To Σουέζ και η αρχαία μανία τού «διορύσσειν»

Οχι, οι μεγάλες διώρυγες δεν είναι αποκλειστικότητα των μοντέρνων καιρών. Τα δε επιτεύγματα είναι αξιοθαύμαστα. Σημειώσεις από πρόσφατη διάλεξη του Θ. Π. Τάσιου.

Ο Αριστοτέλης στα Ηθικά Νικομάχεια κάνει αναφορά και στο «περί του σπουδαίου το των φίλων ένεκα πολλά πράττειν». Μεταξύ άλλων αυτό το «για το χατίρι των φίλων» μού έρχεται στο μυαλό και όταν δύο Δευτέρες κάθε μήνα η Εταιρεία Διερεύνησης Αρχαιοελληνικής και Βυζαντινής Τεχνολογίας (ΕΔΑΒυΤ) φροντίζει να γίνεται κάποια ουσιώδης διάλεξη σε πολύ φιλική ατμόσφαιρα σχετικά με τα τεχνολογικά επιτεύγματα των Αρχαίων Ελλήνων μέχρι και το Βυζάντιο.

Οι διαλέξεις αυτές, εντελώς δωρεάν πάντα, είναι κάτι σαν αντίδωρο από τους ομιλητές στην προσέλευση όσων ενδιαφέρονται για τα επιτεύγματα των αρχαίων ελλήνων μηχανικών. Με τη διαφορά ότι όσοι ασχολήθηκαν στην αρχαιότητα με τα μεγάλα δημόσια έργα ομολογουμένως δεν έχουν ακόμη τύχει της ίδιας αναγνώρισης στον διεθνή χώρο με τους έλληνες αρχαίους και βυζαντινούς καλλιτέχνες αλλά και τους κατασκευαστές «μηχανών», όπως οι γερανοί, οι πολιορκητικές μηχανές, τα αυτόματα και ο μηχανισμός των Αντικυθήρων.

Τη Δευτέρα 26/11 το θέμα ήταν σχετικό με την αρχαιοελληνική διώρυγα του Σουέζ και το παρουσίασε ο κ. Θ. Π. Τάσιος, ομότιμος καθηγητής του Μετσοβίου Πολυτεχνείου. Προτού όμως αναφερθεί στα όσα με τη μορφή σπαραγμάτων κάθε είδους έχουν φθάσει έως εμάς από τις πρώτες απόπειρες διάνοιξης ενός υδάτινου διαύλου για τα πλοία της εποχής, ο ομιλητής θύμισε σε όσους είχαν γεμίσει και πάλι ασφυκτικά την αίθουσα του Συλλόγου των Αθηναίων κάποια πράγματα αξιοθαύμαστα αλλά και σχετικά με την «Τεχνολογία του Πολιτικού Μηχανικού».

Αιφνιδίασε μάλιστα στην αρχή το ακροατήριο, λέγοντας πως το αρχαιότερο επάγγελμα, κατά τη γνώμη του, «δεν είναι αυτό που νομίζετε, αλλά αυτό του πολιτικού μηχανικού». Διότι είχαμε καλούς πολιτικούς μηχανικούς στην Ελλάδα ήδη από την εποχή των Μυκηναίων με τα γιγαντιαία εγγειοβελτιωτικά έργα γύρω από τις πόλεις τους για τη διευθέτηση των υδάτων που πότιζαν τους αγρούς αλλά και προς αποφυγή επιδημιών, ενώ οι θόλοι, με άνοιγμα 14 μέτρων σε κάποιους τάφους, είναι αληθινά θαύματα στατικής μελέτης και κατασκευής.

Διώρυγες, διώρυγες…

Προτού φθάσουμε όμως στις προσπάθειες για την ένωση Ερυθράς Θαλάσσης και Μεσογείου είναι καλό να γνωρίζουμε πως υπήρξαν πριν άλλες απόπειρες, σε διαφορετικά σημεία της Ανατολικής Μεσογείου, που εκπλήσσουν με βάση τα τεχνικά μέσα της εποχής για τη φιλοδοξία τους.

