Ο Σταύρος Καμπισιούλης λέει πως γεννήθηκε ενήλικος. Κι αυτό είναι κάτι που μπορεί να αντιληφθεί κανείς από τον τρόπο που εκφράζεται και τις λέξεις που επιλέγει, αλλά και να διαπιστώσει από τη σοβαρότητα – σχεδόν αταίριαστη ή τέλος πάντων δυσανάλογη με τη βιολογική ηλικία των 17 ετών – με την οποία αντιμετωπίζει μια σπουδαία αλλά συχνά παραγνωρισμένη τέχνη. Εκείνη του θεάτρου σκιών.

Είναι όμως το δίχως άλλο και τυχερός. Γιατί δεν υπήρξε ποτέ το παιδί που οι γονείς του «πάρκαραν» σε μύριες όσες εξωσχολικές δραστηριότητες για να ανακαλύψει την κλίση του. Τη βρήκε μόνος του, και μάλιστα προτού ακόμα συμπληρώσει πέντε χρόνια ζωής.

«Πρωτοείδα παράσταση Καραγκιόζη όταν ήμουν τεσσάρων ετών, εδώ, στο Μαρούσι» λέει. «Ενιωσα ότι βυθίστηκα σε έναν μαγικό κόσμο. Με γοήτευσαν οι φιγούρες, οι λαρυγγοφωνές, τα παραδοσιακά τραγούδια, η ζωντάνια του θεάτρου σκιών. Νομίζω ότι αυτό παραμένει και το στοιχείο που μαγεύει τα νεότερα παιδιά σε αυτή την τέχνη. Ζούμε σε μια γρήγορη εποχή με αμέτρητες προσλαμβάνουσες και όμως το θέατρο σκιών εξακολουθεί να τα συγκινεί. Ξέρετε, στην τέχνη μας το παιδί θα πει μια ατάκα, ο Καραγκιόζης θα την ακούσει, θα την αρπάξει και θα ξεκινήσει ένας μοναδικός αυτοσχεδιασμός».

«Δεν βάζω τον Καραγκιόζη να μονολογεί ή να διδάσκει, αλλά να δίνει ερεθίσματα».

Θαυμαστής του Μπαρμπα-Γιώργου

Μαθητής της Γ’ Λυκείου, με το βλέμμα στις πανελλαδικές εξετάσεις και στόχο να σπουδάσει Παιδαγωγική, λάτρης της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής και της φύσης και θαυμαστής του Μπαρμπα-Γιώργου, τον οποίο θεωρεί υπόδειγμα αγνού, αγαθού και τίμιου Ελληνα, ο Καμπισιούλης μαθήτευσε πλάι στον Θανάση Σπυρόπουλο και τον γιο του Κώστα. Για πρώτη φορά λέει πως πέρασε από την πλευρά του ενθουσιώδους θεατή σε εκείνη του φιλοπερίεργου μαθητευόμενου σκιοπαίκτη στα έξι του χρόνια. Εκτός από την περιέργεια χρειάστηκε δουλειά και επιμονή, όπως αφηγείται, προκειμένου να γνωρίσει και να εντρυφήσει στην τέχνη του θεάτρου σκιών.

«Χρειάστηκε δουλειά και επιμονή. Ευτυχώς, οι γονείς μου ήταν και παραμένουν υποστηρικτικοί. Αρχικά ξεκίνησα να κάνω χαρτοκοπτική, να φτιάχνω τις δικές μου φιγούρες από χαρτόνι, μετά γνώρισα τους δασκάλους μου, τον Θανάση Σπυρόπουλο και τον γιο του Κώστα, που μου άνοιξαν τη σκηνή τους και έμαθα πολλά κοντά τους. Η πρώτη φορά που πέρασα πίσω από τον μπερντέ ήταν έπειτα από μια παράσταση στο θέατρο του Σπυρόπουλου στο Γαλάτσι».

