«Ο βασανισμένος λαός δεν πιστεύει στα μάτια του. Το θαύμα είναι μεγάλο και η χαρά μεγαλύτερη. Ο κόσμος ξεχύνεται στους δρόμους, η συγκίνηση πλημμυρίζει τα στήθια και η πρωτεύουσα δονείται ολόκληρη από ενθουσιασμό. Οι τελευταίοι φεύγουν. Τι ειρωνεία. Φεύγουν κάτω από τις αψίδες που είναι στολισμένες με τις σημαίες των οχτρών τους. Οι κακόμοιροι Γερμανοί. Ξέρουν άραγε τι τους περιμένει παραόξω; Τους περιμένουν οι αντάρτες, τα τιμημένα μας παλικάρια με το χαμόγελο στα χείλη, με το τουφέκι στα χέρια και με την εκδίκηση στην καρδιά».
Το παραπάνω απόσπασμα που επέχει σήμερα θέση ιστορικού ντοκουμέντου ανήκει σε ένα 11λεπτο βίντεο «Επικαίρων», το οποίο δημιούργησε ο Φιλοποίμην Φίνος βάζοντας στη σειρά σπαράγματα εικόνων από τις τελευταίες ώρες των γερμανών κατακτητών στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 1944. Ο ιδρυτής της Φίνος Φιλμ ήταν παρών σε μια από τις πιο καθοριστικές στιγμές για την ιστορία και τη μοίρα της πρωτεύουσας.
Φιλοπερίεργος, θαρραλέος και το δίχως άλλο διορατικός, ο 36χρονος τότε κινηματογραφιστής, στον οποίο οφείλουμε και μεγάλο μέρος των σωζόμενων ντοκουμέντων από το αλβανικό μέτωπο, κατέγραψε με την κάμερά του το πανηγυρικό πέρασμα μιας πόλης από τον ζόφο και την καταστροφή στον ενθουσιασμό, τη χαρά και την ελπίδα.
Η απελευθέρωση της πόλης
Οι ασπρόμαυρες εικόνες από το παλλαϊκό πανηγύρι που ξεκίνησε νωρίς το πρωί της 12ης Οκτωβρίου 1944, αμέσως μετά τη βιαστική – και αναντίρρητα ειρωνική – κατάθεση στεφάνου των ναζιστικών στρατευμάτων στο μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη με επικεφαλής τον στρατηγό Φέλμι και τη βιαστική υποστολή της σβάστικας από τον λόφο της Ακρόπολης από έναν γερμανό στρατιώτη – την εν λόγω σκηνή κατέγραψε επίσης ο Φίνος – παραμένουν έως σήμερα ο αδιάψευστος μάρτυρας της σημασίας που είχε η συγκεκριμένη ημέρα για την Αθήνα και τους κατοίκους της. Η απελευθέρωση της πόλης.
Μια ημέρα συγκλονιστική για τους πολίτες της, που έζησαν για 1.264 ημέρες κάτω από το ασφυκτικό καθεστώς της Κατοχής και θρήνησαν στο διάστημα των τριάμισι ετών περισσότερους από 40.000 νεκρούς μόνο από τον λιμό και την κακουχία.
Είναι δε εντυπωσιακό – αν όχι δείγμα αγνωμοσύνης και απαξίας της Ιστορίας – το γεγονός ότι μόλις πριν από οκτώ ημέρες η Αθήνα συμπλήρωσε 80 χρόνια από την πιο κομβική ίσως ημέρα της νεότερης ιστορίας της, χωρίς για μία ακόμα φορά να το αντιλαμβάνεται. Γιόρτασε μια ημέρα ελευθερίας… χωρίς να τη γιορτάσει. Είμαστε άραγε αμνήμονες και αγνώμονες στο παρελθόν μας ή έχουμε συμφιλιωθεί με μια επιλεκτικής κοπής μνήμη ή έστω με ένα συγκαταβατικό αφήγημα που μας βολεύει και κυρίως δεν μας ξεβολεύει από όσα έχουμε καταπιεί, χωνέψει και μεταβολίσει ως «ιερά και όσια»; Τι έφταιξε και η 12η Οκτωβρίου καταδικάστηκε στη λησμονιά και ζει εδώ και οκτώ δεκαετίες στη σκιά της εθνικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου;
Ο πρώτος εορτασμός μετά τον πόλεμο
«Ο εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου είχε ξεκινήσει στην Αθήνα ήδη από τον πρώτο χρόνο του πολέμου» εξηγεί ο ομότιμος καθηγητής Νεότερης Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Αντώνης Λιάκος. «Οι εκδηλώσεις μνήμης και τιμής για την απώθηση των Ιταλών που ήταν μαζικές είχαν καθιερωθεί από το ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ και τις αντιστασιακές οργανώσεις, οι οποίες, όπως μπορεί κανείς να αντιληφθεί, καταδιώκονταν γι’ αυτές τους τις κινήσεις από τους Γερμανούς».