Κόρινθος, Αθως, Κνίδος, Μήμας, Κύζικος, Λευκάς. Τι φέρνει στον νου το καθένα από αυτά τα τοπωνύμια; Επί σαράντα χρόνια, από το 583 π.Χ., προσπάθησαν ο Περίανδρος και άλλοι στην Κόρινθο. Ομως χάρη στον Δημήτριο τον Πολιορκητή, που εκτός από πολεμιστής ήταν και μηχανικός και καλός χειριστής μηχανημάτων, το έργο προχώρησε αποφασιστικά για να σταματήσει όταν νόμισαν πως υπήρχε διαφορά στη στάθμη της θαλάσσης μεταξύ Κορινθιακού και Σαρωνικού. Ο Ξέρξης, κατά τον Ηρόδοτο, αναθέτει σε ίωνες μηχανικούς το 481 π.Χ. τη διάνοιξη διώρυγας στη χερσόνησο του Αθω. Η Κνίδος βρίσκεται στις ακτές της Μικράς Ασίας και αν έκοβαν τον ισθμό που τους ένωνε με τη Μικρά Ασία οι Κνίδιοι πίστευαν πως θα γινόταν νησί, άρα και απρόσβλητοι από τους εχθρούς. Αρχισαν οι εργασίες και μαζί τα  άφθονα εργατικά ατυχήματα. Οπότε ο χρησμός που ζήτησαν από το Μαντείο των Δελφών ήταν τόσο καίριος και δελφικός μαζί που τους προσγείωσε: «Αν ήθελε ο Ζευς θα είχε κάνει τον τόπο (σας) νησί». Ανάμεσα στη Σμύρνη και τη Χίο βρίσκεται η χερσόνησος του Μήμαντος. Ο Μέγας Αλέξανδρος προσπάθησε να την κόψει για να βγαίνουν τα πλοία του κατευθείαν από τον κόλπο της Σμύρνης στη Χίο. Επίσης στην Κύζικο της Προποντίδας υπήρξε μια διόρυξη χερσονήσου προκειμένου να βελτιωθεί η αμυντική της θέση δημιουργώντας ένα καλό εσωτερικό λιμάνι.

 

Κάτι σαν… Ολλανδία

Ο Πτολεμαίος Β’ ο Φιλάδελφος υπήρξε βασιλιάς της Αιγύπτου από το 283 έως το 245 π.Χ. Ηταν ο δεύτερος της δυναστείας των Πτολεμαίων που κυβέρνησαν την Αίγυπτο κατά την ελληνιστική περίοδο. Πατέρας του ήταν ένας από τους στρατηγούς του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο Πτολεμαίος ο Α’ ο Σωτήρ, και κατά τη διάρκεια της βασιλείας του έκανε τη χώρα αυτήν όχι απλά κέντρο ελληνικού πολιτισμού αλλά σημείο συνάντησης και συγκερασμού με τα καλά και του αιγυπτιακού πολιτισμού.

Οπως ανέφερε ο κ. Τάσιος «…φαίνεται ότι κάθε πτολεμαϊκός νομός είχε τον επικεφαλής «νομομηχανικό» του (παράδειγμα ο Κλέων και ο Θεόδωρος των παπύρων Petrie για τον νομό που βρισκόταν και η πόλη της Αρσινόης, από όπου είναι γνωστή και η εκσκαφή ως διώρυγα της Αρσινόης), ήσαν δε συχνές οι πρωτοβουλίες διάνοιξης νέων διωρύγων. Και μέσα σε αυτό το έντονα μηχανοτεχνικό πνεύμα πρέπει να τοποθετηθεί το ιστορικό της αρχαίας διώρυγας».

