Οι φαρμακευτικές εταιρείες, όπως η Pfizer και η Moderna (τα κέρδη των οποίων έχουν εκτοξευθεί), εισηγούνται την καθολική καθιέρωση της τρίτης δόσης, αλλά αρκετοί επιστήμονες θεωρούν ότι οι υπάρχουσες μελέτες δεν τεκμηριώνουν επαρκώς την αναγκαιότητά της. «Η πλειονότητα των εμπειρογνωμόνων με τους οποίους συζητούμε, θεωρεί ότι σε αυτή τη φάση τα δεδομένα δεν συνηγορούν υπέρ της χορήγησης τρίτης δόσης στον γενικό πληθυσμό» δήλωσε η Κέιτ Ο’ Μπράιεν, διευθύντρια εμβολιασμών του ΠΟΥ. Στο ίδιο πλαίσιο, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων και το ECDC, με κοινή τους ανακοίνωση, υπογραμμίζουν ότι «αυτή τη στιγμή είναι πολύ νωρίς για να επιβεβαιωθεί εάν και πότε θα χρειαστεί αναμνηστική δόση», επειδή δεν υπάρχουν ακόμη αρκετά δεδομένα που να καταδεικνύουν τη χρονική διάρκεια της προστασίας από τα εμβόλια. Ο Γεώργιος Παπαζήσης, αναπληρωτής καθηγητής Φαρμακολογίας στο Τμήμα Ιατρικής του ΑΠΘ, θεωρεί ότι η ενισχυτική δόση αναμφίβολα θα χρειαστεί σε πρώτη φάση για συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες που εμφανίζουν μειωμένη ανοσιακή απάντηση (μεταμοσχευθέντες, ανοσοκατεσταλμένοι και άτομα άνω των 65 ετών) και πιθανότατα για τον γενικό πληθυσμό σε δεύτερη φάση.

Ο κ. Παπαζήσης συμμετέχει σε ερευνητική ομάδα που μελετά την ανοσιακή απόκριση εμβολιασμένων στην Ελλάδα. Τα αναλυτικά ευρήματα της μελέτης θα δημοσιευθούν προσεχώς, αλλά καταδεικνύουν ότι η μείωση του τίτλου των αντισωμάτων γίνεται αντιληπτή μετά το τρίμηνο και ακόμη μεγαλύτερη στο εξάμηνο. «Ωστόσο, από μόνος του ο τίτλος αντισωμάτων δεν αποτελεί αποκλειστικό κριτήριο προτεραιοποίησης για την τρίτη δόση» δηλώνει στο «Βήμα» ο καθηγητής, επισημαίνοντας ότι υπάρχει επιπλέον η κυτταρική ανοσία και τα Β-κύτταρα μνήμης που μας προσφέρουν προστασία από τα εμβόλια.