Το 2003 το διοικητικό συμβούλιο του Χάρβαρντ πήρε μια απόφαση που άλλαξε τον κόσμο. Δεν απέβαλε τον Μαρκ Ζάκερμπεργκ. Παρότι ο 19χρονος τότε φοιτητής του εμβληματικού πανεπιστημίου είχε βρεθεί υπόλογος και επί της ουσίας ένοχος για το Facemash.com, μια εντός των τειχών του ιδρύματος προσομοίωση του «Am I hot or not?», που εκείνα τα χρόνια μεσουρανούσε στις αργές συνδέσεις με τους χρήστες να ανεβάζουν ημίγυμνες φωτογραφίες τους, προσπαθώντας να κερδίσουν τα αρχέγονα likes. Η απόφαση του Χάρβαρντ οδήγησε στο άμεσο κλείσιμο του Facemash.com αλλά όχι στην αποπομπή του Ζάκερμπεργκ, ο οποίος έναν χρόνο αργότερα θα έριχνε το Ιντερνετ και θα άλλαζε τον κόσμο.

Η δημιουργία του thefacebook.com, όπως ήταν το πρώτο domain name πάνω στο οποίο εμφανίστηκαν τα πρόσωπα των φοιτητών του Χάρβαρντ, πάτησε σε μια προσπάθεια ψηφιακού άλμπουμ και διάδρασης ανάμεσα στη φοιτητική κοινότητα. Για δύο χρόνια το θηρίο έμεινε στο κλουβί του πανεπιστημίου και από το 2006 και μετά ο Ζάκερμπεργκ το άφησε ελεύθερο προς όλους και σήμερα πάνω από τρία δισεκατομμύρια χρήστες έχουν δώσει στοιχεία, φωτογραφίες, πολιτικές απόψεις, σεξουαλικές, οικογενειακές και άλλες ιστορίες τους στο μεγαλύτερο κοινόβιο του πλανήτη.

Η τεχνολογία είναι σαν τη φωτιά. Χωρίς αυτές τις δύο ανακαλύψεις ο κόσμος θα είχε μια τελείως διαφορετική ιστορία. Η δική μας χρήση επιφέρει και τα ανάλογα αποτελέσματα

Δεινόσαυρος των social media

Με περισσότερα από 40 δισεκατομμύρια τζίρο στο τελευταίο τρίμηνο του 2023 και παρά την κάμψη στην ανάπτυξή του (το 2021 ήταν η πρώτη χρονιά που η Meta εμφάνισε μείωση στην ημερησία χρήση του Facebook), η πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης αποτελεί τον δεινόσαυρο των social media, τόσο σε μέγεθος όσο και σε ηλικία.

Παράλληλα όμως με τα δικά του γεράματα, αυτά είναι που χαρακτηρίζουν και το community του, αφού 20 χρόνια μετά την εκκίνησή του, τα τότε δυναμικά κοινά έγιναν μεσήλικες και κάπως έτσι στην πιο πρόσφατη έρευνα ανάλυσης του κοινού του, το δημογραφικό γκρουπ 65+ ξεπέρασε σε ποσοστό εκείνο των 13-17. Οι νέοι πλέον δεν ενδιαφέρονται για το πρώτο και μοναδικό «βιολογικό παιδί» του Ζάκερμπεργκ, αφού τα αρκετά πιο δημοφιλή σε νεανικά κοινά Instagram και Whatsapp ήρθαν ως εξαγορές-υιοθεσίες, όσο εκείνος γιγάντωνε την περιουσία και την επιρροή του στην ψηφιακή βιομηχανία.

Μια επιρροή και επίδραση που έχει αλλάξει σχεδόν τα πάντα στη ζωή μας, από όσα ίσχυαν πριν από τα likes και τα follows γίνουν νομίσματα της ανθρώπινης συναλλαγής συναισθημάτων και σχέσεων και όχι πάντα με θετικό πρόσημο. Σίγουρα, τα social media έφεραν ανθρώπους κοντά, έστω σε ψηφιακό περιβάλλον, βοήθησαν να μη χαθούν μακρινές ή παρελθοντικές σχέσεις κάθε είδους ενώ στο κοινωνικό πεδίο και όταν η χρήση τους γίνεται λελογισμένα, έχουν βοηθήσει ακόμη και στο να αναδειχθούν σοβαρά και βαθιά προβλήματα όπως το #ΜeToo, αλλά υπάρχει και η άλλη όψη του φεγγαριού.