Οι εκσκαφές δηλαδή μπορεί να έγιναν συμβολικά με τα χέρια των ανθρώπων, που κρατούσαν μάλλον απλές αξίνες μόνον, αλλά σχεδιάστηκαν μέσα στο πλαίσιο ενός καλά οργανωμένου κράτους και με τα εργοτάξια να κατευθύνονται από ανθρώπους που ήταν αυτή η δουλειά τους και όχι γιατί έτσι ξαφνικά το διέταξε ένας, χωρίς τις αντίστοιχες γνώσεις και ικανότητες, ηγεμόνας. Ισως κατ’ αναλογίαν να λέγαμε πως οι άνθρωποι εκεί πάλεψαν όπως, πολύ αργότερα, και οι Ολλανδοί με τα δικά τους νερά.

Ο ποταμός Νείλος έπειτα από μια τεράστια διαδρομή, με τις πηγές του να είναι στο Σουδάν, μπαίνοντας στην Αίγυπτο και ρέοντας προς τη Μεσόγειο, λίγο μετά το Κάιρο, αρχίζει να σχηματίζει ένα τεράστιο δέλτα, που τα δύο ακραία σκέλη του, το ανατολικό και το δυτικό, όταν φθάνουν στη θάλασσα απέχουν μεταξύ τους 240 χιλιόμετρα. Η σημερινή διώρυγα του Σουέζ εκτείνεται μεταξύ Μεσογείου και Ερυθράς Θάλασσας.

Και κάπως όπως
ο Τάμεσης…

Εννοείται πως προσπάθειες για να μπορούν τα πλοία να μπαίνουν από τη μια θάλασσα και να βγαίνουν στην άλλη είχαν υπάρξει και πριν, που τις κατέγραψε και μας τις παρέδωσε ο Ηρόδοτος. Μια πρώτη από τον Φαραώ Νεκώς γύρω στο 600 π.Χ. και μια άλλη από τον Πέρση Δαρείο (521-486 π.Χ.). Ο Νεκώς σταμάτησε να σκάβει διότι ένας χρησμός που έφθασε σε αυτόν ήταν σαν να του έλεγε πως μάλλον με αυτό που κάνει σκάβει τον λάκκο τον δικό του και της χώρας του, γιατί έτσι θα διευκολύνει τους εχθρούς. Ο Δαρείος όμως, κατά μίαν άποψη (διότι έχει διατυπωθεί και η αντίθετη), μάλλον τελείωσε με κάποιον τρόπο το έργο, διότι αναφερόταν πλέον πως χρειαζόταν τα πλοία της εποχής 4 ημέρες περίπου για να φθάσουν από τη μία θάλασσα στην άλλη και το μήκος της διαδρομής είναι 1.000 στάδια, όπου ένα αρχαίο στάδιο ίσον με 195 μέτρα περίπου.

Ο Νείλος, πηγαίνοντας να συναντήσει τη Μεσόγειο, λίγο μετά την αρχαία Μέμφιδα, χωρίζεται σε δύο κλάδους. Στην εποχή των Πτολεμαίων οι δύο αυτοί κλάδοι ήταν ο Κανωβικός στα δυτικά, που εκβάλλει κοντά στην Αλεξάνδρεια, και ο Πηλουσιακός, στα ανατολικά, που σήμερα έχει διακοπεί η ροή του από τη σύγχρονη διώρυγα του Σουέζ.

Οπως ανέφερε ο ομιλητής, «…η ιδέα ήταν, τα πλοία της Μεσογείου να μπουν στον Πηλουσιακό βραχίονα, κοντά στο όρος Κάσιον, κοντά δε στην πόλη Βούβαστις να περάσουν σε μια τεχνητή διώρυγα η οποία εκτεινόταν από τα δυτικά προς τα ανατολικά (απ’ εσπέρης μακρή προς την ηώ, έγραφε επί λέξει ο Ηρόδοτος) προς το χωριό Πάτουμο και η οποία θα στρεφόταν προς Νότο, μέσα από αλλεπάλληλες λίμνες για να εκβάλει στην Ερυθρά θάλασσα». Το μέγεθος αυτής της πορείας που έχει ένα σχήμα κοντά σε αυτό ενός ανοικτού 4 υπολογίστηκε γύρω στα 240 χιλιόμετρα και η σημερινή διάνοιξη της διώρυγας δεν την ακολουθεί πιστά, καθότι έχει ακολουθήσει πλέον μια πιο ευθύγραμμη χάραξη.

