Ζούμε σε έναν κόσμο ο οποίος (κυριολεκτικώς) κόβει την ανάσα, και δη εκείνη των μικρών παιδιών. Δεν είναι τυχαίο ότι το άσθμα είναι πρώτο στη λίστα των πιο κοινών χρόνιων νόσων στα παιδιά – το περιβάλλον στο οποίο ζούμε, ο αέρας που αναπνέουμε, η διατροφή που ακολουθούμε, γενικότερα ο τρόπος ζωής μας, ο οποίος μοιραία γίνεται και τρόπος ζωής των τέκνων μας, οδηγεί, ουκ ολίγες φορές, μαθηματικά σε προβλήματα υγείας, αναπνευστικά και όχι μόνο. Καθώς όμως, ως γνωστόν, ενός κακού μύρια έπονται, μια νέα μελέτη, η μεγαλύτερη μέχρι σήμερα του είδους της, της οποίας μάλιστα η επικεφαλής είναι Ελληνίδα, έρχεται να δείξει ότι το παιδικό άσθμα πιθανότατα αποτελεί και «εκκολαπτήριο» παχυσαρκίας εξ απαλών ονύχων, ενός άλλου, μεγάλου δεινού της εποχής μας. Και παχύσαρκα παιδιά τις περισσότερες φορές – δυστυχώς – «μεταφράζονται» και σε παχύσαρκους ενηλίκους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την υγεία (εκεί να δείτε πόσα κακά έπονται του ενός, από υψηλή αρτηριακή πίεση, εμφράγματα, εγκεφαλικά επεισόδια και διαβήτη ως διαφορετικές μορφές καρκίνου).
Η καινούργια μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στην επιθεώρηση «European Respiratory Journal» δεν έχει ως στόχο να φοβίσει, ανέφερε στο «Βήμα» η κύρια συγγραφέας της, αναπληρώτρια καθηγήτρια Προληπτικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας (University of Southern California, USC) στο Λος Αντζελες και επίκουρη καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Διατροφής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης κυρία Λήδα Χατζή. Σκοπός της είναι να ευαισθητοποιήσει και να κινητοποιήσει γονείς και επαγγελματίες υγείας ώστε να «σπάσει» αυτή η αλυσίδα των κακών που ακολουθούν το ένα το άλλο και τελικώς τα παιδιά – πιθανώς – σε ολόκληρη τη ζωή τους. Και ο μόνος τρόπος ενάντια στο κακό είναι να διαμορφώσουμε μια καλή (κατά το δυνατόν τουλάχιστον, στους χαλεπούς καιρούς που διάγουμε) ζωή για τα παιδιά μας που περνά μέσα από την πρόληψη.
Αντιστροφή απόψεων
Το νέο εύρημα που μαρτυρεί πως το άσθμα μπορεί να αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για πρόκληση παχυσαρκίας στα παιδιά έρχεται να… αντιστρέψει όσα γνώριζαν οι ειδικοί μέχρι σήμερα. Και αυτό διότι ως τώρα εθεωρείτο ότι η παχυσαρκία είναι εκείνη που αποτελεί προάγγελο του άσθματος στην παιδική ηλικία – δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία για το αντίστροφο. Το αντίστροφο όμως φαίνεται πλέον ότι έχει γερή επιστημονική βάση, καθώς προέκυψε μέσα από μελέτη στην οποία συμμετείχαν 40 επιστήμονες (μεταξύ των οποίων και τρεις ακόμα Ελληνες, και συγκεκριμένα οι Θεανώ Ρουμελιωτάκη και Νικόλαος Στρατάκης από το Πανεπιστήμιο Κρήτης και ο Μανόλης Κογεβίνας από το Κέντρο Περιβαλλοντικής Ερευνας στη Βαρκελώνη της Ισπανίας) και αφορούσε χιλιάδες παιδιά από πολλές και διαφορετικές χώρες της Ευρώπης. Οπως μας εξήγησε η κυρία Χατζή σε τηλεφωνική συνομιλία μας από το Λος Αντζελες, «πρόκειται για τη μεγαλύτερη μέχρι σήμερα προοπτική μελέτη σχετικά με την επίδραση του παιδικού άσθματος στην εμφάνιση παχυσαρκίας. Περιέλαβε περισσότερα από 20.000 ζεύγη μητέρων – παιδιών, για την ακρίβεια 21.130 παιδιά που γεννήθηκαν μεταξύ του 1990 και του 2008 σε εννέα χώρες – Δανία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ιταλία, Ολλανδία, Ισπανία, Σουηδία και Ηνωμένο Βασίλειο. Από την Ελλάδα συμμετείχαν 526 παιδιά τα οποία παίρνουν μέρος στη μελέτη μητέρας-παιδιού Κρήτης ΡΕΑ που βρίσκεται σε εξέλιξη».
