δίκης μετατράπηκε σε σημαντική επιβράδυνση με τις εντεύθεν συνέπειες».

Το μείζον όμως θέμα για την κυβέρνηση στην παρούσα φάση ήταν να προχωρήσει στις τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα που είχε ψηφιστεί το περασμένο καλοκαίρι πριν από τις εκλογές και την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και τον οποίο επέκρινε σφοδρά για σειρά διατάξεων.

Επικρινόταν
η τροποποίηση

Σε αυτή τη διαδικασία της συζήτησης και ψήφισης των τροποποιήσεων βαριά έριξε τη σκιά του ένα άκρως επιθετικό προς την κυβέρνηση δημοσίευμα των «Financial Times» την περασμένη Πέμπτη (τίτλος του: «Greek law change viewed as backtracking on money laundering»).

Με αυτό επικρινόταν η τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα, σύμφωνα με την οποία τα «άτομα που είναι ύποπτα για εγκληματική απάτη και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ανακτούν περιουσιακά στοιχεία που είχαν παγώσει από το δικαστήριο αν δεν τεθούν σε δίκη εντός 18 μηνών».

Η κατηγορία κατά της κυβέρνησης επί του θέματος, για το οποίο κατέθεσε και σχετική ερώτηση ο Αλέξης Τσίπρας στον Πρωθυπουργό, ήταν ότι «η τροποποίηση, η οποία ήταν μέρος ενός νέου νόμου που επικαιροποιεί τον Ποινικό Κώδικα, έρχεται σε αντίθεση με τις διεθνείς πρακτικές κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, στις οποίες η Ελλάδα προσυπογράφει».

Χρονικό περιθώριο
τριών μηνών

Το ρεπορτάζ των «FT» υποστηρίζει ότι όφελος από αυτή την τροποποίηση θα έχουν μια δωδεκάδα έλληνες εφοπλιστές, εξέχοντες επιχειρηματίες και πρώην τραπεζίτες υπό έρευνα για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. «Ενώ τα περιουσιακά τους στοιχεία ήταν παγωμένα τα τελευταία 2-7 χρόνια, κανείς από τους κατηγορουμένους δεν εμφανίστηκε ποτέ στο δικαστήριο» σημειώνεται.

Ερωτήματα
από τον ΣΥΡΙΖΑ

Η κυβέρνηση αντέδρασε στο δημοσίευμα με επιστολή προς τη διεύθυνση της εφημερίδας, ζητώντας να ανασκευάσει όπως είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας, που εξήγησε ότι οι «Financial Times» δεν έλαβαν καθόλου υπ’ όψιν τη μεταβατική διάταξη για τις παρελθούσες υποθέσεις που δίνει χρονικό περιθώριο τριών μηνών στον ανακριτή ή στο δικαστικό συμβούλιο να αποφασίσει αν θα συνεχίσει την έρευνα της υπόθεσης έως 18 μήνες.

Ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει να κάνει λόγο για σκάνδαλο και θέτει σειρά ερωτημάτων, όπως «ποιοι είναι οι τραπεζίτες, εφοπλιστές και μεγαλοεπιχειρηματίες που ευνοούνται από την αποδέσμευση πάνω από 1 δισ. ευρώ» κατά τη βρετανική εφημερίδα και «έναντι ποιου ανταλλάγματος, με βάση την προχθεσινή επίσημη ανακοίνωση του κόμματος, προχώρησε η κυβέρνηση σε αυτήν τη σκανδαλώδη ρύθμιση».

Η κυβέρνηση επιμένει ότι εναρμονίζει το ποινικό με το οικονομικό δίκαιο με βάση τη σύμβαση για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ενώ δέχθηκε και την κριτική του ΚΚΕ για «απαράδεκτη διάταξη-δώρο σε επιχειρηματικά συμφέροντα που εμπλέκονται σε υποθέσεις ξεπλύματος «βρώμικου» χρήματος».

Ο Στ. Πέτσας επεσήμανε ότι κάποιος κατηγορούμενος για κάποιο ποινικό αδίκημα μπορεί να προφυλακιστεί έως και 18 μήνες χωρίς να του έχει ασκηθεί δίωξη και συμπλήρωσε πως, αντίθετα, για οικονομικά αδικήματα το πάγωμα λογαριασμών ή οποιουδήποτε άλλου περιουσιακού στοιχείου συνεχιζόταν για απεριόριστο χρονικό διάστημα.

Ηχογραφήσεις, μολότοφ και κοινή ησυχία

l
Η δυνατότητα να αξιοποιούνται, κατά την εκδίκαση πράξεων κακουργηματικού χαρακτήρα, αποδεικτικά μέσα που έχουν αποκτηθεί με μη νόμιμο τρόπο. Η ρύθμιση που είχε καταργηθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση και επανέρχεται αφορά τη χρήση υλικού όπως ηχογραφήσεις.

l
Τιμωρείται με κάθειρξη η παροχή πληροφοριών, η χρηματοδότηση και η στρατολόγηση μελών σε εγκληματική οργάνωση.

l
Επιβολή φυλάκισης έως τρία έτη για όποιον παράνομα εισέρχεται και παραμένει σε δημόσια κτίρια, είτε αυτά είναι νοσοκομεία, πρεσβείες, δικαστήρια, επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας.

l
Επιβολή κάθειρξης πλέον των 10 ετών (από 5 έως 15) στους βιαστές. Αν ο βιασμός διαπράχθηκε από δύο ή περισσότερους δράστες που ενεργούσαν από κοινού, μπορεί να επιβληθεί ισόβια κάθειρξη. Αυστηροποιούνται οι ποινές για τους βιαστές και βιαστές ανηλίκων και για όσους διακινούν ανθρώπους (μετανάστες).

l
Αύξηση από 17 στα 22 έτη του χρόνου που μπορεί να εκτίσει ένας πολυϊσοβίτης για να αποκτήσει δικαίωμα αίτησης για απόλυση υπό όρους.

l
Επιβολή αυστηρότερων ποινών για αδικήματα που διαπράττονται κατά τη διάρκεια των αδειών των κρατουμένων, ώστε αυτές να εκτίενται εξ ολοκλήρου χωρίς να προσμετρώνται τα ευεργετήματα των ημερομισθίων.

l
Σε κακούργημα από πλημμέλημα «αναβαθμίστηκε» η κατοχή βόμβας μολότοφ.

l
Πλημμέλημα η διατάραξη κοινής ησυχίας.

Τραπεζικά στελέχη και δάνεια

Μεγάλη σύγκρουση υπήρξε για τη διάταξη σχετικά με την κατ’ έγκληση δίωξη των τραπεζικών στελεχών στην κακουργηματική απιστία σε υποθέσεις δανείων. Ο Κ. Τσιάρας επέμενε ότι δεν μπορεί να επικρέμεται η δαμόκλειος σπάθη της αυτεπάγγελτης δίωξης πάνω από τα τραπεζικά στελέχη και τα στελέχη των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Πλέον απαιτείται έγκληση για την ποινική δίωξη εάν η απιστία στρέφεται άμεσα κατά πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος. Από την άλλη πλευρά, ο ΣΥΡΙΖΑ υποστήριξε πως παρέχεται ασυλία για τραπεζικά στελέχη των τραπεζών που έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί, με τον υπουργό Δικαιοσύνης να αντικρούει το επιχείρημα μιλώντας για ιδρύματα που έχουν επανειλημμένα ανακεφαλαιοποιηθεί, αλλά μία από τις τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις έγινε επί των ημερών του ΣΥΡΙΖΑ.