Επειδή δεν υπάρχουν πληροφορίες, όπως αναφέρει ο κ. Τάσιος, για τη λειτουργία της Διώρυγας μετά τη διάνοιξή της από τον Δαρείο, αλλά ούτε και η βραχυχρόνια περσική κατοχή και η επακόλουθη σχετική διοικητική αδυναμία συνηγορούν υπέρ των συνεχών ενεργών συντηρήσεων ενός τέτοιου γιγαντιαίου έργου. Αφού θα έπρεπε συνεχώς να απαλλάσσεται ο βυθός από την άμμο, που συνεχώς θα εισέρρεε στο κανάλι. Αρα, όταν αναλαμβάνει ο Πτολεμαίος ο Β’, είχε να κάνει πολλά. Και, όπως φαίνεται, έκανε και πολλά και περισσότερα!

Το κορυφαίο σημείο της όλης παρουσίασης μάλλον πρέπει να θεωρηθεί η παραπομπή σε ένα απόσπασμα από τον Στράβωνα όπου αναφέρεται ότι: «Οι Πτολεμαίοι διώρυξαν τον πορθμό και τον έκαμαν κατά βούληση κλειστόν ώστε, όταν ήθελαν, μπορούσαν ανεμπόδιστα να εκπλεύσουν στην έξω θάλασσα αλλά και να εισπλεύσουν πάλι». Και αυτό το «κατά βούληση κλειστόν» έρχεται ο Διόδωρος ο Σικελιώτης (1, 33, 8) να το επιβεβαιώσει με το να γίνει ακόμη πιο αναλυτικός: «Υστερον δε ο δεύτερος Πτολεμαίος συνετέλεσεν αυτήν και κατά τον επικαιρότατον τόπον εμηχανήσατό τι φιλότεχνον διάφραγμα: Τούτο δε εξήνοιγεν οπότε βούλοιτο διαπλεύσαι και ταχέως πάλιν συνέκλειεν, ευστόχως εκλαμβανομένης της χρείας. Ο δε διά της διώρυγος ταύτης ρέων ποταμός ονομάζεται μεν από του κατασκευάσαντος Πτολεμαίος, επί δε της εκβολής πόλιν έχει την προσαγορευομένην Αρσινόην»

Τι προκύπτει από αυτό το μικρό απόσπασμα;

l Αναγνωρίζει ο Διόδωρος το πλέον καίριο σημείο του έργου με την έκφραση: «επικαιρότατον τόπον».

l Θαυμάζει την επινόηση ενός εξαιρετικού τεχνήματος: «εμηχανίσατο τι φιλότεχνον».

l Τονίζει την ταχύτητα λειτουργίας του διαφράγματος: «ταχέως πάλιν συνέκλειον».

l Διαπιστώνει την επιτυχία του μηχανισμού: «ευστόχως εκλαμβανομένης της χρείας».

Πέρα από αυτά υπάρχει και μια τρίτη επιβεβαίωση που όμως συνέβη πλέον στον 20ό αιώνα, όταν το 1928 ο Κλ. Μπουρντόν αναγνώρισε ερείπια της παλιάς διώρυγας και της θυρολεκάνης μέσα στη λιμνοθάλασσα του Σουέζ. Αξίζει εδώ να θυμίσουμε ότι ανάλογες κατασκευές έχουμε μόλις τον 19ο αιώνα στις εκβολές του Τάμεση ποταμού στην Αγγλία, για να αποκλείεται η εισβολή υδάτων όταν συμβεί να ανέβει η στάθμη της θάλασσας υπερβολικά και πριν από λίγα χρόνια είδαμε και το τεράστιο έργο, πάλι με θυροφράγματα, για την προστασία της Βενετίας. Και στις δύο περιπτώσεις αυτά σήμερα μένουν κάτω από το νερό, όταν δεν χρειάζονται.