Επί δύο δεκαετίες οι επιστήμονες καταγράφουν την «επέλαση» των δύο παράλληλων «επιδημιών», εκείνων του παιδικού άσθματος και της παιδικής παχυσαρκίας. Ωστόσο μέχρι σήμερα οι έρευνές τους επικεντρώνονταν πάντα στο πώς η παχυσαρκία αποτελεί παράγοντα κινδύνου για άσθμα. Στους ενηλίκους έχει αποδειχθεί επανειλημμένως ότι η παχυσαρκία αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για εμφάνιση άσθματος, κυρίως στις γυναίκες, ωστόσο η σύνδεση αυτή φαινόταν να διαφέρει στα παιδιά. Ως τώρα λίγες μόνο μελέτες είχαν κοιτάξει την… άλλη πλευρά του «επιδημικού» νομίσματος, λίγες δηλαδή είχαν αποπειραθεί να κατανοήσουν πώς το άσθμα συνεισφέρει στην παχυσαρκία στα παιδιά, και αυτές ήταν πολύ μικρότερες σε εύρος σε σύγκριση με τη νέα μελέτη της κυρίας Χατζή και των συνεργατών της. Για τον λόγο αυτόν η ελληνίδα ερευνήτρια και η ομάδα της αποφάσισαν να ασχοληθούν με την… άλλη όψη του νομίσματος. «Ενδιαφερόμαστε πολύ για αυτό το θέμα, καθώς το άσθμα αφορά εκατομμύρια μικρά παιδιά παγκοσμίως – μόνο στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία, το 10% των παιδιών πάσχει από άσθμα. Πρόκειται για μια χρόνια διαταραχή της παιδικής ηλικίας που στερεί ποιότητα ζωής όταν δεν ελέγχεται επαρκώς. Θέλαμε λοιπόν να δούμε αν το άσθμα συμβάλλει και στην παιδική παχυσαρκία προκειμένου, αν αποδεικνυόταν η σύνδεση, να μπορούμε να συμβουλεύσουμε γονείς και γιατρούς για το πώς θα μπορούσαν να παρέμβουν εγκαίρως ώστε να σώσουν πολλά παιδιά από περαιτέρω προβλήματα και να τα βοηθήσουν να ζήσουν μια υγιή ζωή. Και προσπαθήσαμε να δούμε την άλλη, τη διαφορετική κατεύθυνση αυτής της σύνδεσης άσθματος – παχυσαρκίας μέσα από τη μεγαλύτερη μελέτη που έχει διεξαχθεί σχετικά με το θέμα».
