Σοφία και διορατικότητα θα έλεγες ότι συναντήθηκαν την ίδια στιγμή στη σκέψη του Αμερικανού Ιρβινγκ Λενγκμάιρ (1881-1957) όταν το 1928 χρησιμοποίησε τον όρο «πλάσμα» για να χαρακτηρίσει μια κατάσταση της ύλης με «παράξενες», για την εποχή εκείνη, ιδιότητες, σε σύγκριση με αυτές των στερεών, των υγρών και των αερίων.
Ανέτρεξε συνειδητά στην αρχαία ελληνική λέξη «πλάσμα», που είχε συνδεθεί από το 1845 με το αίμα και αρχικά σήμαινε κάτι από εύπλαστο υλικό. Ως ιατρικός όρος χρησιμοποιήθηκε από τα μέσα του 19ου αιώνα για το υγρό που ρέει στο σώμα μεταφέροντας στα διάφορα σημεία του βασικές ουσίες του αίματος αλλά και τα ερυθρά και τα λευκά αιμοσφαίρια. Και ο Λενγκμάιρ είχε πει στους συνεργάτες του ότι η αθρόα κίνηση των ηλεκτρονίων από τη θερμή κάθοδο μιας λυχνίας προς την άνοδο του θύμιζε τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρεται το πλάσμα και τον ρόλο του στην κυκλοφορία του αίματος: «Εκτός από την περιοχή κοντά στα ηλεκτρόδια, το ιονισμένο αέριο περιλαμβάνει σχεδόν ισάριθμα ιόντα και ηλεκτρόνια… Θα χρησιμοποιήσουμε το όνομα πλάσμα για να περιγράψουμε τις συνθήκες όπου υπάρχουν περίπου αριθμητικά ισοσταθμισμένα στην περιοχή φορτία (λόγω της παρουσίας) ηλεκτρονίων και ιόντων».
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.