Ναι, ήταν το δίχως άλλο γενναίο αλλά και ευφυές ένας λαός που από τον Απρίλιο του 1941 είχε κατακτηθεί από τους Ναζί να θυμάται και να γιορτάζει τη θριαμβική απόκρουση που πέτυχε επί των Ιταλών το 1940, να ανακαλεί τους λόγους που αντιστάθηκε και συνέχιζε να αντιστέκεται, να τονώνει το φρόνημα και να ανατροφοδοτεί την πίστη του για την ελευθερία. Μάλιστα έως το 1944 και τον πρώτο επίσημο εορτασμό της 28ης Οκτωβρίου στην ελεύθερη πια Αθήνα με πρωθυπουργό της κυβέρνησης εθνικής ενότητας τον Γεώργιο Παπανδρέου το αφήγημα της επετείου ήταν ενιαίο – αντλούσε και αναφερόταν δηλαδή τόσο στον πόλεμο του αλβανικού μετώπου όσο και στην κατοπινή δράση της Αντίστασης κατά των Γερμανών. Με άλλα λόγια, οι δύο επέτειοι, της έναρξης και του τέλους του πολέμου, ήταν για εκείνη τουλάχιστον τη χρονιά ταυτισμένες.
Από τη νίκη στον αλληλοσπαραγμό
Η πρόθεση για την αποδόμηση της κοινής αναφοράς της επετείου έγινε σαφής από τον Οκτώβριο του 1945, όταν το ΕΑΜ αποκλείστηκε από τον επίσημο εορτασμό και οι εκδηλώσεις που οργάνωσε σε συνοικίες των Αθηνών και του Πειραιά κρίθηκαν παράνομες. Εκτοτε ο εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου ξεκίνησε να ταυτίζεται ολοένα και περισσότερο και τελικά αποκλειστικά με τον νικηφόρο πόλεμο των Ελλήνων κατά των Ιταλών. Προφανής αιτία ήταν τα Δεκεμβριανά.
Ο κ. Λιάκος λέει πως η επέτειος της απελευθέρωσης της Αθήνας από τους Γερμανούς στην πραγματικότητα υποβαθμίστηκε και υποσκελίστηκε ακριβώς λόγω της εμφύλιας σύγκρουσης των Αθηνών που ακολούθησε μόλις 52 ημέρες αργότερα, στις 3 Δεκεμβρίου, και η οποία καταγράφηκε ως η θρυαλλίδα που οδήγησε τελικά στον εμφύλιο πόλεμο. Από τη νίκη κατά των Ναζί, τη συλλογική ανάταση και την ομοψυχία η χώρα βυθίστηκε στον αλληλοσπαραγμό. Σε κάθε περίπτωση ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών επισημαίνει ότι ποτέ δεν είναι αργά για να επανατοποθετηθούμε απέναντι σε μια ημέρα-ορόσημο για την εθνική μας υπόσταση.
Ενα μέρος της Ιστορίας κάτω από το χαλί
Την ίδια γνώμη συμμερίζεται και ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης, ιστορικός, μελετητής της περιόδου της Κατοχής και συγγραφέας μεταξύ άλλων του βιβλίου «Οι δωσίλογοι», το οποίο αισίως έχει υπερβεί σε πωλήσεις τα 35.000 αντίτυπα – ένας αριθμός αποκαλυπτικός του ενδιαφέροντος που εξακολουθεί να υπάρχει εκεί έξω για την περίοδο της Κατοχής. Βέβαια ο κ. Χαραλαμπίδης επισημαίνει ότι πριν από την επανατοποθέτησή μας απέναντι σε μια ιστορική επέτειο θα πρέπει προηγουμένως να αποκτήσουμε γνώση της.