Εκτενής μελέτη
Εκ του αποτελέσματος φάνηκε ότι οι ερευνητές έπραξαν πολύ σωστά που ασχολήθηκαν με αυτή την άλλη, την αθέατη όψη του νομίσματος, καθώς… έπιασαν λαβράκι. Οπως είδαν, τα παιδιά που είχαν διαγνωσθεί με άσθμα στην ηλικία των τριών ή τεσσάρων ετών αντιμετώπιζαν 66% μεγαλύτερο κίνδυνο παχυσαρκίας στην ηλικία των οκτώ ετών σε σύγκριση με όσα δεν έπασχαν από άσθμα στα τρία ή στα τέσσερα έτη τους. Συγχρόνως τα παιδιά με σοβαρό άσθμα, όσα εμφάνιζαν συμπτώματα συριγμού που επέμενε και ως εκ τούτου ελάμβαναν τα περισσότερα εισπνεόμενα φάρμακα, είχαν δύο φορές μεγαλύτερο κίνδυνο για παχυσαρκία στα οκτώ έτη τους. Τα ευρήματα αυτά, κατά την ελληνίδα καθηγήτρια, είναι σημαντικά, «καθώς μιλούμε για μια προοπτική μελέτη η οποία παρακολούθησε τόσες χιλιάδες παιδιά επί τέσσερα ολόκληρα έτη. Είναι δε σε συνάρτηση με προηγούμενα αποτελέσματα δύο μελετών που διεξήχθησαν στις ΗΠΑ αλλά περιελάμβαναν λιγότερα παιδιά η καθεμία».
Η αιτιώδης σχέση που έχει ως «θύτη» το άσθμα και ως «θύμα» την παχυσαρκία (αν και τα πραγματικά θύματα είναι τα παιδιά) δεν είναι ακόμη καλά κατανοητή στους επιστήμονες, επισήμανε στο «Βήμα» η κυρία Χατζή. «Εχουμε ενδείξεις σχετικά με το ότι τα παιδιά με άσθμα πραγματοποιούν αλλαγές στον τρόπο ζωής τους, με κύρια τον περιορισμό της φυσικής άσκησης, ο οποίος μπορεί να οδηγήσει σε συσσώρευση λίπους στο σώμα. Παράλληλα εμφανίζουν λόγω του συριγμού διαταραχές στον ύπνο – ο μη επαρκής ύπνος έχει συνδεθεί με εμφάνιση παχυσαρκίας. Επίσης, τα παιδιά με επίμονα, μη ελεγχόμενα συμπτώματα άσθματος λαμβάνουν περισσότερα φάρμακα, και δη κορτικοστεροειδή, τα οποία επίσης μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο παχυσαρκίας καθώς επηρεάζουν τον μεταβολισμό των λιπιδίων και αυξάνουν τη συσσώρευση λίπους. Η αλληλεπίδραση άσθματος και παχυσαρκίας είναι ένας αέναος κύκλος καθώς τα παχύσαρκα παιδιά με άσθμα έχουν συνήθως αυξημένα συμπτώματα και ως εκ τούτου κάνουν αυξημένη χρήση φαρμάκων».
Αγνωστα αίτια
Υπάρχουν όμως προφανώς και μοριακοί μηχανισμοί πίσω από τη σύνδεση άσθματος-παχυσαρκίας, οι οποίοι έχουν μπει στο «μικροσκόπιο» των ερευνητών. Οπως είπε η ελληνίδα ερευνήτρια, «κάνουμε πολλές επιστημονικές υποθέσεις αλλά αυτή τη στιγμή δεν μπορούμε να δώσουμε ξεκάθαρες απαντήσεις. Είναι κατ’ αρχάς γνωστό ότι τόσο η παχυσαρκία όσο και το άσθμα είναι νόσοι που χαρακτηρίζονται από χρόνια φλεγμονή και πιθανώς ο παθογενετικός μηχανισμός της φλεγμονής να κρύβεται πίσω από τη μεταξύ τους σχέση.