Εκτοτε τα καλοκαίρια του, τα οποία η οικογένειά του συνήθιζε να περνά στο χωριό του πατέρα του, το Σταυροδρόμι Αρκαδίας, συνδέθηκαν με αυτοσχέδιες παραστάσεις Καραγκιόζη, τις οποίες μοιραζόταν με το μικρό τότε αλλά πιστό κοινό του. Τα τελευταία τρία χρόνια ο Καμπισιούλης δίνει πια παραστάσεις ως επαγγελματίας καραγκιοζοπαίκτης, και μάλιστα έχει μια πολύ συγκεκριμένη και δομημένη άποψη σχετικά με την τέχνη του και τους κύριους αποδέκτες της, δηλαδή τα παιδιά.

«Το θέατρο σκιών πρέπει να περνάει μηνύματα. Δεν θέλω απλά ένα παιδί να έρχεται, να παρακολουθεί και να γελά. Η Κάρμεν Ρουγγέρη λέει ότι τα μυαλά των παιδιών είναι άγραφα τετράδια και όσοι ασχολούμαστε με το θέατρο για παιδιά πρέπει να γράφουμε πάνω σε αυτά. Ετσι κι εγώ κρύβω μηνύματα στις παραστάσεις μου και κατευθύνω τα παιδιά να τα ανακαλύψουν. Δεν βάζω τον Καραγκιόζη να μονολογεί ή να διδάσκει, αλλά να δίνει ερεθίσματα».

«Για να είμαι πάντως ειλικρινής, δεν θα έβαζα κάποιο τραπ τραγούδι σε παράστασή μου»

«Δεν είμαστε είδος υπό εξαφάνιση»

Αν και υπάρχει η εντύπωση πως οι καραγκιοζοπαίκτες είναι είδος υπό εξαφάνιση, ο 17χρονος μαθητής λέει πως μάλλον συμβαίνει το αντίθετο. Υπάρχουν μάλιστα, όπως επισημαίνει, και νεότεροι καλλιτέχνες του είδους από εκείνον. Τι γίνεται όμως με τους θεατές; Ενδιαφέρονται και παρακολουθούν οι έφηβοι συνομήλικοί του παραστάσεις της εμβληματικής παραδοσιακής τέχνης;

«Κάποιοι συμμαθητές μου έρχονται στις παραστάσεις μου. Αλλοι όχι. Αλλά ακόμα κι εκείνοι που δεν έρχονται πιστεύω ότι αγαπούν και στηρίζουν το θέατρο σκιών. Μακάρι να μπορούσα να έρθω σε επαφή με όλους τους εφήβους της χώρας μέσω των παραστάσεών μου. Το ζήτημα είναι ότι κάποια στιγμή το θέατρο σκιών στράφηκε εξ ολοκλήρου στα παιδιά. Ξέρετε, αρχικά ήταν μια τέχνη μόνο για κοινό ενηλίκων – μάλιστα παιζόταν στα καφενεία και στις πλατείες με κοινό αποκλειστικά για άνδρες, μετά έγινε μεικτό, απευθυνόμενο σε ενηλίκους και παιδιά, και τελικά κατέληξε να απευθύνεται περισσότερο στα παιδιά. Ετσι απομακρύνθηκαν οι έφηβοι και οι νέοι από τον Καραγκιόζη» εξηγεί.

Αραγε πώς θα έκανε εκείνος μια παράσταση ελκυστική για τα παιδιά της ηλικίας του, τα οποία μοιάζουν δέσμια του ατελείωτου και ατέρμονου σκρολαρίσματος σε οθόνες τάμπλετ και κινητών τηλεφώνων;

«Κατ’ αρχάς ό,τι παράσταση και να φτιάξω, είτε καινούργια είτε διασκευή σε παλιά, φροντίζω να πατώ με το ένα πόδι στην παράδοση και με το άλλο στο σήμερα. Αυτός είναι ο κανόνας. Μπορείς να προσθέσεις μια σημερινή πληροφορία ή κάποιο τραγούδι για να κάνεις μια παράσταση πιο ελκυστική. Ας πούμε ότι αυτό που κάνω εγώ είναι ένα σύγχρονο λίφτινγκ στον Καραγκιόζη, ώστε να συνομιλεί με την εποχή μας. Το θεωρώ σχεδόν υποχρεωτικό. Για να είμαι πάντως ειλικρινής, δεν θα έβαζα κάποιο τραπ τραγούδι σε παράστασή μου» καταλήγει.