Πράγμα από το οποίο μάλλον απέχουμε ακόμη σημαντικά, αν λάβει κανείς υπόψη την εύστοχη παρατήρηση του συγγραφέα πως σε ολόκληρη την πόλη των Αθηνών δεν υπάρχει ούτε ένας δρόμος ούτε ένα στενό ούτε καν ένα αδιέξοδο το οποίο να σκέφτηκε κανείς να ονοματίσει σε ανάμνηση της 12ης Οκτωβρίου, αλλά ούτε και οι ανάλογες αναφορές στα σχολικά βιβλία. Α
κόμα και το μνημείο-γλυπτό που φιλοτέχνησε ο Θανάσης Απάρτης και βρίσκεται επί της οδού Μέρλιν 6, εκεί δηλαδή όπου βρισκόταν το εν Αθήναις κολαστήριο της Γκεστάπο, παραμένει άγνωστο για πολλούς πολίτες. «Αυτό το κενό είναι ενδεικτικό της απαξίωσης απέναντι στην ημέρα της απελευθέρωσης της πόλης από τους Γερμανούς και της απόφασης να κρατάμε ένα μέρος της ιστορίας μας κρυμμένο κάτω από το χαλί. Δεν έχουμε φτιάξει ούτε ένα μνημείο σαν αυτά που συναντά κανείς σε κάθε ευρωπαϊκή πόλη για τους 45.000 νεκρούς, αυτούς που πέθαναν από πείνα την περίοδο της γερμανικής κατοχής» υπογραμμίζει.
Οταν οι ευρωπαϊκές πόλεις γιορτάζουν
Το 2013 ο κ. Χαραλαμπίδης ξεκίνησε μια φιλόδοξη προσπάθεια να πάρει τους Αθηναίους από το χέρι και να τους γνωρίσει με την ιστορία τους. Μέσα από ιστορικούς περιπάτους και ξεναγήσεις, διοργάνωση εκθέσεων και συλλογή μαρτυριών από ανθρώπους που έζησαν την περίοδο της Κατοχής, τα οποία τέθηκαν κάτω από την ομπρέλα του project «Ελεύθερη Αθήνα 1944», ο δραστήριος ιστορικός δημιούργησε ένα, όπως ο ίδιος το περιγράφει, φεστιβάλ δημόσιας ιστορίας. Κατά τη γνώμη του αυτό είναι που θα ενημερώσει, θα ευαισθητοποιήσει και θα αφυπνίσει τους πολίτες αναφορικά και με την επέτειο της 12ης Οκτωβρίου. «Δεν είναι μόνο θέμα θεσμών ή μόνο θέμα δημάρχου» σημειώνει ο ίδιος.
«Το ζήτημα είναι να συμμετέχουν μαζικά οι πολίτες σε δράσεις μνήμης, όπως δηλαδή σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές πόλεις. Είναι κάτι που το οφείλουμε όλοι μας στους παππούδες και στις γιαγιάδες μας» τονίζει. Toν Αύγουστο του 2019 το Παρίσι γιόρτασε την 75η επέτειο της απελευθέρωσής του με τα εγκαίνια του Μουσείου της Απελευθέρωσης, το οποίο δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία της δημάρχου της πόλης Αν Χιντάλγκο, κόστισε 20 εκατ. ευρώ και βρήκε περίοπτη θέση ανάμεσα στα άλλα εμβληματικά τοπόσημα της πόλης.
Η επέτειος της απελευθέρωσης της Αθήνας από τους Γερμανούς στην πραγματικότητα υποβαθμίστηκε και υποσκελίστηκε ακριβώς λόγω της εμφύλιας σύγκρουσης των Αθηνών που ακολούθησε μόλις 52 ημέρες αργότερα, στις 3 Δεκεμβρίου.
Η διευθύντρια του Μουσείου είχε τονίσει μάλιστα επ’ ευκαιρία της έναρξης λειτουργίας του πως η ύπαρξη ενός ζωντανού μνημείου για τη γαλλική εθνική αντίσταση ήταν παραπάνω από απαραίτητη, προκειμένου να διατηρεί άσβεστη και επίκαιρη την ιστορική μνήμη. Στις 4 Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς οι Βρυξέλλες γιόρτασαν με εφάμιλλα εμφατικό τρόπο την επέτειο της απελευθέρωσής τους, αναβιώνοντας την πορεία ελευθερίας των συμμαχικών στρατευμάτων από τη Γαλλία προς τη βελγική πρωτεύουσα.