Κατά δεύτερον, με δεδομένο ότι τόσο το άσθμα όσο και η παχυσαρκία έχουν τις «ρίζες» τους πολύ νωρίς στη ζωή, είναι πιθανόν η σύνδεση μεταξύ τους να ξεκινά κατά την εμβρυϊκή ανάπτυξη, σε εκείνο το καίριας σημασίας χρονικό παράθυρο ανάπτυξης που το παιδί ζει ακόμη στο πρώτο «σπίτι» του, τη μήτρα. Προηγούμενες μελέτες έχουν άλλωστε δείξει ότι η έκθεση του εμβρύου σε διαφορετικούς παράγοντες κατά την εμβρυϊκή ζωή, όπως είναι η διατροφή της εγκύου ή η παχυσαρκία της εγκύου, μπορεί να συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο και για τις δύο διαταραχές. Κατά τρίτον, ίσως λαμβάνουν χώρα επιγενετικές αλλαγές και μετά τη γέννηση του παιδιού, αλλαγές στη μεθυλίωση του DNA που οφείλονται σε διαφορετικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες. Ολες αυτές οι υποθέσεις μας μένει να δούμε αν θα αποδειχθούν. Ελπίζουμε ότι θα λάβουμε απαντήσεις μέσα από μια μεγάλη πολυκεντρική μελέτη που διεξάγεται αυτή την περίοδο στις ΗΠΑ με χρηματοδότηση από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας της οποίας είμαι επικεφαλής».
Χρήσιμες συμβουλές
Εν αναμονή όλων αυτών των ευρημάτων που θα φωτίσουν τα γιατί και τα πώς της σχέσης μεταξύ παιδικού άσθματος και παχυσαρκίας ρωτήσαμε την κυρία Χατζή ποιες πρακτικές συμβουλές θα μπορούσαμε να δώσουμε στους γονείς παιδιών με άσθμα με βάση τα νέα, άκρως ενδιαφέροντα αποτελέσματα της μελέτης. Η καθηγήτρια τόνισε ότι είναι νωρίς να μιλήσουμε για παρεμβάσεις με γνώμονα τα καινούργια ευρήματα. «Ωστόσο θα ήταν καλό οι γονείς που έχουν παιδιά με διαγνωσμένο άσθμα νωρίς στη ζωή να βρίσκονται σε στενή συνεργασία με τον παιδίατρο ώστε να φροντίσουν να υιοθετήσει το παιδί τους ένα υγιεινό πρότυπο διατροφής – ένα από τα καλύτερα πρότυπα παγκοσμίως είναι εκείνο της μεσογειακής διατροφής, το οποίο, παρότι είναι άκρως γνώριμο στους Ελληνες, δυστυχώς το εγκαταλείπουν ολοένα και περισσότερο. Παράλληλα πρέπει οι γονείς να εξασφαλίσουν ότι το παιδί τους θα ασκείται κατά το δυνατόν – πάντα χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την υγεία του -, αφού το άσθμα, αν ελεγχθεί, δεν είναι απαγορευτικό σε ό,τι αφορά την κατάλληλη φυσική δραστηριότητα».
Κλείνοντας η κυρία Χατζή ανέφερε πως επιθυμεί να περάσει το μήνυμα ότι η παιδική παχυσαρκία είναι μεν μια νόσος, και μάλιστα μια νόσος σοβαρή, όχι όμως απρόβλεπτη ούτε και μη διαχειρίσιμη. «Η παχυσαρκία είναι μια νόσος προβλέψιμη, η οποία μπορεί να προληφθεί και μπορεί και να αντιμετωπιστεί. Ωστόσο, όπως ισχύει πάντα, η πρόληψη είναι καλύτερη από την αντιμετώπιση. Και αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο όταν μιλούμε για μια νόσο που αφορά τα παιδιά, το μέλλον του κόσμου μας».