 

Και πάντα ο Αριστοτέλης

Οπως αναφέρει στο βιβλίο του ο Θ. Π. Τάσιος «Ξανά ο Αριστοτέλης;»(εκδόσεις Ατων, 2018), τα «Μετεωρολογικά», του σπουδαίου αυτού φιλοσόφου, είναι από τα πιο διακλαδικά του συγγράμματα: Αστρονομία, Γεωγραφία, Φυσική, Γεωμετρία, Οπτική Ορυκτολογία, Σεισμολογία, Ηφαιστειολογία, Χημεία και βέβαια Μετεωρολογία είναι επιστημονικά πεδία που αγγίζει αυτή η πραγματεία.

Εκεί μέσα λοιπόν, στο Α’ βιβλίο των Μετεωρολογικών και λίγο προτού φθάσουμε στο χωρίο 353, ο Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.)  κάνει αναφορά και στο θέμα της διάνοιξης της επίμαχης διώρυγας. Και από αυτό το χωρίο ο ομιλητής έβγαλε τα εξής συμπεράσματα για το όλο θέμα:

l Με τον πάγκοινο θαυμασμό των Ελλήνων προς κάθε τι αιγυπτιακό, τοποθετεί ο Αριστοτέλης την πρώτη ιδέα (για την εξόρυξη) πολύ παλαιότερα από την άποψη του Ηροδότου.

l Η αιτιολόγηση της αναστολής του έργου στερεότυπη: Η υψηλότερη στάθμη της Ερυθράς Θαλάσσης.

l Δεν επισείει κίνδυνο κατακλύσεως της Αιγύπτου από τα νερά αλλά απλή αλλοίωση των υδάτων του Νείλου.

l Βρίσκει την ευκαιρία να διατυπώσει εύλογες υποθέσεις περί της μορφολογίας των θαλασσίων εκτάσεων κατά τις παλαιότερες γεωλογικές εποχές. Και μια σημαντική λέξη (στο κείμενο) είναι το «πάντα» στο «πάντα μια ταύτη συνεχής ην», διότι μας επιτρέπει να εικάσουμε πως κατά την άποψή του δεν μπορεί να υπάρχει ουσιώδης διαφορά στάθμης μεταξύ Μεσογείου και Ερυθράς.

l Και είναι αξιοθαύμαστη η άποψή του αν σκεφθούμε ότι ακόμη και στα 1799 η «Γαλλική Αποστολή» στην Αίγυπτο εκτιμούσε αυτή τη διαφορά στάθμης σε μια ολόκληρη δεκάδα μέτρων ενώ αποδείχθηκε πως δεν ήταν παραπάνω από ενάμιση μέτρο. Και υπάρχει μία ακόμη χρήσιμη παρατήρηση από την τωρινή εποχή, ότι η παλίρροια είναι μεν σχεδόν απαρατήρητη στις παραλίες της Ερυθράς αλλά στο βάθος του κόλπου του Σουέζ φθάνει έως και το 1,5 μέτρο.

Το έργο, με τα μέσα της εποχής και με τις αντίξοες συνθήκες που επικρατούσαν (ζέστη, επιδημίες, συνεχείς προσχώσεις) ήταν άθλος και μόνον να το ξεκινήσεις. Μέσα από τα κείμενα της εποχής γίνονται για άλλη μια φορά εμφανή ο τρόπος σκέψης αλλά και οι γνώσεις των «πολιτικών μηχανικών» της εποχής. Ισως μια κατάλληλη φράση για το τέλος να είναι η πρώτη φράση από το βιβλίο του Αριστοτέλη, τα «Μηχανικά»: «Θαυμάζεται […] όσα γίνεται διά τέχνην προς το συμφέρον τοις ανθρώποις» (847, α).