Πρόκειται για δύο από τα δεκάδες παραδείγματα πόλεων που όχι μόνο θυμούνται αλλά τιμούν το παρελθόν τους. Η Αθήνα, όπως και η Θεσσαλονίκη που απελευθερώθηκε στις 30 Οκτωβρίου του 1944, αποτελεί την εξαίρεση και γι’ αυτό σύμφωνα με τον κ. Χαραλαμπίδη υπάρχουν πολύ συγκεκριμένοι λόγοι, πέραν του διχασμού που οδήγησε τελικά στην εμφύλια σύγκρουση. «Οι νικητές του εμφυλίου πολέμου είχαν χειροπιαστό κίνητρο να περιβάλλουν την απελευθέρωση της Αθήνας αλλά και ευρύτερα την περίοδο της Κατοχής με ένα πέπλο λήθης» λέει. Ποιο ήταν αυτό; Πολλοί από εκείνους που συμμετείχαν στις μεταπολεμικές κυβερνήσεις ήθελαν να σβήσουν τα δικά τους ίχνη από την περίοδο της Κατοχής και τις σχέσεις που είχαν αναπτύξει με το ναζιστικό καθεστώς. «Δεν ήθελαν η συγκεκριμένη ιστορική περίοδος να συζητιέται» εξηγεί. Οπότε η ανάμνηση της περιόδου 1940-1944 με εστίαση μόνο στην αρχή του πολέμου, δηλαδή στο αλβανικό έπος, ήταν μια βολική – αλλά όχι ιστορικά δίκαιη – μέση οδός.
Η πρωτοβουλία του Δήμου Αθηναίων
Τη δική του εξήγηση για τους επί χρόνια σιωπηλούς εορτασμούς της απελευθέρωσης της Αθήνας δίνει και ο δήμαρχος Αθηναίων Χάρης Δούκας. «Στην Ελλάδα, σε αντίθεση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, έχουμε ορίσει ως εθνική επέτειο την ημερομηνία έναρξης του πολέμου και όχι την ημερομηνία απελευθέρωσης της χώρας, που είναι η 12η Οκτωβρίου, όταν δηλαδή οι δυνάμεις κατοχής υπέστειλαν τη ναζιστική σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό από την Ακρόπολη. Αυτή η επιλογή έγινε καθώς στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση ακολούθησε ένας από τους πιο σκληρούς εμφύλιους πολέμους, αλλά και γιατί κάποιοι ήθελαν να βγάλουν από το κάδρο του Απελευθερωτικού Αγώνα την Εθνική Αντίσταση, που ουσιαστικά αναγνωρίστηκε 38 χρόνια μετά την απελευθέρωση, το 1982. Σήμερα λοιπόν έχουμε την ευθύνη να αποκαταστήσουμε τη σημασία αυτής της ημέρας στη συλλογική συνείδηση» λέει ο κ. Δούκας.
Το εφετινό πρόγραμμα, το οποίο συνδέεται και με την 50ή επέτειο από την αποκατάσταση της δημοκρατίας, πέρα από τις εθιμοτυπικές εκδηλώσεις στον λόφο της Ακρόπολης και την κατάθεση στεφάνων στο μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη που πραγματοποιήθηκαν το προηγούμενο Σάββατο, είναι πιο εξωστρεφές. Ισως το πιο απτό παράδειγμα είναι η δημιουργία ενός περιπάτου με τίτλο «Οσοι δεν πρόλαβαν – Διαδρομή Μνήμης 1940-1944» στο Γ’ Νεκροταφείο Αθηνών, τον τόπο δηλαδή μαζικής ταφής χιλιάδων πολιτών στην περίοδο της Κατοχής. «Πιστεύω ότι η πόλη πρέπει κάθε χρόνο να τιμά και να θυμάται την επέτειο της απελευθέρωσής της» προσθέτει ο δήμαρχος Αθηναίων σχολιάζοντας την εφετινή πρωτοβουλία. «Για να αντέξει μια επέτειος στον χρόνο, δεν χρειάζεται απλώς να τη θεσπίσεις. Χρειάζεται να βρούμε τους τρόπους που θα κρατάμε ζωντανά τα μηνύματά της και να δείχνουμε πόσο επίκαιρα είναι στην Ελλάδα του σήμερα».
«Ξυπνήστε, φύγανεεεεε…»
Η 12η Οκτωβρίου με τα μάτια της Άλκης Ζέη
«Δεν θυμάμαι τι όνειρο έβλεπα. Ακουσα όμως μισοκοιμισμένη να χτυπούν καμπάνες, στην αρχή απόμακρα κι ύστερα πολύ κοντά. Ξύπνησα, ξύπνησε κι η Λενούλα κι ανακαθίσαμε στα κρεβάτια μας. Αφουγκραστήκαμε. Ναι, ήτανε καμπάνες. Κοίταξα το ρολόι. Πέντε και μισή. Είχε αρχίσει να φέγγει κι ύστερα μια φωνή: – Φύγανεεεεεε, φύγανεεεε. Ξυπνήστε, φύγανεεεεε. Ητανε η φωνή του Θανασάκη, του παιδιού της γειτονιάς. Εφερνε βόλτες γύρω γύρω σαν τρελός. – Ξυπνήστε, ρε. Φύγανε οι Γερμανοί! Παράθυρα άρχισαν ν’ ανοίγουν. Φωνές να ρωτούν, και πάλι καμπάνες. Η μαμά κι ο μπαμπάς κοντά μας. Κρεμόμαστε όλοι στο παράθυρο.