Τι, δηλαδή, δεν υπάρχει περίπτωση να δούμε προσεχώς τον Καραγκιόζη τράπερ; «Οχι. Προσωπικά είμαι κατά της τραπ. Δεν μου αρέσει να κρίνω, αλλά μου είναι ένα είδος αδιάφορο, το οποίο θεωρώ και προσβλητικό, λόγω της θεματικής των στίχων του, για τις γυναίκες» απαντά – και πάλι με νηφαλιότητα και ψυχραιμία παράταιρη του νεαρού της ηλικίας του. Αλήθεια όμως, τι απασχολεί τους εφήβους σήμερα;

«Δεν θα άφηνα αυτά που αγαπώ για να γίνω κάποιος άλλος, να μοιάζω εντός εποχής.»

Η βία των νέων

Είναι οι συνομήλικοί του θυμωμένοι, οργισμένοι, βίαιοι;

«Γενικά υπάρχει θυμός, όμως δεν μου αρέσει να κατηγορώ, ούτε να γενικεύω. Η βία είναι παντού. Στην τραπ, στα βιντεοπαιχνίδια, στα κοινωνικά δίκτυα. Η κουλτούρα της βίας προωθείται με πολλούς τρόπους. Πιστεύω πάντως ότι όλα έχουν την αφετηρία τους στην οικογένεια. Ξέρετε, ακόμα και στις παραστάσεις μου μπορώ να ψυχολογήσω ή να αντιληφθώ πράγματα για τα παιδιά και τον τρόπο που μεγαλώνουν από πολύ μικρές κινήσεις ή αντιδράσεις τους. Κι αυτό παρότι εμείς οι καραγκιοζοπαίκτες δεν έχουμε άμεση οπτική επαφή μαζί τους, λόγω του μπερντέ που μεσολαβεί ανάμεσα σε εμάς και το κοινό».

Αυτή την περίοδο η ζωή του Στράτου Καμπισιούλη μοιράζεται μεταξύ σχολείου, φροντιστηρίου και κάποιων παραστάσεων, όμως το απαιτητικό πρόγραμμά του δεν τον αποθαρρύνει από το να οραματίζεται εκτός από το δικό του μέλλον κι εκείνο του προσωπικού ήρωά του, του Καραγκιόζη. Συγκεκριμένα, τον ψηφιακό μετασχηματισμό του αγαπητού χαρακτήρα.

«Εχω σκεφτεί μια ιδέα για το TikTok, αλλά αυτή τη στιγμή δεν έχω τον χρόνο να την υλοποιήσω. Θα ήθελα να φτιάξω τον λογαριασμό του Καραγκιόζη, μέσα από τον οποίο εκείνος θα σχολιάζει όσα συμβαίνουν και απασχολούν την τρέχουσα επικαιρότητα» λέει.

Οσο για το εάν ο ίδιος νιώθει καμιά φορά σαν τη μύγα μες στο γάλα, λόγω των όχι τυπικών εφηβικών ενδιαφερόντων του; «Καμιά φορά μού συμβαίνει. Αλλά δεν θα άφηνα αυτά που αγαπώ για να γίνω κάποιος άλλος, να μοιάζω εντός εποχής, χωρίς στην πραγματικότητα να είμαι». Ποιος μπορεί να διαφωνήσει πως ακριβώς αυτό το sui generis στοιχείο είναι που καταφέρνει να κρατά και τον Καραγκιόζη επίκαιρο και διαχρονικό για περισσότερο από δύο αιώνες;