Εμείς θα κλείσουμε από την πλευρά μας με μια δήλωση που έκανε σε σχετικό δελτίο Τύπου του USC ο Φρανκ Γκίλιλαντ, καθηγητής Προληπτικής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή Keck του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας, ο οποίος συμμετείχε στη νέα μελέτη. «Το άσθμα πιθανώς συμβάλλει στην επιδημία της παχυσαρκίας. Χρειάζεται επειγόντως να μάθουμε εάν η πρόληψη και η σωστή θεραπεία του άσθματος μπορούν να ανακόψουν την πορεία των παιδιών προς την παχυσαρκία». Οπως δείχνουν και τα νέα στοιχεία που σας παρουσιάσαμε σήμερα, το ζήτημα είναι πράγματι επείγον. Επιβάλλεται, δεν αναβάλλεται, να δοθούν απαντήσεις στα ερωτήματα το συντομότερο δυνατόν (αφού δεν μπορεί να… αναβληθεί η διασφάλιση της καλύτερης δυνατής ζωής για εκατομμύρια παιδιά).
Στην Κρήτη αναζητούνται τα αίτια των παιδικών «επιδημιών»
Η κυρία Λήδα Χατζή δεν διαπρέπει ερευνητικά μόνο στις ΗΠΑ αλλά συνεχίζει το ερευνητικό της έργο και στην Κρήτη, όπου κρατά θέση επίκουρης καθηγήτριας Επιδημιολογίας και Διατροφής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Οπως μας πληροφόρησε, στο μεγαλύτερο ελληνικό νησί μας βρίσκεται σε εξέλιξη η μελέτη μητέρας-παιδιού ΡΕΑ, μια μελέτη μοναδική. «Πρόκειται για τη μόνη μελέτη γενιάς στην Ελλάδα. Τα παιδιά που συμμετέχουν σε αυτή γεννήθηκαν το 2007 και παρακολουθούνται μέχρι σήμερα στην ηλικία των 10 ετών. Στο πλαίσιο αυτής της μελέτης λοιπόν αναζητούμε, μεταξύ άλλων, τους παράγοντες που οδηγούν στο παιδικό άσθμα και στην παιδική παχυσαρκία – παράγοντες όπως η διατροφή ή η έκθεση σε φυτοφάρμακα.Τα παιδιά είναι πιο επιδεκτικά από τους ενηλίκους σε συγκεκριμένες περιβαλλοντικές εκθέσεις και επιπλέον περνούν ευαίσθητες περιόδους έκθεσης που σχετίζονται με την υγεία μακροπρόθεσμα». Εχουν εξαχθεί κάποια συμπεράσματα μέχρι τώρα; ρωτήσαμε την ερευνήτρια. «Εχουμε ήδη δημοσιεύσει στοιχεία που δείχνουν ότι η αυξημένη έκθεση των εγκύων σε πολυχλωριωμένα διφαινύλια και οργανοχλωριωμένα φυτοφάρμακα σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο γέννησης λιποβαρούς νεογνού. Επιπλέον η έκθεση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης στα οργανοχλωριωμένα φυτοφάρμακα συσχετίστηκε με αυξημένο κίνδυνο για παχυσαρκία και κεντρική παχυσαρκία καθώς και για αυξημένη αρτηριακή πίεση στα τέσσερα χρόνια ζωής των παιδιών. Συσχετίστηκε επίσης με αλλαγές στη γνωστική και συμπεριφορική ανάπτυξή τους. Στη διάρκεια του τελευταίου έτους πραγματοποιούμε την κλινική εξέταση των παιδιών στα 10 χρόνια τους ώστε να μελετήσουμε περαιτέρω την επίδραση των φυτοφαρμάκων στην υγεία τους». Σημειώνεται ότι η μελέτη διεξάγεται από τους ερευνητές του Πανεπιστημίου Κρήτης σε συνεργασία με το υπουργείο Υγείας, και συγκεκριμένα την 7η Υγειονομική Περιφέρεια (ΥΠΕ) Κρήτης (υπό τη διοικήτρια της 7ης ΥΠΕ Κρήτης κυρία Ελένη Μαυρομμάτη).