«Ζω καθημερινά με τον φόβο μήπως ξεσπάσουν γενικευμένες ταραχές στη Μόρια, μήπως «εκραγεί» ολόκληρος ο καταυλισμός» εκμυστηρεύονται όλο και συχνότερα τελευταίως στο «Βήμα» διάφορες πηγές που έχουν σχέση με τη διαχείριση του Προσφυγικού. Ελλειψη οργάνωσης, ανομία, σπατάλη πόρων, ιδεοληψία πλήττουν το Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) στη Μόρια της Λέσβου, το οποίο επισκέφθηκε «Το Βήμα» την περασμένη εβδομάδα. Εκτός από τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης – χειρότερες ακόμη και από τις συνθήκες σε προσφυγικούς καταυλισμούς που έχει επισκεφθεί «Το Βήμα» στην Κένυα και στην Τουρκία -, τον υπερπληθυσμό, την έλλειψη ελπίδας και την απογοήτευση των αιτούντων άσυλο, στην εικόνα ντροπής που εκπέμπει η Μόρια συμβάλλει και η ανικανότητα της κυβέρνησης να εφαρμόσει τον νόμο για τη διαχείριση του Προσφυγικού που η ίδια ψήφισε τον Απρίλιο.
Προθεσμίες που δεν τηρούνται
Ο νόμος αυτός, που ψηφίστηκε λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του Δημήτρη Βίτσα ως υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής, μείωσε τις προθεσμίες για την εξέταση των αιτήσεων ασύλου στα πέντε νησιά του Ανατολικού Αιγαίου όπου υπάρχουν ΚΥΤ (Λέσβος, Χίος, Σάμος, Κως, Λέρος), στα οποία εφαρμόζεται η «ταχύρρυθμη διαδικασία»: η πρωτοβάθμια εξέταση των αιτήσεων για άσυλο πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός 30 ημερών, ενώ η δευτεροβάθμια εξέταση από τις Ανεξάρτητες Επιτροπές Προσφυγών εντός 40 ημερών. Περιττό να πούμε ότι οι προθεσμίες αυτές δεν τηρούνται ούτε κατά διάνοια στη Μόρια, όπου «Το Βήμα» συνάντησε πρόσφυγες που περιμένουν επί μήνες ή και πάνω από χρόνο για να πραγματοποιηθούν τα ραντεβού τους με την Υπηρεσία Ασύλου. Στόχος της ταχύρρυθμης διαδικασίας ήταν να προωθούνται στην ηπειρωτική Ελλάδα όσοι πρόσφυγες θα λάμβαναν άσυλο στην Ελλάδα, ενώ οι υπόλοιποι να επιστρέφονται, βάσει της συμφωνίας ΕΕ – Τουρκίας, πίσω στην Τουρκία ως «ασφαλή τρίτη χώρα», ακόμη και για σύρους πρόσφυγες.
Επιστρέφουν «όσοι θέλουν»
Ομως τον τελευταίο χρόνο οι επανεισδοχές στην Τουρκία ήταν περίπου 20 τον μήνα και μόνο τον Σεπτέμβριο έφθασαν τις 40. «Ουσιαστικά επιστρέφεται στην Τουρκία μόνο όποιος θέλει ο ίδιος να επιστρέψει» είπε στο «Βήμα» πολύ καλά πληροφορημένη πηγή από τη Μυτιλήνη. Αλλοι κατηγορούν την κυβέρνηση για ιδεοληψία για τον χαμηλό αριθμό επανεισδοχών.
Ο νόμος που ψηφίστηκε τον Απρίλιο υποτίθεται πως θα έλυνε και το πρόβλημα της «εξαφάνισης» όσων η αίτηση για άσυλο απορρίφθηκε σε δεύτερο βαθμό. Για να επιστραφούν στην Τουρκία, οι άνθρωποι αυτοί έπρεπε πρώτα να εμφανιστούν για να τους επιδοθεί η απόφαση της Επιτροπής Προσφυγών. Ο νόμος προβλέπει ότι η απόφαση μπορεί να επιδοθεί και στον διοικητή του ΚΥΤ αντί στον ίδιο τον ενδιαφερόμενο και να έχει την ίδια ισχύ. Στην πράξη όμως, ενώ δευτεροβάθμιες απορριπτικές αποφάσεις έχουν επιδοθεί στον Γιάννη Μπαλτακάκη, διοικητή του ΚΥΤ Μόριας, οι ενδιαφερόμενοι παραμένουν «εξαφανισμένοι», πολλοί εντός του ίδιου του καταυλισμού!
Το μπάχαλο όμως που επικρατεί στη Μόρια δεν επιτρέπει τον εντοπισμό τους. Πηγές από τη Μυτιλήνη υπολογίζουν τον αριθμό όσων θα μπορούσαν «να επιστραφούν αύριο στην Τουρκία», αλλά συνεχίζουν να ζουν στη Μόρια, γύρω στα 2.000 άτομα. Ο κ. Μπαλτακάκης τους υπολογίζει σε λίγες δεκάδες. Οπως εξήγησε στο «Βήμα», πριν από τρεις μήνες πήγε διμοιρία της Αστυνομίας από την Αθήνα στη Μόρια και εντόπισε μόνο λίγα άτομα που ανήκαν σε αυτή την κατηγορία.