Τα παραλειπόμενα του έργου

1. Μια αξιοπρόσεκτη μαρτυρία για το όλο έργο του Πτολεμαίου είναι η λεγόμενη στήλη του Πιτόμ, που περιγράφει στα αιγυπτιακά πώς η μεγαλειότητά του ο Πτολεμαίος, πραγματοποιώντας επιθυμία του πατέρα του σκάβει διώρυγα κατά το 16ο έτος της βασιλείας του ξεκινώντας από τον ποταμό στα βόρεια της Ηλιούπολης και φθάνοντας στη λίμνη των Σκορπιών. Εκεί περιγράφεται και το ποτάμιο ταξίδι του βασιλιά, καθώς αυτός κομίζει δώρα στους θεούς.

2. Μπορεί ο Πλίνιος να έγραψε ότι ούτε ο Πτολεμαίος τελείωσε το έργο αλλά τα όσα αναφέρθηκαν έως εδώ μάλλον πείθουν πως συνέβη το αντίθετο.

3. Σήμερα βέβαια η διώρυγα έχει πιο ευθύγραμμη χάραξη, που έγινε όταν ο γάλλος πρώην διπλωμάτης Φερντινάντ ντε Λεσέψ έπεισε τους Αιγυπτίους για τα οφέλη από τη διάνοιξη. Τα έργα άρχισαν το 1861 και υπήρξαν πολλές δυσκολίες και με τους ανθρώπους που δούλεψαν κατά καιρούς γι’ αυτό, στην αρχή καταναγκαστικά και μετά με κανονική πρόσληψη. Ανάμεσά τους υπήρξαν και (πάλι) πολλοί Ελληνες και ο ίδιος ο Λεσέψ έφθασε να πει κάποτε, όταν εμφανίστηκαν δυσκολίες με το προσωπικό ότι: «εγώ έχω τους Ελληνές μου»!

4. Η διώρυγα που έφθανε στην Ερυθρά Θάλασσα είχε πλάτος 100 πήχεων, περίπου 50 μέτρα και βάθος αρκετό και για μεγάλα σκάφη.

5. Το πολύ ενδιαφέρον απόσπασμα από τα Μετεωρολογικά του Αριστοτέλη έχει ως εξής:
«Φαμέν ἀρχαιοτάτους εἶναι τῶν ἀνθρώπων Αἰγυπτίους, τούτων ἡ χώρα πᾶσα γεγονυῖα φαίνεται καί οὖσα τοῦ ποταμοῦ ἔργον. Καὶ τοῦτο κατά τε τὴν χώραν αὐτὴν ὁρῶντι δῆλόν ἐστιν, καὶ τὰ περὶ τὴν ἐρυθρὰν θάλατταν τεκμήριον ἱκανόν· ταύτην γὰρ τῶν βασιλέων τις ἐπειράθη διορύττειν (οὐ γὰρ μικρὰς εἶχεν ἂν αὐτοῖς ὠφελείας πλωτὸς πᾶς ὁ τόπος γενόμενος· λέγεται δὲ πρῶτος Σέσωστρις ἐγχειρῆσαι τῶν παλαιῶν), ἀλλ’ εὗρεν ὑψηλοτέραν οὖσαν τὴν θάλατταν τῆς γῆς· διὸ ἐκεῖνός τε πρότερον καὶ Δαρεῖος ὕστερον ἐπαύσατο διορύττων, ὅπως μὴ διαφθαρῇ τὸ ῥεῦμα τοῦ ποταμοῦ συμμιγείσης τῆς θαλάττης. Φανερὸν οὖν ὅτι θάλαττα πάντα μία ταύτῃ συνεχὴς ἦν. διὸ καὶ τὰ περὶ τὴν Λιβύην τὴν Ἀμμωνίαν χώραν ταπεινότερα φαίνεται καὶ κοιλότερα παρὰ λόγον τῆς κάτωθεν χώρας· δῆλον γὰρ ὡς ἐγχώσεως μὲν γενομένης ἐγένοντο λίμναι καὶ χέρσος, χρόνου δὲ γενομένου τὸ ἐναπολειφθὲν καὶ λιμνάσαν ὕδωρ…».

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.