«Καυτή» είναι η περίοδος που διανύουμε και στον χώρο της Υγείας, καθώς ακόμη και στην καρδιά του καλοκαιριού προωθούνται μεταρρυθμίσεις που φέρνουν σημαντικές αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις των γιατρών (εντός και εκτός ΕΣΥ), σε μια εντατική επιχειρησιακή προσπάθεια να ανακάμψει το εργασιακό προφίλ των δημόσιων δομών και να ενισχυθεί σημαντικά με ανθρώπινο δυναμικό. Η επιτυχία εν τούτοις είναι μετέωρη, καθώς οι σχέσεις του υπουργείου Υγείας με το ιατρικό σώμα βρίσκονται σε τεντωμένο σκοινί.
Η ένταση των σχέσεων ανάμεσα στις δύο πλευρές κορυφώθηκε, άλλωστε, μετά την τακτική «καρότο και μαστίγιο» που υιοθετήθηκε από την πλευρά των τεχνοκρατών στην οδό Αριστοτέλους, ζητώντας μετ’ επιτάσεως από τους ιδιώτες γιατρούς σε 14 περιοχές της χώρας, όπου διαπιστώνονται σημαντικά κενά στα νοσοκομεία εκεί, να «βάλουν πλάτη» συνεισφέροντας στις εφημερίες επ’ αμοιβή.
Το ηχηρό «όχι» των ιδιωτών γιατρών πάντως (επικαλούμενων, μεταξύ άλλων, πως οι συνθήκες εργασίας τους στο ΕΣΥ θα είναι επισφαλείς) έριξε επιπλέον λάδι στη φωτιά, με το υπουργείο Υγείας να ανακοινώνει πως το επόμενο βήμα θα είναι ο αποκλεισμός τους από την ηλεκτρονική συνταγογράφηση. Μάλιστα, στην ήδη ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα αφέθηκαν υπόνοιες ακόμη και για επίταξη – ενδεχόμενο που άφησε ανοιχτό και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.
Η «πληρωμένη» απάντηση ήρθε την περασμένη Πέμπτη από τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο (ΠΙΣ), ανακοινώνοντας τη χορήγηση επιδόματος ύψους 1.000 ευρώ σε κάθε ιδιώτη ιατρό που θα συνδράμει αλλά και δωρεάν συνδρομή για τρία πανελλήνια συνέδρια. Παρ’ όλα αυτά, η μέση αυτή λύση όχι μόνον δεν φαίνεται να εκτονώνει τους κατά τόπους Ιατρικούς Συλλόγους, αλλά δημιουργεί και νέο κύκλο διχασμού.
Μάλιστα, σήμερα ο ΠΙΣ κάλεσε τους γιατρούς Ιατρικούς Συλλόγους να αναλάβουν άμεσα πρωτοβουλίες, προκειμένου οι γιατροί όλης της χώρας να μην προβαίνουν σε συνταγογράφιση και έκδοση ή εκτέλεση παραπεμπτικών.
Μια ακόμα νομοθετική παρέμβαση
Στο μεσοδιάστημα, ωστόσο, συντάσσεται – ομολογουμένως καθυστερημένα – μία ακόμη νομοθετική παρέμβαση που θα τριπλασιάζει το επίδομα για τις άγονες περιοχές, ενώ θα προσφέρει επιπλέον κίνητρα σε ειδικότητες… υπό εξαφάνιση, όπως είναι οι αναισθησιολόγοι, οι παθολόγοι και οι ακτινολόγοι, σε μια ύστατη προσπάθεια να στελεχωθούν με μόνιμες προσλήψεις δημόσιες κλινικές ανά τη χώρα που παραπαίουν.
Κοιτώντας όμως κανείς τη μεγαλύτερη μεταρρυθμιστική εικόνα, διαπιστώνει πως κάθε κίνηση που δρομολογεί το υπουργείο Υγείας εδράζεται σε μια προωθημένη οπτική που θέλει το δημόσιο και το ιδιωτικό σύστημα Υγείας να λειτουργούν άκρως συμπληρωματικά και υπό την έννοια αυτή να δημιουργούν ένα ενιαίο σύνολο υπηρεσιών. Ενδεικτική ήταν η πρόσφατη τοποθέτηση του υφυπουργού Υγείας Μάριου Θεμιστοκλέους, σημειώνοντας πως «το Εθνικό Σύστημα Υγείας είναι ενιαίο. Ας μην ξεχνάμε ότικαι ιδιώτες γιατροί απολαμβάνουν τα καλά του Δημοσίου. Συνταγογραφούν, παρέχουν στους ασθενείς υπηρεσίες τις οποίες το Ελληνικό Δημόσιο καλύπτει». Και έπειτα επισήμανε πως οι αντιπαραθέσεις δεν είναι το ζητούμενο, αλλά η συναίνεση.