«Ξέφραγο αμπέλι»
Είναι όμως απορίας άξιο γιατί ο καταυλισμός πρέπει να είναι «ξέφραγο αμπέλι» για όσους ζουν εκεί – οι οποίοι μπαινοβγαίνουν χωρίς άλλο έλεγχο, παρά μόνο ότι μοιάζουν εμφανισιακά με πρόσφυγες – και να πρέπει να έρθει διμοιρία της Αστυνομίας από την Αθήνα για να πραγματοποιήσει έναν έλεγχο που θα μπορούσε να πραγματοποιείται καθημερινά επί τόπου. Παρά τις αυξημένες ροές από την Τουρκία, είναι αδικαιολόγητο το ότι στη Μόρια μοιάζει να έχει χαθεί η μπάλα και κανείς δεν γνωρίζει ποιος ακριβώς διαμένει στον καταυλισμό και αν δικαιούται να βρίσκεται εκεί.
Μπάχαλο αναμένεται να προκληθεί και από την αποσυμφόρηση της Μόριας. Οσοι ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες μεταφέρονται σε δομές φιλοξενίας στην Ηπειρο και στη Μακεδονία – ήδη ο αριθμός όσων διαμένουν στη Μόρια έχει μειωθεί λίγο κάτω από τις 7.500, από 9.000 που ήταν μέχρι πρόσφατα -, όμως όλοι αυτοί πρέπει να επιστρέψουν στη Μόρια για να περάσουν την πρώτη συνέντευξη για το άσυλο (αλλιώς θα διακοπεί διά παντός η εξέταση του αιτήματός τους) και κανείς από τους αρμόδιους δεν γνωρίζει πώς θα γίνει αυτό. Ούτε καν αν όλος αυτός ο πληθυσμός θα επιστρέψει από την ηπειρωτική Ελλάδα στη Λέσβο με δικά του έξοδα ή όχι.
Ανομία, ατιμωρησία και «χειριστικές πρακτικές»
«Ανομία και ατιμωρησία» επικρατεί στη Μόρια λένε στο «Βήμα» πηγές που γνωρίζουν τα πράγματα. «Καταγγέλλονται βιασμοί για τους οποίους δεν έχουν σχηματιστεί δικογραφίες». Στο κέντρο κράτησης (ΠΡΟΚΕΚΑ) των 300 θέσεων που υπάρχει εντός του ΚΥΤ της Μόριας κρατούνται 86 άτομα. «Αυτοί δεν είναι όσοι έχουν παραβατική συμπεριφορά, ούτε όσοι τρομοκρατούν άλλους πρόσφυγες και προκαλούν φασαρίες στον καταυλισμό, αλλά άτομα που έχουν χαμηλό προσφυγικό προφίλ», είναι π.χ. από το Μαγκρέμπ, δηλαδή οικονομικοί μετανάστες.
Ο διοικητής του ΚΥΤ Μόριας κ. Μπαλτακάκης παραδέχεται μιλώντας στο «Βήμα» ότι στο ΠΡΟΚΕΚΑ κρατούνται άνθρωποι χαμηλού προσφυγικού προφίλ και όχι ποινικοί. Απορρίπτει όμως τα περί βιασμών: «Οσες περιπτώσεις βιασμού μου έχουν καταγγελθεί και έχω στείλει στον ιατροδικαστή, πέντε συνολικά, έχει βρεθεί ότι δεν υπήρξε βιασμός» λέει αφήνοντας να εννοηθούν «χειριστικές πρακτικές» των αιτούντων άσυλο προκειμένου να χαρακτηριστούν ευάλωτοι και να μεταφερθούν κατά προτεραιότητα στην ηπειρωτική Ελλάδα.
Ο δήμαρχος Λέσβου Σπύρος Γαληνός καταγγέλλει στο «Βήμα» ότι «η εγκληματικότητα είναι μέσα στο ΚΥΤ, όχι έξω, όπου παρατηρείται απλώς μια αύξηση της μικροεγκληματικότητας στην ευρύτερη περιοχή της Μόριας. Εντός και γύρω από το ΚΥΤ υπάρχει και πορνεία – ακόμη και ντόπιοι πηγαίνουν εκεί γι’ αυτόν τον λόγο.
Μέχρι στιγμής δεν έχει γίνει κάτι ακραίο που να αφορά την κοινωνία της Λέσβου, αλλά μπορεί να γίνει ανά πάσα στιγμή. Αν κάποιος βιάσει ένα παιδάκι ντόπιο, όπως εύχονται ακραίοι και ιδιοτελείς, μετά θα χυθεί αίμα. Εγώ ζω καθημερινά με αυτή την αγωνία» συνεχίζει ο κ. Γαληνός.
Μέχρι στιγμής δεν έχει γίνει κάτι ακραίο που να αφορά την κοινωνία της Λέσβου, αλλά μπορεί να γίνει ανά πάσα στιγμή. Αν κάποιος βιάσει ένα παιδάκι ντόπιο, όπως εύχονται ακραίοι και ιδιοτελείς, μετά θα χυθεί αίμα. Εγώ ζω καθημερινά με αυτή την αγωνία» συνεχίζει ο κ. Γαληνός.