Κι ύστερα κόσμος να βγαίνει στον δρόμο, άλλοι ντυμένοι. άλλοι με πιτζάμες. – Φύγανε οι Γερμανοί, φώναζαν και χοροπηδούσαν. Κι εμείς οι τέσσερις αγκαλιαστήκαμε και κλαίγαμε. – Πάμε να ντυθούμε, είπε η μαμά. Ντυθήκαμε στο λεπτό κι η μαμά έτοιμη. – Πάμε, είπε. – Πού πάτε; τρόμαξε ο μπαμπάς. – Στον δρόμο, να δούμε τι γίνεται. Βγήκαμε και κατεβαίναμε τη σκάλα. – Να τις έχεις κοντά σου, φώναζε ο μπαμπάς από την κουπαστή της σκάλας.
Εγώ θα πάω στην τράπεζα. Ποιος τον άκουγε πια. Η Λενούλα κι εγώ πήραμε τη Λήμνου, η μαμά… πετούσε κι ανέβαινε τη Λευκωσίας. Η αδελφή μου πήγαινε στην Κυψέλη να βρει τον Γκάτσο. Εγώ ήμουνα σίγουρη, στη γωνία Λήμνου και Πατησίων, μπροστά στο σχολείο του Τυχόπουλου, με περίμενε ο Γιώργος. Αγκαλιαστήκαμε, η Λενούλα μας φώναξε γεια κι άρχισε να τρέχει».
Απόσπασμα από το βιβλίο «Με μολύβι φάμπερ νούμερο δύο», εκδ. Μεταίχμιο.
Το χρονικό της Απελευθέρωσης της Αθήνας
- 17 Μαΐου 1944 Εκπρόσωποι των ελληνικών αντιστασιακών οργανώσεων και μέλη της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης του Καΐρου συνέρχονται στον Λίβανο και συμφωνούν για το «Εθνικό Συμβόλαιο» ή αλλιώς το πρόγραμμα που δεσμεύεται να ακολουθήσει η πρώτη μεταπολεμική κυβέρνηση της Ελλάδας.
- 6 Ιουνίου 1944 150.000 στρατιώτες των συμμαχικών δυνάμεων αποβιβάζονται στη Νορμανδία. Η κλεψύδρα για τους Ναζί ξεκινά να μετρά αντίστροφα.
- 6 Σεπτεμβρίου 1944 Στην Καζέρτα της Ιταλίας φτάνει η ελληνική κυβέρνηση που έχει σχηματιστεί στον Λίβανο. Από εκεί απευθύνει ραδιοφωνικό μήνυμα προς τον ελληνικό λαό.
- 7 Οκτωβρίου 1944 Φτάνει στην Αθήνα τριμελές κλιμάκιο της κυβέρνησης εθνικής ενότητας.
- 12 Οκτωβρίου Τα ναζιστικά στρατεύματα ξεκινούν την αποχώρησή τους από την Αθήνα μέσω της Ιεράς οδού. Προηγουμένως ο στρατηγός Φέλμι έχει προχωρήσει σε κατάθεση στεφάνου στο μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη και ένας γερμανός στρατιώτης έχει υποστείλει τη σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό από την Ακρόπολη.
- 13 Οκτωβρίου Αντιστασιακές δυνάμεις του ΕΛΑΣ μαζί με κατοίκους του Κερατσινίου αποτρέπουν τη γερμανική φρουρά από το να καταστρέψει το εργοστάσιο της Ηλεκτρικής με σκοπό να βυθίσει την πρωτεύουσα στο σκοτάδι.
- 14 Οκτωβρίου Γιορτάζεται επίσημα – και με δοξολογία στη μητρόπολη – η απελευθέρωση της πόλης από τους Ναζί έπειτα από 1.264 ημέρες Κατοχής.
- 17 Οκτωβρίου Καταπλέει στα ανοιχτά του Πειραιά το θωρηκτό «Αβέρωφ» μεταφέροντας από τον Πόρο, από όπου έχουν φτάσει από την Ιταλία, τα μέλη της κυβέρνησης εθνικής ενότητας με επικεφαλής τον Γεώργιο Παπανδρέου.
- 18 Οκτωβρίου Η ελληνική σημαία κυματίζει ξανά στην Ακρόπολη και ο Γεώργιος Παπανδρέου εκφωνεί σε μια μεγαλειώδη συγκέντρωση στην πλατεία Συντάγματος τον «Λόγο της Απελευθέρωσης».