Οι περισσότερες έρευνες πάνω στην ψυχική υγεία συνδέουν την έντονη χρήση social media με αύξηση καταθλιπτικών ασθενών, καθώς και με την εμφάνιση αγχωδών διαταραχών κάθε είδους

Του εθισμού, της κοινωνικής σύγκρισης, της αξιολόγησης της ζωής μέσα από τις στιγμές και τις ιδανικές περιστάσεις που αναδεικνύει ο αλγόριθμος ή από την υπερβολική χρήση της κλειδαρότρυπας. Γιατί μπορεί ανέκαθεν ο άνθρωπος να ήταν ένα ον που τον ενδιέφερε να κρυφακούσει τον γείτονα και να θέλει ό,τι δεν έχει, αλλά το Facebook και τα social media μετέτρεψαν αυτή τη συμπεριφορά σε ασθένεια της εποχής.

Οι περισσότερες έρευνες πάνω στην ψυχική υγεία συνδέουν την έντονη χρήση social media με αύξηση καταθλιπτικών ασθενών, καθώς και με την εμφάνιση αγχωδών διαταραχών κάθε είδους, ενώ η εμφάνιση των smartphones με πρώτο το iPhone περίπου 18 μήνες μετά το δημόσιο άνοιγμα του Facebook λειτούργησε ως λάδι στη φωτιά που είχε ήδη αρχίσει να σιγοκαίει.

Το μεγάλο επόμενο πλάνο

Η εμφάνιση πολιτικών απόψεων και εκφραστών τους που έδωσαν περαιτέρω έδαφος στον λαϊκισμό από κάθε πλευρά του ιδεολογικού τόξου, η χειραγώγηση ειδήσεων και το πανδημικό φαινόμενο των fake news καθώς και η ανεξέλεγκτη αξιοποίηση προσωπικών δεδομένων από τη Meta σε αρκετές περιπτώσεις που την έφεραν στο εδώλιο του κατηγορουμένου συνθέτουν ένα συνολικό παζλ και μια ερώτηση, αν τελικά ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ είναι άνθρωπος του Θεού ή του Διάβολου και αν το δώρο του προς την ανθρωπότητα ήταν περισσότερο σκοτεινό από λαμπερό.

Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει σαφής απάντηση πέρα από την ισορροπιστική, ότι η τεχνολογία είναι σαν τη φωτιά. Χωρίς αυτές τις δύο ανακαλύψεις ο κόσμος θα είχε μια τελείως διαφορετική ιστορία, συνεπώς τα social media δεν έκαναν καλύτερη ή χειρότερη τη ζωή μας, αλλά η δική μας χρήση επιφέρει και τα ανάλογα αποτελέσματα, όπως ακριβώς συνέβη και με άλλα μεγάλα επιστημονικά milestones.

Σίγουρα θα είχαμε λιγότερη τοξικότητα, περισσότερο δημιουργικό και παραγωγικό χρόνο, πιο ουσιαστικές και εξ επαφής σχέσεις, λιγότερο θόρυβο και διακεκομμένη εργασία, ενώ θα είχαμε γλιτώσει από έναν επιπλέον εθισμό.

Ωστόσο, 20 χρόνια μετά τη γέννηση του Facebook και λίγο πριν τα social media ξαπλώσουν οριστικά στο ίδιο κρεβάτι με την τεχνητή νοημοσύνη, που είναι και το μεγάλο επόμενο πλάνο του Μαρκ, ας τους δώσουμε αυτό που πήρε και ο Ζάκερμπερκ εκείνο το μακρινό 2003 από τη διοίκηση του Χάρβαρντ. Μια δεύτερη ευκαιρία, αλλά περισσότερο υποψιασμένοι.

«Βασανίζομαι»

Ρούλα Γεωργακοπούλου

Αν δεν υπήρχαν υποθέσεις χειραγώγησης εκλογικών αποτελεσμάτων, ανοχή στα fake news, χώρος άπλετος για hate speech και θεωρίες συνωμοσίας, ίσως και να ήμουν πιο λαρτζ με το παιχνιδάκι που συνεχίζω να παίζω χωρίς όμως τις αρχικές, αθώες μου προσδοκίες. Οτι π.χ., θα έβρισκα φίλους χαμένους από χρόνια, θα ξαναφτιάχναμε μαζί τρελοπαρέες που δεν υπάρχουν πια κι ότι θα γελάγαμε ανταλλάσσοντας σύντομα σχόλια μεταξύ σοβαρού και αστείου που όμως ούτε κι αυτά υπάρχουν γιατί απλούστατα ο στουρναροκέφαλος νέος ψηφιακός κόσμος δεν χαμπαριάζει από αστεία ούτε και από γλωσσικά παιχνιδίσματα που αναζητούν δυνατούς λύτες.

