Των Ιωάννη Γανόπουλου, Χρήστου Μπαζάκου, Αθανάσιου Μολασιώτη
Παλαιά όσο και η ιστορία του τόπου μας, ιερή, δώρο θεϊκό, σύμβολο λατρείας αλλά και αδιάκοπος τροφός, η Ελιά αποτελεί μια εμβληματική καλλιέργεια με αστείρευτο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτιστικό απόθεμα για τη χώρα μας. Σήμερα, ένα σημαντικό πλεονέκτημα και συνάμα μια μεγάλη πρόκληση της ελληνικής Ελαιοκομίας είναι η ύπαρξη ενός πλούσιου γενετικού υλικού (ποικιλίες) που είναι άριστα προσαρμοσμένο στις εδαφοκλιματικές συνθήκες των διαφόρων περιοχών της χώρας. Πράγματι, η γεωγραφική θέση, η ορεογραφική διαμόρφωση και η τοπογραφική ετερογένεια της χώρας, σε συνδυασμό με τη μακρόχρονη καλλιέργειας της Ελιάς στον ελλαδικό χώρο αλλά και της αλληλεπίδρασής της με τον άνθρωπο, συντέλεσαν στη δημιουργία ενός ποικιλόμορφου γενετικού ελαιοκομικού υλικού. Η ύπαρξη αυτή του γενετικού υλικού είναι εξόχως σημαντική καθώς η λεκάνη της Μεσογείου αποτελεί μια «hot spot» περιοχή της αλλαγής του κλίματος που απειλεί πλέον το αγρο-οικοσύστημα της Ελιάς. Επιπρόσθετα, η παγκοσμιοποίηση έχει διευκολύνει την καλλιέργεια ελληνικών ποικιλιών Ελιάς, όπως η Κορωνέικη και Καλαμών, σε ολόκληρο τον κόσμο, με αποτέλεσμα να είναι επιτακτική η ανάγκη προστασίας του ελληνικού γενετικού υλικού της Ελιάς. Με δεδομένες τις επαναστατικές δυνατότητες που δίνει σήμερα η Γενετική, αποτελεί στρατηγικό πλεονέκτημα η ταυτοποίηση, η προστασία και η αξιοποίηση του εγχώριου γενετικού υλικού της Ελιάς ώστε τα ελληνικά ελαιοκομικά προϊόντα να διαφοροποιηθούν αγρονομικά και διατροφικά στην παγκόσμια αγορά.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.