Στην πραγματικότητα, όμως, η κρίση που έχει διαποτίσει τον τομέα της Υγείας την τελευταία και πλέον δεκαετία (λόγω της οικονομικής ύφεσης που οδήγησε σε υποχρηματοδότηση του συστήματος και σε περικοπές στις απολαβές των υγειονομικών, αλλά και λόγω της πανδημίας που στράγγισε τα όποια αποθέματα του συστήματος) έχει θεριέψει το κύμα δυσαρέσκειας και ματαίωσης των γιατρών που υπηρετούν στο ΕΣΥ. Ομως, η ομολογία από τα υπουργικά χείλη πως τα οικονομικά του κράτους δεν επιτρέπουν οριζόντιες αυξήσεις κλείνει βίαια κάθε σχετικό διάλογο, πυροδοτώντας νέο κύκλο αντιδράσεων.
Στο πλαίσιο αυτό, η υπουργική απόφαση που υπογράφηκε πρόσφατα και δίνει το δικαίωμα στους δημόσιους γιατρούς (συμπεριλαμβανομένων των ειδικευόμενων και των επικουρικών) να ασκούν και ιδιωτικό έργο αναμένεται να συγκρατήσει ορισμένους γιατρούς που είχαν ούτως ή άλλως εκδηλώσει τάσεις φυγής. Για τους περισσότερους, όμως, λειτουργούς του Ιπποκράτη φαίνεται να ισοδυναμεί με μια ισχυρή ακόμη ένδειξη για κινήσεις ιδιωτικοποίησης του συστήματος. Και υποστηρίζουν πως οι φερόμενες «δικλίδες ασφαλείας» δεν φαίνεται να μπορούν να στεγανοποιήσουν το όφελος των ασφαλισμένων για δωρεάν υπηρεσίες.
Παράλληλα, άλλωστε, εκκρεμεί μια ακόμη νομοθετική ρύθμιση που θα ανοίγει την πόρτα του ΕΣΥ στους ιδιώτες γιατρούς, δημιουργώντας έτσι ένα αμφίπλευρο πλαίσιο συνεργασιών και επιτρέποντάς τους να εκτελούν, μεταξύ άλλων, επεμβάσεις κατά την απογευματινή ζώνη. Μάλιστα, θα προβλέπεται και σχετικό… ενοίκιο για τη χρήση των υποδομών και του εξοπλισμού του ΕΣΥ, το οποίο οι συνεργαζόμενοι γιατροί θα καλούνται να καταβάλουν, αυξάνοντας συνεπακόλουθα και την ιδιωτική δαπάνη των ασθενών στην περίπτωση που επιλέξουν τη λύση αυτή.
Ψυχιατρική μεταρρύθμιση
Εν τω μεταξύ, σφοδρές αντιδράσεις έχει προκαλέσει και το νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας για την ψυχιατρική μεταρρύθμιση, που έως τα τέλη της εβδομάδας ήταν σε διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης, συγκεντρώνοντας πλήθος αρνητικών σχολίων αλλά και προκαλώντας συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας ανά τη χώρα. Οι εργαζόμενοι στις μονάδες ψυχικής υγείας και απεξάρτησης και οι εκπρόσωποί τους (ΟΕΝΓΕ, ΠΟΕΔΗΝ, ΚΕΘΕΑ κ.ο.κ.) εκφράζουν την αντίθεσή τους, επισημαίνοντας πως το ίδιο νομοσχέδιο όχι μόνο δεν αντιμετωπίζει αλλά μεγαλώνει «τα αδιέξοδα των ψυχιατρικών ασθενών, των εξαρτημένων και των οικογενειών τους που επωμίζονται τεράστιο οικονομικό και ψυχικό φορτίο». Και αφήνουν αιχμές πως παρέχεται ακόμη περισσότερος χώρος «επένδυσης για τις ιδιωτικές επιχειρήσεις για ανάπτυξη ιδιωτικών κλινών, που ήδη αριθμούν 4.700, σε αντίθεση με τις 900 κλίνες στο ΕΣΥ».