Κι όμως. Κάτι μέσα μου βαθιά εξακολουθεί να επιμένει ότι όλη αυτή η ιστορία μπορεί να έχει και ένα καλό. Καταλύει τσάτρα πάτρα τη μοναξιά, απάνω που είσαι έτοιμος να απαγγείλεις την Πρέβεζα του Καρυωτάκη, και κυρίως ενθαρρύνει τον άνθρωπο να ξαναεξασκηθεί στα δύο βασικά: την ανάγνωση και τη γραφή.

Μέχρι τότε, ήμουν σχεδόν πεπεισμένη ότι έξι χρόνια στο Δημοτικό κι άλλα έξι Γυμνάσιο – Λύκειο χαλαλίστηκαν μόνον και μόνον για να γράφουν οι νεοέλληνες τη λίστα τους για το σουπερμάρκετ ή για να διαβάζουν στους τοίχους οι ιδανικοί αυτόχειρες το σύνθημα «Βασανίζομαι» και να παίρνουν κουράγιο ο ένας από τον άλλον. Δεν νομίζω ότι είμαι χαρακτηριστική περίπτωση χρήστριας, επιμένω όμως. Και επειδή δεν είμαι γεννημένη θύμα ούτε και έχω σκοπό να αγιάσω εν ζωή, χρησιμοποιώ άνετα το κουμπάκι του unfriend ή του μπλοκ αν δω ότι κάποιος ηδονίζεται να καταστρέφει την ημέρα μου και το μέτρο της αισθητικής μου. Επιπροσθέτως, περιορίζω τους επισκέπτες μου μόνον σε «φίλους», το αυτό σάς εξορκίζω να κάνετε κι εσείς.

Κατά τ’ άλλα, παρακολουθώντας την περασμένη εβδομάδα στιγμιότυπα από την ακροαματική διαδικασία του Κογκρέσου στη δίκη των social media με ηθικό υπεύθυνο τον Μαρκ Ζάκερμπεργκ, ομολογώ ότι είπα μέσα μου «κλείστε του το μαγαζί και ρίχτε τον στο πιο βαθύ μπουντρούμι».

«Απλά, όχι για μας»

Βασίλης Δ.*

Στη σημερινή ψηφιακή σκηνή όπου δίνεται προτεραιότητα στην ταχύτητα, είναι ξεκάθαρο ότι το Facebook δεν είναι πλέον το καλύτερο για εμάς τους νεότερους. Αν και ήταν κάποτε το βασικό κοινωνικό δίκτυο, τώρα μας φαίνεται κάπως ξεπερασμένο σε σύγκριση με τις πιο μοντέρνες και ελκυστικές πλατφόρμες, όπως το Instagram, το Snapchat και το TikTok.

Θα νομίζατε πως το θέμα της ιδιωτικότητας και του απορρήτου θα ήταν μεγάλη υπόθεση, αλλά, ειλικρινά, δεν είναι ο κύριος λόγος που εγκαταλείπουμε το Facebook. Αφορά περισσότερο το γεγονός ότι το χρησιμοποιούν σε μεγάλη πλειοψηφία οι παλαιότερες γενιές, με αποτέλεσμα να είναι περισσότερο σαν οικογενειακή επανένωση παρά σαν ένα «στέκι» για εμάς. Είναι σαν να προσπαθείτε να κάνετε μια ιδιωτική συνομιλία με τους φίλους σας σε ένα οικογενειακό μπάρμπεκιου – απλώς όχι η ατμόσφαιρα που αναζητούμε. Και ας μην ξεχνάμε τις διαφημίσεις. Βρίσκονται παντού στο Facebook, αναδύονται κάθε λίγο και χαλάνε όλη τη φάση.

Θα προτιμούσαμε να βρισκόμαστε σε πλατφόρμες όπου μπορούμε να χαλαρώσουμε με τους φίλους μας χωρίς να νιώθουμε ότι μας πουλάνε συνεχώς κάτι. Επιπλέον, το περιεχόμενο στο Facebook είναι κάπως πιο στοχευμένο και λιγότερο αυθεντικό σε σύγκριση με το αυθόρμητο υλικό που παρακολουθούμε σε άλλες πλατφόρμες. Είναι σαν να προσπαθούν όλοι να προωθήσουν κάτι, πράγμα που δυσκολεύει τη σύνδεση με αυτό που συμβαίνει και που μας ενδιαφέρει. Οπότε ναι, το Facebook απλά δεν μας τραβάει πια. Θέλουμε κάτι φρέσκο, συναρπαστικό και, κυρίως, δικό μας. Και αυτή τη στιγμή, το Facebook απλά δεν είναι αυτό.

(Ο Βασίλης Δ. είναι 16 ετών, μαθητής Β’ Λυκείου. Τα πλήρη στοιχεία του είναι στη διάθεση της εφημερίδας.)